Ύστερα από χρόνια απαξίωσης των φιλελεύθερων λύσεων της αγοράς και διαρκούς επιβάρυνσης της ευρωπαϊκής οικονομίας με υπερβολικούς κανονισμούς, υψηλή φορολογία και παρεμβατισμό, οι Βρυξέλλες αναγνωρίζουν επιτέλους ότι υπάρχει κρίση ανταγωνιστικότητας. Η πρόσφατη «Πυξίδα Ανταγωνιστικότητας» που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι η πιο ηχηρή απόδειξη αυτής της κρίσης, αλλά και την αποδοχή εκ της ηγεσίας της Ένωσης του γεγονότος ότι η ήπειρος πλέον έχει εισέλθει σε μία περίοδο διαχειρίσιμης παρακμής. Όσοι υπερασπίζονται την ελεύθερη αγορά έχουν προειδοποιήσει εδώ και χρόνια ότι το έλλειμμα παραγωγικότητας, η υπερβολική ρύθμιση και η εξάρτηση από επιδοτήσεις θα κόστιζαν ακριβά στην ευρωπαϊκή οικονομία. Τώρα που η ΕΕ μένει αρκετά πίσω από τις ΗΠΑ και την Κίνα, η πολιτική ελίτ αναζητά εναγωνίως λύσεις για να διορθώσει αυτά που η ίδια προκάλεσε.
Η «Πυξίδα Ανταγωνιστικότητας» που παρουσίασε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αποτελεί σιωπηρή παραδοχή αποτυχίας. Η υποτονική οικονομική ανάπτυξη, η αδυναμία καινοτομίας και το υψηλό ενεργειακό κόστος είναι αποτέλεσμα δεκαετιών κρατικοκεντρικού σχεδιασμού. Οι ιθύνοντες των Βρυξελλών έβαλαν σε προτεραιότητα πολιτικά φορτισμένες κλιματικές πολιτικές αντί για τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα, φόρτωσαν τους επιχειρηματίες με τεράστιο ρυθμιστικό βάρος και απέτυχαν να δημιουργήσουν μια πραγματικά δυναμική ενιαία αγορά. Τώρα, για να «θεραπεύσουν» τα δεινά που οι ίδιοι προκάλεσαν, εμφανίζουν ένα ακόμα σχέδιο, όπως έκαναν πριν από δεκαετίες οι κομισάριοι της Σοβιετικής Ένωσης. Μπορούν, όμως, οι ίδιοι αρχιτέκτονες της παρακμής να οδηγήσουν την Ευρώπη σε μια οικονομική «αναγέννηση»;
Η υπερβολική ρύθμιση είναι το πρώτο μεγάλο ζήτημα που επισημαίνεται. Στην «Πυξίδα» αναγνωρίζεται πως ο κανονιστικός καταιγισμός προκαλεί ασφυξία στις επενδύσεις και στα σχέδια ανάπτυξης των επιχειρήσεων. Ωστόσο, αντί να προχωρήσουν σε μια άμεση και ριζική απελευθέρωση της αγοράς από τα δεσμά της γραφειοκρατίας, οι Βρυξέλλες αρκούνται σε θολές υποσχέσεις περί «απλούστευσης» των κανονισμών. Είναι να αναρωτιέται κανείς: γιατί να μη δρομολογηθεί ένα πραγματικά ριζοσπαστικό πρόγραμμα απορρύθμισης, ώστε να ξαναγίνει η Ευρώπη ελκυστικός προορισμός για επενδύσεις;
Η ενεργειακή κρίση, που επίσης αποτελεί καίριο σημείο της Πυξίδας, είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια λανθασμένων επιλογών πολιτικής. Το κείμενο αναγνωρίζει ότι οι ευρωπαϊκές τιμές ενέργειας είναι υψηλότερες από αυτές των διεθνών ανταγωνιστών. Παρ’ όλα αυτά, αντί να αναθεωρηθούν οι επιζήμιες ενεργειακές πολιτικές που ενίσχυσαν την εξάρτηση της Ευρώπης από πανάκριβες ή ασταθείς πηγές, η Επιτροπή επιμένει σε ακριβές «πράσινες» εντολές, που επιβαρύνουν περαιτέρω το κόστος παραγωγής. Την ώρα που οι ΗΠΑ εκμεταλλεύονται φθηνότερες μορφές ενέργειας, η Ευρώπη αυτοτιμωρείται, χάνοντας διεθνή ανταγωνιστικότητα. Τουλάχιστον, καταγράφουμε στα θετικά τη συμπερίληψη της πυρηνικής ενέργειας στο πακέτο των προτεινόμενων λύσεων.
Το μανιφέστο της κ. Φον ντερ Λάιεν ασχολείται εκτενώς και με το έλλειμμα καινοτομίας. Δεν αποτελεί μυστήριο γιατί οι ευρωπαϊκές startup δυσκολεύονται να κλιμακώσουν τις δραστηριότητές τους: η γραφειοκρατία για τη χρηματοδότηση και το venture capital, οι κρατικά κατευθυνόμενες «στρατηγικές» πρωτοβουλίες και ο φοβικός λόγος έναντι του ρίσκου στέλνουν τα λαμπρά μυαλά στο εξωτερικό. Δεν λείπουν μόνο τα κεφάλαια, αλλά και η νοοτροπία μιας πραγματικά ελεύθερης αγοράς που ανταμείβει τη δημιουργικότητα, χωρίς να παρεμβαίνει συνεχώς το κράτος. Μετά από δεκαετίες όπου το πρώτο μέλημα της επιτροπής ήταν η ρύθμιση των αγορών, ουδείς πραγματικά μπορεί να ελπίζει ότι η λύση στο πρόβλημα της καινοτομίας θα έρθει από τις Βρυξέλλες.
Τέταρτο σημείο της πυξίδας ήταν η πολυπόθητη ενιαία αγορά, την οποία το σχέδιο παρουσιάζει σχεδόν ως εφεύρεση της τελευταίας στιγμής. Εδώ και δεκαετίες, φιλελεύθεροι αναλυτές τονίζουν ότι η ΕΕ δεν έχει ολοκληρώσει την πλήρη απελευθέρωση, κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών. Τώρα, στο ίδιο της το έγγραφο, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι όντως παραμένουν εμπόδια. Είναι τουλάχιστον απορίας άξιο πώς χρειάστηκαν τόσα χρόνια για μια αυτονόητη παραδοχή.
Πέμπτο, η γνωστή «ευπάθεια στις εφοδιαστικές αλυσίδες» που εμφανίζεται ως δήθεν αποτυχία της αγοράς, ενώ στην πραγματικότητα τροφοδοτείται από προστατευτικές πολιτικές και κρατικές στρεβλώσεις. Αντί για πολιτικές που στηρίζονται στον ελεύθερο ανταγωνισμό, η ΕΕ επιδιώκει να επαναφέρει με αμφίβολα κίνητρα ή επιδοτήσεις την παραγωγή εντός των συνόρων της, παρακάμπτοντας τους κανόνες οικονομικής αποδοτικότητας και ενθαρρύνοντας κρατικό σχεδιασμό που ιστορικά έχει αποτύχει.
Η πρόσφατη στροφή της Ε.Ε. προς την ανταγωνιστικότητα έρχεται πολύ αργά για τις επιχειρήσεις που έχουν ήδη μεταφέρει τη δραστηριότητά τους αλλού, για τις επενδύσεις που χάθηκαν και για τις θέσεις εργασίας που δεν αποκαταστάθηκαν. Είναι κρίσιμο οι ιθύνοντες στις Βρυξέλλες να αντιληφθούν ότι η υπομονή των πολιτών μειώνεται, την ώρα που βλέπουν το όραμα μιας ευημερούσας, ενωμένης οικονομικής κοινότητας να απομακρύνεται. Η αναστροφή αυτής της πορείας δεν απαιτεί άλλο ένα γραφειοκρατικό σχέδιο, αλλά ισχυρή πολιτική βούληση για έναν ριζικό επαναπροσδιορισμό του ρόλου της Ε.Ε. στην οικονομία. Αντί να προσθέτει νέους κανονισμούς, χρειάζεται ραγδαία κατάργησή τους. Αντί να επιλέγει «νικητές» μέσω επιδοτήσεων, πρέπει να δώσει στους Ευρωπαίους επιχειρηματίες τον απαραίτητο χώρο να καινοτομήσουν. Αντί να επιβάλλει προκάτ λύσεις, η Ε.Ε. οφείλει να εμπιστευτεί την ικανότητα των πολιτών και των εταιρειών της να βρουν δρόμους ανάπτυξης χωρίς γραφειοκρατικά εμπόδια.
Πριν τη δημοσιοποίηση της πυξίδας, οι υπέρμαχοι της ελεύθερης αγοράς διαφωνούσαν με τους ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο ως προς το πρόβλημα όσο και ως προς τη λύση. Τουλάχιστον, μετά την Πυξίδα Ανταγωνιστικότητας διαφωνούμε μόνο με τη λύση. Κάτι είναι κι αυτό.