«Αναβαπτισμένος» μετά την παρ' ολίγον δολοφονία του, αλλά το ίδιο εγωκεντρικός, απρόβλεπτος και επικίνδυνος ο Ντόναλντ Τραμπ, πολλώ δε μάλλον με συνοδοιπόρο στην κάλπη αλλά και «κληρονόμο» τον Τζέι Ντι Βανς. Μονόδρομος πλέον ως όλα δείχνουν η απόσυρση Μπάιντεν από την προεδρική κούρσα, και μία αμερικανική κοινωνία σε περιδίνηση με την απειλή της πολιτικής βίας «παρούσα» και διογκούμενη.
Η Αλεξάνδρα Φιλήνδρα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών και Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι στο Σικάγο, σκιαγραφεί στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη το πολιτικά και κοινωνικά εύφλεκτο τοπίο στις Ηνωμένες Πολιτείες στη σκιά των γεγονότων στην Πενσιλβάνια και εν μέσω της εσωτερικής «θύελλας» στο Δημοκρατικό Κόμμα, μιλώντας για το διακύβευμα μίας προεδρικής κάλπης σαν καμία άλλη με πιθανώς μείζονες παγκόσμιες προεκτάσεις.
Για το μείζον ζήτημα της πολιτικής βίας, η κα Φιλήνδρα αναφέρει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται εν όψει μίας εξαιρετικά δύσκολης περιόδου· ο κίνδυνος είναι σοβαρός και έχει μεγεθυνθεί, η πολιτική ελίτ φοβάται να μιλήσει και να λάβει θέση, και είναι τεράστια η αύξηση στις απειλές που δέχονται οι πολιτικοί. «Το τι θα γίνει είναι άγνωστο, και ειδικά αν είναι πολύ κοντά τα αποτελέσματα σε πολιτείες ή κομητείες που ελέγχονται από τους Ρεπουμπλικανούς» αναφέρει η πανεπιστημιακός, επισημαίνοντας ότι καίριο ζήτημα είναι πως ο Ντόναλντ Τραμπ και οι σύμμαχοί του στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα δεν έχουν δεσμευτεί ότι θα αναγνωρίσουν σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα των εκλογών.
Σημειώνει, επίσης, ότι είναι μεγάλη η ανησυχία αστυνομίας και FBI για το ενδεχόμενο βίαιων διαμαρτυριών κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου των Δημοκρατικών για την επίσημη ανάθεση του χρίσματος τον Αύγουστο στο Σικάγο, ιδίως εάν έως τότε δεν έχει ξεκαθαρίσει η εικόνα με την υποψηφιότητα Μπάιντεν -μολονότι θεωρεί ότι ο Αμερικανός πρόεδρος «θα προτάξει το να αφήσει πίσω του μία θετική κληρονομιά και αν παραιτηθεί τώρα η Ιστορία θα τον δει με πολύ διαφορετικό μάτι ακόμη και αν οι Δημοκρατικοί χάσουν τις εκλογές».
Ας μην σπεύσουμε να προεξοφλήσουμε την έκβαση της κάλπης παρά τη «φόρα» με την οποία δείχνει να κινείται ο Τραμπ, αναφέρει πάντως η Αλεξάνδρα Φιλήνδρα θυμίζοντας ότι δύο εβδομάδες πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2016 όλοι εμφανίζονταν βέβαιοι ότι η Χίλαρι Κλίντον θα περνούσε τις πύλες του Λευκού Οίκου. Πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς θα κινηθεί και ποια μηνύματα θα εκπέμψει η εκστρατεία των Δημοκρατικών το προσεχές διάστημα, και από το εάν η Κάμαλα Χάρις, που εμφανίζεται ως επικρατέστερη για το χρίσμα εφόσον αποσυρθεί ο Τζο Μπάιντεν, θα προλάβει ή θα μπορέσει να ανατρέψει το κλίμα.
Ο Τραμπ είναι ο Τραμπ
Ποια γεύση άφησε η αρχικά μετά βίας ενωτική και εν τέλει κλασικά τραμπική ομιλία κατά την επίσημη αποδοχή του ρεπουμπλικανικού χρίσματος στο πανηγυρικό Συνέδριο του Μιλγουόκι; Τι είναι αυτό που ενώνει, αλλά και διαφοροποιεί τον Τζέι Ντι Βανς από τον Ντόναλντ Τραμπ καθιστώντας τον 39χρονο ανερχόμενο γερουσιαστή του Οχάιο ίσως έως και πιο επικίνδυνο για το αύριο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών;
Ως προς την ομιλία Τραμπ στο βήμα του Μιλγουόκι, η κα Φιλήνδρα επισημαίνει πως ήδη μετά τη δολοφονική απόπειρα είχε προαναγγείλει ότι θα κινηθεί προς πιο ενωτικούς τόνους, και υπήρχαν δύο λόγοι στρατηγικής γι' αυτό: «Ο ένας ήταν ότι με την αναταραχή που επικρατεί ήδη στο μέτωπο των Δημοκρατικών και τις πιέσεις προς παραίτηση Μπάιντεν, δεν είχε σημαντικό λόγο να επιτεθεί σκληρά στον Μπάιντεν δεδομένου ότι μπορεί να μην είναι εκείνος τελικά ο αντίπαλός του. Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι η δολοφονική επίθεση ήταν μία ευκαιρία να προσδώσει έναν περισσότερο ενωτικό χαρακτήρα στο κόμμα αλλά και στον ίδιο στον ως ηγέτη».
Δεν χρειάστηκαν, ωστόσο, περισσότερο από τρία λεπτά για να κάνει την εμφάνισή του ο γνωστός Τραμπ, ενώ ο τρόπος που διηγήθηκε την εμπειρία του από τη δολοφονική απόπειρα έδειχνε ξεκάθαρα τον βαθύ ναρκισσισμό του, αναφέρει. «Ήταν απόλυτα κεντραρισμένος στον εαυτό του και απέδιδε και τις εμπειρίες των υπόλοιπων, χιλιάδων παριστάμενων στην προεκλογική συγκέντρωση μέσα από το δικό του πρίσμα. Δεν είπε ποτέ ότι τις στιγμές εκείνες κινδύνευαν χιλιάδες άνθρωποι, οικογένειες, παιδιά. Πώς αγωνιούσε να βεβαιωθεί για την ασφάλειά τους. Ήταν όλα μέσω του πρίσματος του δικού του εγωισμού. Το ‘εγώ' του Τραμπ», δηλώνει η Αλεξάνδρα Φιλήνδρα, προσθέτοντας ότι σαφώς «αυτό δεν είναι κάτι καινούριο, είναι ο κλασικός Τραμπ».
Μετά τα πρώτα ενωτικά σχόλια ότι θα είναι ο πρόεδρος όλων των Αμερικανών, κατέληξε σε αναμάσημα του μπαράζ κατηγοριών κατά των Δημοκρατικών και των διακηρύξεων που διατυπώνει στις προεκλογικές ομιλίες του. Αυτό που ουσιαστικά συνέβη είναι ότι αντέδρασε στον παλμό που λάμβανε από το ακροατήριο, εξηγεί.
«Παρόλο που παραδοσιακά η ομιλία προς αποδοχή του χρίσματος από το βήμα του Συνεδρίου των Ρεπουμπλικανών απευθύνεται στο ευρύτερο αμερικανικό κοινό και είχε την κάλυψη όλων των μέσων ενημέρωσης ανεξαιρέτως, αυτή η ομιλία δεν ήταν προεδρική. Είχε την ευκαιρία να κάνει ένα ‘restart’ στους κεντρώους, αλλά αυτό δεν είναι συμβατό με τους τραμπικούς ψηφοφόρους και αυτό που ο Τραμπ είδε είναι ότι άρχισαν να χάνουν το ενδιαφέρον τους κατά τη διάρκεια της ομιλίας στον συνεδριακό χώρο, συνεπώς επανήλθε στο γνωστό μοτίβο των μηνυμάτων που δυνάμωσαν το χειροκρότημα», επισημαίνει.
Βγήκε εκτός κειμένου, «ακολούθησε» το ακροατήριο, δεν μπόρεσε να αντισταθεί στα δικά του ένστικτα. Υπό αυτή την έννοια δεν έδειξε περισσότερο «προεδρικός» και ήταν αναμενόμενο, καθώς ο ενωτικός λόγος δεν συμβαδίζει ούτε με το χαρακτήρα, ούτε με την προσωπικότητά του. «Θα ήταν μεγάλη έκπληξη να βλέπαμε τον Τραμπ να μην είναι Τραμπ» αναφέρει η Αλεξάνδρα Φιλήνδρα για να σημειώσει ότι η πιο ενδιαφέρουσα και άκρως ανησυχητική στιγμή του συνεδρίου ήταν ο υποψήφιος αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς και η ομιλία του.
Ο επικίνδυνος εθνικισμός του Τζέι Ντι Βανς
Ο ανερχόμενος γερουσιαστής του Οχάιο εκφέρει έναν λαϊκιστικό και εθνικιστικό λόγο που δεν είθισται να εκφράζεται πολιτικά στις Ηνωμένες Πολιτείες και αυτό φοβίζει για το μέλλον, υπογραμμίζει η καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών και Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι στο Σικάγο. «Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα ήταν ανέκαθεν συντηρητικό άλλα παραδοσιακά δεν ήταν ένα κόμμα εθνικιστικό, και ο λόγος αυτός εκπέμπει ξεκάθαρα εθνικιστικούς τόνους», υπογραμμίζει.
Ο Τραμπ είναι το «εγώ» και ο λόγος του συγκεχυμένος και άτσαλος, ενώ ο Βανς φέρει πίσω του ιδεολογία, δομημένη ρητορική, ένα πτυχίο Νομικής από το Γέιλ και επιχειρήματα. Υπό αυτή την έννοια, και σε συνάρτηση με το γεγονός ότι είναι ένας εξαιρετικά κυνικός πολιτικός με δίψα για την εξουσία -όπως απέδειξε και η μεταστροφή του από αντιτραμπικό σε υπέρμαχο και εν τέλει υποψήφιο αντιπρόεδρο, τον καθιστά πιο επικίνδυνο, σύμφωνα με την κα. Φιλήνδρα.
Εμβαθύνοντας, η πανεπιστημιακός επισημαίνει πως ο Τζέι Ντι Βανς εκφράζει έναν λαϊκιστικό λόγο που δεν αντιστοιχεί ούτε στο προφίλ του, ούτε στην επαγγελματική του εμπειρία. Ο Βανς έχει γίνει γνωστός ως συγγραφέας του αυτοβιογραφικού διηγήματος Hillbilly Elegy (Το τραγούδι του Χιλμπίλη) με επίκεντρο τη φτώχεια και τα προβλήματα των μη προνομιούχων σε μία από τις πιο υποβαθμισμένες ζώνες των ΗΠΑ, τα Απαλάχια Όρη.
«Το βιβλίο και η πραγματική ζωή του Τζέι Ντι Βανς δεν είναι ακριβώς συμβατά με την κουλτούρα που αντικατοπτρίζει ο τραμπισμός. Δείχνει όμως ότι προκειμένου να λάβει την εξουσία και να ανέλθει στην προεδρία, και γι’ αυτό έχει πολύ χρόνο μπροστά του, είναι διατεθειμένος να πει και να κάνει ότι οτιδήποτε», εκτιμά η ίδια. Και φυσικά αυτό φοβίζει για το αύριο των Ρεπουμπλικανών που έχουν μεταμορφωθεί ήδη σε ένα αμιγώς τραμπικό κόμμα, τις ίδιες τις ΗΠΑ, τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα και τα δικαιώματα των γυναικών, τους δημοκρατικούς θεσμούς και τις σχέσεις με εταίρους και συμμάχους δεδομένου ότι ο Βανς είναι εκφραστής του απομονωτισμού και οι θέσεις του συνοψίζονται στο ότι οι Αμερικανοί θα πρέπει να ασχολούνται με τους Αμερικανούς, σημειώνει η κα Φιλήνδρα.
Ένα σημείο στο οποίο στέκεται ιδιαίτερα είναι οι αναφορές Βανς στην ομιλία του στο Συνέδριο των Ρεπουμπλικανών, όταν επί της ουσίας έκανε διαχωρισμό μεταξύ της ελευθερίας του λόγου για τους Αμερικανούς πολίτες και της ελευθερίας του λόγου για τους μετανάστες στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Ξεκίνησε την ομιλία λέγοντας ότι οι ΗΠΑ είναι μία χώρα στην οποία πρέπει να προστατεύσουμε την ελευθερία του λόγου, και αμέσως μετά είπε ότι οι μετανάστες που έρχονται στη χώρα μας όμως δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα, θα είναι εδώ με βάση τους κανόνες που εμείς θέτουμε. Υπάρχουν δηλαδή δύο μέτρα και δύο σταθμά. Εμείς και οι μετανάστες. Υπάρχει η ελευθερία του λόγου, αλλά δεν είναι και ‘απαραίτητη’ για όλους. Παλαιότερα έχει δηλώσει ότι οι καθηγητές, οι πανεπιστημιακοί είναι οι εχθροί μας»...
Αναμένοντας την απόσυρση Μπάιντεν
Στο Δημοκρατικό Κόμμα την ίδια στιγμή οι πιέσεις προς τον Τζο Μπάιντεν να αποχωρήσει από την κούρσα επανεκλογής έχουν κορυφωθεί σε βαθμό που η απόσυρσή του δείχνει πλέον έως αναπόφευκτη, αν και η τελική απόφαση ανήκει στον ίδιο. Επ’ αυτού, η κα Φιλήνδρα επισημαίνει ότι υπάρχει πλέον φόβος απώλειας και του ελέγχου της Γερουσίας, σημειώνοντας ότι η εικόνα είναι άκρως ανησυχητική σε παραδοσιακά δημοκρατικές πολιτείες όπως η Μινεσότα, μέχρι ακόμη και τη Νέα Υόρκη.
«Ο Μπάιντεν είναι πάρα πολύ απομονωμένος, και βασίζεται κυρίως στην σύζυγό του και την οικογένειά του για τις αποφάσεις που λαμβάνει, αλλά φαίνεται πλέον ότι σιγά-σιγά η εξωτερική πραγματικότητα μπαίνει μέσα σε αυτή τη ‘φούσκα’ και απ’ ότι φαίνεται οδεύει προς παραίτηση από την υποψηφιότητα» δηλώνει η Αλεξάνδρα Φιλήνδρα, αναφέροντας πως το επικρατέστερο σενάριο είναι να παραδώσει τη σκυτάλη στην Κάμαλα Χάρις.
«Όλα εξαρτώνται από τον ίδιο τον Μπάιντεν, διότι αυτή τη στιγμή διαθέτει κάπου 250 εκατομμύρια δολάρια σε προεκλογική καμπάνια, και εκείνος μπορεί να επιλέξει σε ποιον θα τα ‘δώσει’. Μπορεί θεωρητικά να τα διαθέσει σε οποιονδήποτε και οι Δημοκρατικοί να επιλέξουν την όποια διαδικασία για να καταλήξουν σε κάποιον υποψήφιο, όμως αν δεν κινηθούν με την Χάρις σίγουρα θα ακολουθήσει μία περίοδος χαοτική, κάτι το οποίο δεν συμφέρει εκλογικά το κόμμα», επισημαίνει η πανεπιστημιακός του Ιλινόι -εκεί όπου διεξαχθεί τον Αύγουστο το Συνέδριο των Δημοκρατικών για την επίσημη απονομή του προεδρικού χρίσματος.
«Τώρα, είναι η Χάρις έτοιμη να ξεκινήσει μία καμπάνια στα τέλη Ιουλίου που πρέπει να αναδείξει την ίδια;», λέει η κα Φιλήνδρα. Θα φανεί στην πορεία, αναφέρει επισημαίνοντας πως θα ήταν πολύ διαφορετική η κατάσταση εάν είχε λάβει το χρίσμα νωρίτερα. «Στα τέσσερα χρόνια της αντιπροεδρίας της η Κάμαλα Χάρις δεν έχει δημιουργήσει σοβαρές έριδες, την έχουν κρατήσει στο απυρόβλητο κάπως. Δεν έχει ένα έργο και δεν έχει μία παρουσία πιο σοβαρή, και αυτό δεν ξέρουμε εν τέλει εάν βοηθήσει ή όχι», αναφέρει.
Ένα στοιχείο που σημειώνει, πάντως, είναι ότι μετά τις εκλογές του 2020 είχαν υπάρξει πολλά δημοσιεύματα περί σειράς προβλημάτων οργανωτικού χαρακτήρα στους κόλπους της ομάδας της αντιπροέδρου, δηλαδή ως προς τη διοίκηση του επιτελείου της. «Κατά την περίοδο εκείνη παρουσιαζόταν ένα προφίλ ανάλογο με τις αναφορές που είχαν υπάρξει για την Χίλαρι Κλίντον για ζητήματα διοίκησης. Αυτό που λεγόταν και για την Κλίντον το 2016 ήταν ότι δεν άκουσε τους ανθρώπους από τις πολιτείες του Ουισκόνσιν και του Μίσιγκαν που προειδοποιούσαν ότι υφίστανται ζητήματα και χρειάζονται προεκλογικά κονδύλια. Άκουγε μόνο τους δικούς της συμβούλους, και τελικά είχαμε την έκβαση που είχαμε», αναφέρει.
Επισημαίνει, επίσης, πως εφόσον είναι η Κάμαλα Χάρις εκείνη που θα δώσει τη μάχη σε περίπτωση απόσυρσης Μπάιντεν, ιδιαίτερο βάρος θα έχει το πρόσωπο που θα επιλέξει ως υποψήφιο αντιπρόεδρο. Για τη θέση ακούγονται η κυβερνήτης του Μίσιγκαν Γκρέτσεν Γουίτμερ, ο κυβερνήτης της Πενσιλβάνια Τζος Σαπίρο -αμφότερες κρίσιμες πολιτείες- καθώς και ο γερουσιαστής της Αριζόνα Μαρκ Κέλι, όμως αυτή τη στιγμή πρόκειται μόνο για υποθέσεις, αναφέρει η κα Φιλήνδρα.
Στο αν η παρούσα εικόνα μπορεί να αναστραφεί, η ίδια λέει πως ο Τραμπ δεν είναι ένας πανίσχυρος υποψήφιος, οι Δημοκρατικοί εξακολουθούν να διαθέτουν μεγάλα ποσά σε προεκλογική καμπάνια, πολλά θα εξαρτηθούν από το ποιον θα επιλέξει για την αντιπροεδρία η Χάρις, πώς θα συνεχιστεί η εκστρατεία και ποια μηνύματα θα εκπέμψει.
«Ένα από μεγαλύτερα 'μείον' του Τραμπ είναι το περίφημο Project 2025 του Haritage Foundation, ένα πλάνο στο οποίο παραθέτουν τι θέλουν από την επόμενη προεδρία Τραμπ και είναι ένα κείμενο που μόνο Τζορτζ Όργουελ θα μπορούσε να το φανταστεί», λέει η Αλεξάνδρα Φιλήνδρα. Πέραν των γνωστών ζητημάτων των αμβλώσεων και των δικαιωμάτων των γυναικών, η ίδια επισημαίνει πως και λόγω επαγγέλματος αυτό που την έχει θορυβήσει ιδιαίτερα, μεταξύ πολλών άλλων, είναι η πρόταση για τη δημιουργία τηλεφωνικών γραμμών στις οποίες πολίτες θα καλούν ή θα στέλνουν μηνύματα για να καταδίδουν επί της ουσίας στην κυβέρνηση καθηγητές και πανεπιστημιακούς για το ακαδημαϊκό τους έργο. Και αυτό στην Αμερική του σήμερα. Η ιδέα ξεκίνησε με πρώτη στόχευση καθηγητές που ασχολούνται με το ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής...