Στις σύγχρονες πολιτικές και κοινωνικές συζητήσεις, η έννοια της «ισότητας» χρησιμοποιείται συχνά με ελάχιστη κατανόηση των διαφορετικών μορφών της. Ενώ η ισότητα ευκαιριών, η ισότητα αποτελέσματος και η ισότητα ενώπιον του νόμου ακούγονται σαν ευγενείς στόχοι, η πρακτική τους εφαρμογή οδηγεί σε εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα.
Η ισότητα των αποτελεσμάτων πρεσβεύει την ιδέα ότι όλοι πρέπει να έχουν τις ίδιες υλικές συνθήκες ή τα ίδια τελικά αποτελέσματα στη ζωή. Παρόλο που αυτή η έννοια μπορεί να φαίνεται ελκυστική, επειδή αποπνέει αίσθηση «δικαιοσύνης», η πρακτική εφαρμογή της απαιτεί ακραίες παρεμβάσεις που καταλήγουν να καταπνίγουν την ελευθερία και την ατομικότητα. Αντίθετα, η ισότητα ευκαιριών αποσκοπεί στο να δοθεί σε όλους η ίδια αφετηρία για να επιτύχουν, ανεξάρτητα από την κοινωνική ή οικονομική τους θέση. Είναι μια έννοια που προωθεί την πρόσβαση στην εκπαίδευση, την εργασία και τη δημόσια ζωή για όλους. Τέλος, η ισότητα ενώπιον του νόμου είναι η πιο βασική και θεμελιώδης αρχή, που εγγυάται ότι όλοι, ανεξαρτήτως κοινωνικής ή οικονομικής θέσης, θα αντιμετωπίζονται το ίδιο από τους νόμους.
Η επιδίωξη της ισότητας των αποτελεσμάτων δεν είναι μόνο ανέφικτη, αλλά και ηθικά προβληματική. Η εφαρμογή της απαιτεί βίαιες παρεμβάσεις για την εξίσωση των υλικών συνθηκών των ανθρώπων, κατά κανόνα εις βάρος της ατομικής ελευθερίας, της φιλοδοξίας και της επιλογής. Τα ιστορικά παραδείγματα από χώρες όπως η Σοβιετική Ένωση και η Κίνα του Μάο δείχνουν ότι η προσπάθεια επιβολής της ισότητας αυτής καταλήγει νομοτελειακά σε αυταρχικά καθεστώτα, ανθρώπινα δεινά και στασιμότητα. Η υπόσχεση για ίσα αποτελέσματα είναι μια ψευδαίσθηση που οδηγεί στη μετριότητα, καταπνίγοντας την ανθρώπινη ελευθερία και προοπτική. Οι άνθρωποι δεν θα είναι ποτέ ίδιοι στις ικανότητες, τα ταλέντα και τις επιδιώξεις τους, και η εξίσωση του τελικού αποτελέσματος προϋποθέτει την καταστολή αυτών των διαφορών. Αντί να δημιουργεί μια δίκαιη κοινωνία, οδηγεί σε μια κοινωνία όπου κυριαρχούν η στασιμότητα, η φτώχεια και η καταπίεση. Επίκαιρα πολιτικά παράγωγα αυτής της αποτυχημένης φιλοσοφίας είναι οι ποσοστώσεις ατόμων με βάση το φύλο, τη φυλή, τη θρησκεία, ή άλλα χαρακτηριστικά σε ψηφοδέλτια, διοικητικά συμβούλια, υπουργεία κλπ.
Από την άλλη πλευρά, η ισότητα ευκαιριών είναι μια ευγενής αλλά ανέφικτη επιδίωξη. Η βασική της αρχή είναι η εξίσωση της αφετηρίας για όλους, ώστε να μπορούν να αξιοποιήσουν τις δυνατότητές τους στο έπακρο. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι πολίτες θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση, βασική υγειονομική περίθαλψη και ευκαιρίες απασχόλησης.
Παρά ταύτα, η μέτρηση της πραγματικής ισότητας ευκαιριών είναι εξ ορισμού αδύνατη. Οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές διαφορές που προκύπτουν σε μία ελεύθερη κοινωνία καθιστούν τον στόχο αυτό μη-υλοποιήσιμο, ενώ τα συστήματα που σχεδιάζονται για να εξασφαλίσουν ίσες ευκαιρίες συχνά αποτυγχάνουν να αντιμετωπίσουν βαθιά ριζωμένες ανισότητες ή ατομικές περιστάσεις που δεν μπορούν εύκολα να εξαλειφθούν. Έτσι, αργά η γρήγορα η προσπάθεια για εξίσωση των ευκαιριών καταλήγει να ωθεί τους υπερασπιστές της προς την ισότητα των αποτελεσμάτων. Παρόλα αυτά, η ιδέα της ισότητας των ευκαιριών παραμένει μία ευγενής επιδίωξη και χρήσιμη πυξίδα για τις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Προάγει την κοινωνική κινητικότητα και την προσωπική ανάπτυξη, συμβάλλοντας στη συνολική ευημερία των ατόμων και των κοινοτήτων.
Η ισότητα ενώπιον του νόμου, όμως, είναι η μόνη πραγματική μορφή ισότητας που μπορεί να εγγυηθεί την ελευθερία και τη δικαιοσύνη. Σε αντίθεση με την ισότητα αποτελέσματος, η ισότητα ενώπιον του νόμου δεν απαιτεί καμία θυσία της ατομικής ελευθερίας. Εγγυάται ότι όλοι οι πολίτες θα αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο από το νομικό σύστημα, ανεξαρτήτως πλούτου, θέσης ή υποβάθρου. Αυτή η αρχή, η οποία αποτελεί τη βάση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, είναι ο πυλώνας της κοινωνικής ειρήνης και του κράτους δικαίου. Η ισότητα ενώπιον του νόμου εξασφαλίζει την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών χωρίς την ανάγκη καταναγκασμού ή κρατικής παρέμβασης που παραβιάζει την προσωπική αυτονομία.
Οι υπέρμαχοι της τελευταίας και πιο βασικής μορφής ισότητας, της ισονομίας δηλαδή, συχνά ξεχνούν ότι οποιαδήποτε πολιτική προωθεί μία από τις άλλες δύο μορφές, συνήθως αυτό γίνεται εις βάρος της. Κάπως έτσι εξασθένησαν τα φιλελεύθερα ένστικτα της δύσης, έχοντας ως ηθικό και πολιτικό μανδύα τις καλές προθέσεις του εξισωτισμού και της ισότητας των ευκαιριών. Πάνω σε αυτές τις δύο ισότητες χτίστηκε το σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο που κυριαρχεί στην Ευρώπη και δοκιμάζεται εδώ και μία δεκαετία από απανωτές κοινωνικές και οικονομικές κρίσεις.