Ευρώπη: Ένα μεγάλο ναρκοπέδιο για επενδύσεις, καινοτομία και βιομηχανία
Shutterstock
Shutterstock
Α. Γιακουμέλου

Ευρώπη: Ένα μεγάλο ναρκοπέδιο για επενδύσεις, καινοτομία και βιομηχανία

Τα εμπόδια για την ανάπτυξη της βιομηχανίας, των επενδύσεων και των τεχνολογικών εταιρειών στην Ευρώπη αναλύει σε συνέντευξή της στο Liberal και τον Νικόλα Ταμπακόπουλο, η καθηγήτρια Αναστασία Γιακουμέλου. Η ίδια μιλάει για τη νέα κανονικότητα των εμπορικών πολέμων, τις προκλήσεις για την Ευρώπη σε περίπτωση εκλογής Τραμπ και την αναγκαιότητα ριζικών μεταρρυθμίσεων για να σταθεί στα πόδια της.

Η αύξηση της ανταγωνιστικότητας, η έκρηξη της καινοτομίας και η εκτόξευση της ψηφιακής τεχνολογίας παραμένουν ευσεβείς πόθοι και στόχοι, δίχως όμως να γίνονται τα αντίστοιχα ουσιαστικά βήματα. Οι δημόσιοι πόροι είναι ανεπαρκείς. Είναι η Ευρώπη ελκυστική για τα ιδιωτικά κεφάλαια;

Η Ευρώπη έχει δύο κυρίαρχα εμπόδια σε αυτό το κομμάτι. Πρώτον, παραμένει ένα αυστηρό και μη ευέλικτο, σε σύγκριση τουλάχιστον με τους άμεσους ανταγωνιστές μας, νομοθετικό τοπίο. Δεύτερον, είμαστε πολλές εθνικές αγορές τοποθετημένες σε μία προσπάθεια ενιαίας αγοράς, που παραμένει όμως μακριά από την πραγματικά ενιαία αγορά των ΗΠΑ για παράδειγμα.

Θα σας δώσω κάποιες πρακτικές λεπτομέρειες προς διευκρίνιση αυτών των δύο σημείων. Η επιχειρηματικότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη νομοθετική ευελιξία και αποτελεσματικότητα. Όταν στην Ιταλία, την Ελλάδα ή τη Γαλλία, για να μιλήσω για αγορές που γνωρίζω εκ των έσω σε έναν καλό βαθμό, σε περίπτωση διαμάχης μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου ή σε περίπτωση διαμάχης μεταξύ μετόχων μιας εταιρείας χρειάζονται 4 με 7 έτη για την τελική επίλυση, ουσιαστικά ένας κεφαλαιούχος ερμηνεύει το σύστημα ως ένα σύστημα που δεν μπορεί να προστατεύσει τα δικαιώματα καμίας πλευράς επαρκώς και με αποδοτικό τρόπο. Το ίδιο ισχύει για την ίδρυση μιας εταιρικής οντότητας και το φορολογικό σύστημα.

Πρόσφατα μιλούσα με τον Πρόεδρο του Ιταλικού Συλλόγου Ορκωτών Λογιστών, στον οποίο έθεσα δύο ερωτήσεις. Πώς γίνεται, ούσα επαγγελματίας, ορκωτή λογίστρια και ακαδημαϊκός επί του θέματος η ίδια, να συναντώ τέτοιο βαθμό δυσκολίας να αποκωδικοποιήσω τους κανονισμούς στο 100%; Η δεύτερη ερώτηση ήταν προκλητική και υπεραπλουστευτική, αλλά η απάντηση θα σας πει όσα χρειάζεται να κατανοήσουμε.

Σε περίπτωση που είχα σχεδόν ατελείωτη κεφαλαιακή διαθεσιμότητα και την επιθυμία να καλύψω νομικά κάθε υπάρχουσα υποχρέωση και μελλοντική νομική ευθύνη, είναι εφικτό; Η απάντηση ήταν αρνητική. Έχουμε τόσους νόμους και διατάξεις που σήμερα λειτουργούμε σε ένα σχεδόν παρανοϊκό σύστημα, με απολύτως δυνατό το σενάριο η συμμόρφωση σε ένα σημείο να οδηγεί σε έλλειψη συμμόρφωσης με άλλο…

Στο δεύτερο κομμάτι που αφορά την ιδέα της ενιαίας οικονομίας, δεν είναι τυχαίο που σε κάθε σύνοδο του ευρωπαϊκού συμβουλίου η ενδυνάμωσή της παραμένει σταθερό σημείο συζήτησης. Όταν εκείνα τα παιδιά του tech (πάντα έτσι μας παρουσιάζονται) στις ΗΠΑ έχουν μία δυνατή ιδέα, μπροστά τους θα βρουν τρεις συμμάχους, που οι Ευρωπαίοι δεν έχουν: μία δυνητική αγορά περίπου 330 εκατομμυρίων ανθρώπων, μία ενιαία χρηματαγορά και μία κουλτούρα γεννημένη για την επιχειρηματικότητα που θα τους πει «Μπορείς να το κάνεις. Αν υπάρχουν εμπόδια, είναι δευτερεύοντα και ξεπερνιούνται για μία δυνατή ιδέα». Στην Ευρώπη θα πρέπει να αντιμετωπίσουν κάθε αγορά ως ξεχωριστή αγορά, με τις δικές της νομοθεσίες, με ξεχωριστή εταιρική μορφή πιθανώς για να εδραιώσεις παρουσία, και με νοοτροπία προς την επιχειρηματικότητα που πηγαίνει από το «Η ιδέα είναι τρελή και για γέλια» μέχρι το «Είναι καλή ιδέα, ΑΛΛΑ. Καλή τύχη με το βουνό των αλλά».

Δεν είμαστε αυτήν τη στιγμή οι πιο ελκυστικοί στόχοι για το ιδιωτικό κεφάλαιο, θα ήταν περίεργο να είμαστε με την αντιμετώπιση που έχουμε προς αυτό. Αναμένετε μεταβολές στις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις ΗΠΑ και την Κίνα, που σήμερα λειτουργούν εις βάρος της ευρωπαϊκής βιομηχανικής παραγωγής;  

Είναι οι δύο κυρίαρχοι συνομιλητές μας σε νούμερα. Το 2020, για την ακρίβεια, η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ στα ισοζύγια που αφορούσαν τα προϊόντα, με τις ΗΠΑ να παραμένουν ο πρώτος μας εταίρος όταν προσμετράμε τις υπηρεσίες και τις επενδύσεις. Αναμένω σίγουρα μεταβολές αναπόφευκτες δεδομένης της τροχιάς που έχουν οι επί μέρους οικονομίες. Αυτές οι μεταβολές, ωστόσο, θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη του πολιτικού σκηνικού τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ σύντομα.

Η ΕΕ δεν παρουσιάζει το μακροπρόθεσμο όραμα και τη διαπραγματευτική δύναμη που θα έπρεπε, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Για κάθε πρόβλημα η ευρωπαϊκή λύση συνήθως είναι η τιμωρητική νομοθεσία. Στον τομέα των οικονομικών μας σχέσεων, η πραγματική λύση δεν είναι η «θεραπεία» αλλά η «πρόληψη», κατά την προσωπική μου άποψη. Η περίσταση που ανέδειξε αυτή την οπτική ήταν η πρόσφατη σύγκρουση με τον αγροτικό τομέα, όπου για ακόμη μια φορά είδαμε το δέντρο και όχι το δάσος.

Προ ημερών είχατε γράψει ότι η Δύση βρίσκεται στη φάση όπου η μπάντα συνεχίζει να παίζει, όσο ο Τιτανικός παρουσιάζει κλίση 65 μοιρών στη μέση του Ατλαντικού Ωκεανού. Θέλετε να μας αναλύσετε αυτήν την αναφορά σας, που δημιουργεί έναν ενοχλητικό «θόρυβο», μέσα στην κυρίαρχη θερινή ραστώνη;

Βρισκόμαστε σε ένα σημείο της ιστορίας μας που με αναγκάζει να είμαι σκεπτική και απαισιόδοξη για το μέλλον. Όποιος έχει παιδιά, ειδικά σε μικρή ηλικία, βιώνει πιθανώς πιο έντονα αυτήν την τάση να κοιτάς τον ορίζοντα. Ξέρω ότι, έχοντας έναν γιο 6 ετών, όταν σκέφτομαι τι είδους κοινωνία θα βρει για να γίνει ένας καλός και χαρούμενος ενήλικας, τι οικονομία για να μπορεί να γίνει ένας παραγωγικός, αυτόνομος πολίτης και τι διεθνή ατμόσφαιρα για να ζήσει την εμπειρία που είχα εγώ και η γενιά μου, δεν αισθάνομαι ήρεμη, δεν έχω εκείνη τη θετική προδιάθεση των προηγούμενων γενεών προς το μέλλον.

Η γενιά μου, των millennials, είναι –όχι τυχαία– και η γενιά με τη χαμηλότερη συμμετοχή στον γάμο και τη γέννηση νέου πληθυσμού, γιατί είμαστε μια γενιά που θεωρεί ότι τα παιδιά μας θα ζήσουν σε συνθήκες χειρότερες από τις δικές μας. Πώς πρέπει να αισθανόμαστε όταν βλέπουμε το οικονομικό τρένο να φεύγει; Κοινωνικά θέματα, από την πιστοποιημένη κρίση ψυχολογικής υγείας του γενικού πληθυσμού μέχρι τη μετανάστευση και τις κοινωνικές ισορροπίες, να εργαλειοποιούνται αντί να αντιμετωπίζονται; Πώς πρέπει να εκλάβουμε τις διεθνείς ισορροπίες, στις οποίες συνεχίζουμε να κάνουμε τον παρατηρητή και κομπάρσο;

Ναι, βλέπω μια Δύση αποπροσανατολισμένη και έρμαιο. Βλέπω έναν δημόσιο διάλογο που ασχολείται με τους τύπους και όχι την ουσία. Βλέπω μία αποστροφή προς τη δημόσια σφαίρα των πραγματικά ικανών και, ακόμη πιο τραγικά, παρατηρώ μία σταδιακή γενική αποστασιοποίηση και απομόνωση των ανθρώπων, ως μηχανισμό άμυνας σε ένα περιβάλλον με το οποίο έπαψαν να ταυτοποιούνται και να εμπιστεύονται. Μεγαλώσαμε με κάποιες σταθερές, τα παιδιά της Δύσης τουλάχιστον, που καταρρέουν μία προς μία, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά.

Θα θίξω το θέμα που ξέρω ότι γεννάει τις πιο έντονες διαμάχες, δεδομένου της ιστορίας τους που παρουσιάζει μελανά σημεία, αλλά παραμένει ο ελέφαντας στο δωμάτιο. Ποιος θα φανταζόταν ότι ο δυτικός ρυθμιστής, οι ΗΠΑ, θα κατέληγε ένα κακόγουστο ανέκδοτο σε μία τόσο κρίσιμη στιγμή; Πρώτη φορά στην ιστορία τους, τα τελευταία χρόνια έκλεισαν 7 διπλωματικές τους παρουσίες ανά τον κόσμο, γιατί οι εχθροί χτυπάνε όταν ξέρουν ότι είσαι αδύναμος. Και εμείς σήμερα συζητάμε αν αυτό το μαμούθ των ΗΠΑ, με όσα σημαίνει για την ΕΕ, αν θα κυβερνηθεί από τον απορρυθμιστικό παράγοντα Trump.

Θα ήθελα να σας ρωτήσω για τις αμερικανικές εκλογές. Μετά την απόπειρα δολοφονίας του Τραμπ και παρά την είσοδο της Χάρις στο προσκήνιο, ο πρώην πρόεδρος εμφανίζεται ως φαβορί. Αποτελεί απειλή για την ευρωπαϊκή βιομηχανία και οικονομία η επανεκλογή του;

Θεωρώ ότι η επανεκλογή Trump ήταν ήδη ένα πολύ δυνατό σενάριο, δεδομένου του φιάσκο που παρουσίασαν οι δημοκρατικοί, πριν την απόπειρα. Όπως επίσης κρίνω εξίσου αποφασιστικού αντίκτυπου την επιλογή του Vance ως προτεινόμενου αντιπροέδρου. Το δεύτερο έφερε στο προσκήνιο, ωστόσο, και πολλές νέες πιθανές συνέπειες της επανεκλογής για την Ευρώπη. Ζήσαμε μια θητεία του και λάβαμε δείγμα των τραμπικών θέσεων ως προς τις σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και του ευρωπαϊκού μπλοκ, άμεση απόρροια της γενικότερης εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής ατζέντας του Trump.

Εντός ευρωπαϊκών κύκλων είναι ήδη μάθημα ότι η εξάρτηση από τις ΗΠΑ επιφέρει πλέον υψηλά ρίσκα, πρωτίστως γιατί άλλαξε το παγκόσμιο σενάριο αλλά και γιατί άλλαξε το DNA που παραδοσιακά είχαν οι ΗΠΑ ως ρυθμιστής για εμάς. Ακόμη και στο σενάριο επανεκλογής της Χάρις, η Ευρώπη ξέρει ότι δεν μπορεί να ποντάρει στην αμερικανική στήριξη που είχε απολαύσει στο παρελθόν, ούτε σε μορφή ούτε σε κλίμακα που αυτή θα εμφανίσει.

Ο λόγος, λοιπόν, που εμμένω στην επιλογή του Νούμερο 2 του Trump αφορά το μήνυμα που θέλει να περάσει με αυτήν την απόφαση. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Vance υπήρξε αυστηρά επικριτικός –πέραν των ορίων του προσβλητικού, αποκαλώντας τον την αμερικανική εκδοχή του Χίτλερ– με τον Trump. Επίσης, να σημειωθεί ότι αυτή η επιλογή μπορεί να εμφανίζεται παράδοξη αλλά είναι ιδιαιτέρως έξυπνη στρατηγικά, για τους ίδιους λόγους που εξυπηρετεί ένας υποψήφιος όπως ο Vance. Είναι ένας πολιτικός με πολύ δυνατό λόγο, λαϊκό προφίλ, λαμπρό δείγμα του διαχρονικού American dream που έφτασε σε σοβαρή επιτυχία επιχειρηματική έχοντας αφετηρία ένα τραγικό οικογενειακό περιβάλλον.

Ο Vance επέδειξε υψηλή ικανότητα debate στα χρόνια του στη γερουσία, ενώ παρεκκλίνει από το επικοινωνιακό στυλ του τραμπικού πυρήνα. Έχει ξεκάθαρες θέσεις, όχι φιλικές –να το θέσω με έναν ευφημισμό– θέσεις προς την Ευρώπη, που παρουσιάζει ως έναν φτωχό συγγενή σε μόνιμη ανάγκη στήριξης από τον αμερικανό κηδεμόνα. Απομακρυνόμαστε από το θεατράλ και όχι πάντα ειλικρινές πολιτικό σκηνικό στο οποίο μας συνήθισαν οι Ρεπουμπλικάνοι του Trump.

Οι δημοκρατικοί, όμως, είχαν ήδη χάσει τα λαϊκά στρώματα και αυτή η τάση δείχνει να εδραιώνεται. Η νέα πρόταση προκάλεσε τις ευρωπαϊκές αντιδράσεις που καταγράφηκαν γιατί, μαζί με τη συναισθηματική επίκληση που έδωσε ως ασίστ στους Ρεπουμπλικανούς η απόπειρα δολοφονίας και τις αυξημένες πιθανότητες εκλογής, μας υπογράμμισε ένα λιγότερο θολό πολιτικό πρόγραμμα μιας νέας κυβέρνησης Trump (υπάρχει όντως ήδη εκτενής εκτελεστική ατζέντα για τις πρώτες 180 μέρες διακυβέρνησης).

Το τοπίο ξεκαθάρισε αλλά οι αγορές δεν χάρηκαν γιατί η αβεβαιότητα έδωσε θέση σε κακές βεβαιότητες. Η Ευρώπη θεωρείται βάρος για τις ΗΠΑ, οι οποίες θέτουν στην κορυφή της ατζέντας την Κίνα σε διπλωματικό (Ταϊβάν και γενικός αναπροσανατολισμός για αμυντικές δαπάνες) και οικονομικό επίπεδο. Πού μας αφήνει μια ξαφνική αποδυνάμωση της σχέσης ΝΑΤΟ-Ευρώπης; Τι σημαίνει μια αποεπενδυση από την Ουκρανία; Ήρθε η ώρα να μετατοπιστούμε στις ιστορικές μας συμμαχίες; Πονάνε τα διαζύγια μετά από τόσο μακροχρόνιους γάμους, γιατί σπάνια είναι επιθυμητά και από τα δυο εμπλεκόμενα μέρη…Αν ο υβριδικός πόλεμος που επικαλούνται τόσοι αναλυτές είναι κατά κύριο λόγο ενάντια στη Δύση, ποια είναι τελικά αυτή η Δύση και τι συμβαίνει αν δε λειτουργεί ως ένα;

Λίγες ημέρες πριν από τις ευρωεκλογές του Ιουνίου, στη συνέντευξη σας στο liberal μας είχατε παρουσιάσει την εικόνα της ευρωπαϊκής οικονομίας και την υποχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη διεθνή οικονομική και γεωπολιτική σκακιέρα. Πως είδατε τα πολιτικά αποτελέσματα; Έχουν συνειδητοποιήσει οι πολίτες το πού βρισκόμαστε; Έχουν ακούσει οι πολιτικοί το καμπανάκι του κινδύνου;

Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών έδωσαν, θεωρώ, δύο ξεκάθαρες ενδείξεις. Η πρώτη ήταν ότι ο μέσος ευρωπαίος πολίτης δεν είναι ευχαριστημένος με το πού βρισκόμαστε. Το αν έχει αντιληφθεί αντικειμενικά τις παρούσες συνθήκες είναι μία διαφορετική συζήτηση, γιατί θεωρώ ότι το κλίμα εντός ΕΕ αυτή τη στιγμή είναι ιδιαίτερα συναισθηματικά φορτισμένο. Η μεγάλη μερίδα πολιτών χρησιμοποίησε αυτό που αποκαλούμε «αρνητική ψήφο» και όχι την παραδοσιακή ψήφο στήριξης. Η εμπειρία έχει δείξει ότι τα πιστεύω σε συλλογικό επίπεδο μετακινούνται με αργούς ρυθμούς, οπότε είναι χαμηλή η πιθανότητα να είχαμε τόσο σημαντική μετατόπιση εντός του φάσματος. Αυτό που καταγράφηκε ήταν μία έντονη δυσφορία με τις τρέχουσες πολιτικές.

Στον αντίποδα βλέπω την πολιτική σκηνή της ηπείρου, με την τάση να αναδεικνύεται ίδια και στις πρόσφατες γαλλικές εκλογές με τις στρατηγικές που εφαρμόστηκαν. Παρατηρώ μία πολιτική σκηνή αυτοαναφορική και ναρκισσιστική, δυστυχώς, αναφερομένη εν προκειμένω σε όλους τους πολιτικούς χώρους. Το διάσημο ρολόι που πλησιάζει τα μεσάνυχτα παραμένει αόρατο, αν κρίνω από τις εξελίξεις.

Οι αλλαγές στους πολιτικούς συσχετισμούς που καταγράφηκαν στις ευρωεκλογές, καθώς και εξελίξεις στη Γαλλία, είναι δυνατόν να ανατρέψουν τους δημοσιονομικούς κανόνες και τις δημοσιονομικές ισορροπίες εντός της Ευρωζώνης; Ειδικά όταν ανάμεσα στις επτά χώρες  που έχουν ξεπεράσει την  κόκκινη γραμμή του 3% για το έλλειμμά τους, βρίσκονται τόσο η Γαλλία, όσο και η Ιταλία. Είναι ο δημοσιονομικός «κορσές» αρκετά ισχυρός; Μπορεί να σπάσει;

Σε κεντρικό επίπεδο, νομίζω ότι θα έχουμε έναν αναγκαστικό συμβιβασμό των διάφορων πολιτικών τάσεων, που θα επέλθει λόγω της ανάγκης συμφιλίωσης σχηματισμών με βαθύτατα αντικρουόμενες οικονομικές ατζέντες. Σε ένα αισιόδοξο σενάριο, θα έχουμε έναν επαναπροσδιορισμό προτεραιοτήτων που θα λειτουργήσει θετικά για την ενιαία οικονομία. Σε ένα απαισιόδοξο σενάριο, θα έχουμε αποπροσανατολισμό και ακυβερνησία, αν δε βρεθούν χρυσές τομές. Οι πιθανότητες δεν είναι χαμηλές για κανένα σενάριο.

Σε εθνικό επίπεδο, είναι διαφορετικό το τοπίο και είναι αναγκαίο να μιλήσουμε σε μεμονωμένο πλαίσιο. Η Γαλλία πιστεύω πως θα διανύσει μία μεγάλη εσωτερική κρίση και ένα διάστημα εντάσεων, δεν είμαι αισιόδοξη. Να σημειωθεί ότι δεν θα είχα διαφορετική πρόβλεψη στο σενάριο εκλογής Le Pen. Τα άκρα, η έλλειψη συνοχής, σταθερότητας και στιβαρής ηγεσίας δεν οδηγούν ποτέ σε καλά αποτελέσματα, ακόμη λιγότερο όταν μια χώρα βρίσκεται σε σημείο καμπής. Είναι απίθανο, αν και ελπίζω όχι αδύνατον, να σχηματιστεί αποτελεσματική κυβέρνηση.

Παραμένει, όπως και να έχει, αγκάθι ότι ο Macron αφήνει πίσω του πολιτικά συντρίμμια, δίνοντας φωνή και παρουσία σε πολιτικές μορφές χαμηλής ποιότητας και επικίνδυνων θέσεων. Η Ιταλία βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα. Έχει μία ηγεσία που, αν μη τι άλλο, μπορεί να στηρίξει πολιτικές με τις έδρες που ελέγχει. Οι Ιταλοί βγαίνουν από ένα διάστημα δημοσιονομικής ασυδοσίας και χάους που επικράτησε με την κυβέρνηση 5 Stelle, που σε αρκετά σημεία τακτοποιείται αυτή την περίοδο. Σε συνδυασμό με κάποιες εύφορες –όχι κοσμογονικές– προσεγγίσεις, τόσο για την εσωτερική βιομηχανική παραγωγή και καινοτομία όσο και για την επένδυση, έχουν μία οικονομία λιγότερο εκρηκτική και μια κοινωνία που δεν παρουσιάζει τις γαλλικές εντάσεις.

Τέλος τι πιστεύετε για τη νέα γαλλική κυβέρνηση που θα σχηματιστεί. Το αποτέλεσμα των εκλογών απειλεί την ευρωπαϊκή και γαλλική οικονομία;

Η Γαλλία ήταν, είναι και θα παραμείνει ένα τεράστιο κομμάτι της ΕΕ, λόγω πληθυσμού, λόγω μεγέθους οικονομίας (και χρέους, βεβαίως), λόγω ιστορίας, λόγω ειδικού βάρους εντός των ευρωπαϊκών οργάνων. Είναι τεχνικά αδύνατον να θεωρήσουμε ότι οι εσωτερικές εξελίξεις της χώρας θα αφήσουν παγερά αδιάφορη την Ένωση ή δε θα την επηρεάσουν. Η απάντηση στην ερώτησή σας δεν είναι εύκολη, γιατί πρώτα θα πρέπει να προσδιορίσουμε τα βασικά: ποια ακριβώς θα είναι η γαλλική κυβέρνηση.

Αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι θα έχουμε να κάνουμε με κυβέρνηση συνεργατική. Το άλλο δεδομένο που έχουμε είναι ότι κανένας πιθανός σχηματισμός δεν έχει ενιαία και δυνατή ατζέντα, με κερασάκι στην τούρτα μία αντιπολίτευση που θα κάνει τη ζωή δύσκολη, λόγω θεμελιωδών διαφορών στα πιστεύω και τους στόχους, στην εκάστοτε κυβέρνηση. Η στροφή του Προέδρου που αποχωρεί προς τη σκληροπυρηνική γαλλική αριστερά δεν θα κάνει χάρες στην οικονομία και ήδη δημιουργεί πολλαπλά ερωτηματικά ως προς την εξωτερική πολιτική και τις θέσεις που μέχρι τώρα στήριξε η Γαλλία.

Υπάρχουν αυτοί που υποστηρίζουν ότι η κήρυξη πρόωρων εκλογών στη Γαλλία ήταν μία ορθή κίνηση, διότι με το πέρασμα του χρόνου θα παρατηρούσαμε περαιτέρω ενδυνάμωση της ακροδεξιάς. Ο δικός μου προβληματισμός οφείλεται στις μεμονωμένες πολιτικές ατζέντες των σχηματισμών, εκ των οποίων ούτε μία μου εμπνέει θετικές οικονομικές εξελίξεις σε μια χώρα που χρίζει σοβαρής δημοσιονομικής αναδιάρθρωσης, από το συνταξιοδοτικό που ήδη το 2023 απείλησε τον Macron, τον αναγκαίο εκσυγχρονισμό του δημόσιου τομέα και της γραφειοκρατίας, του δημόσιου χρέους, των κοινωνικών αναταραχών. Η γαλλική κρίση ήρθε στη χειρότερη δυνατή στιγμή για την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, πιθανώς γιατί είναι προδρομική μιας ευρύτερης συστημικής κρίσης.

* Η Αναστασία Γιακουμέλου είναι Adjunct Professor στο ESCP Business School, Adjunct Professor στο Universite Paris 1 Pantheon - Sorbonne, Tenured Professor στο Universita Ca Foscari και Lecturer στο University of Bocconi.