Κ. Λάβδας: Γιατί ο κόσμος «γυρίζει ανάποδα» στο φινάλε του 2024
Shutterstock
Shutterstock
Από Συρία και Μ. Ανατολή, σε Ευρώπη και Ρωσία

Κ. Λάβδας: Γιατί ο κόσμος «γυρίζει ανάποδα» στο φινάλε του 2024

Οι μεγάλοι παίκτες στη γεωπολιτική σκακιέρα αναδιατάσσονται. Η Ρωσία χάνει την επιρροή της στη Μ. Ανατολή, η Τουρκία αναδεικνύεται σε περιφερειακή δύναμη, το Κουρδικό «ανοίγει», το Ιράν αποδυναμώνεται και το Ισραήλ αποκτά δυνητικά καθοριστικό ρόλο. Την ίδια στιγμή, Ουκρανία και Δύση ετοιμάζονται για συμφωνία τερματισμού του πολέμου. Τους λόγους για όλες αυτές τις αλλαγές αναλύει ο διακεκριμένος καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Κώστας Λάβδας, σε συνέντευξή του στο Liberal.

Συνέντευξη στον Νικόλα Ταμπακόπουλο

Από το Νοέμβριο καταγράφονται μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές στην Ευρώπη, στη Ρωσία, στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Αρκετοί τις αποδίδουν στην εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Πού οφείλονται;

Υπάρχουν δύο επίπεδα ανάλυσης, για να καταλάβουμε τι συμβαίνει γύρω μας. Το πρώτο είναι το συστημικό και το δεύτερο το περιφερειακό. Έχουμε μια συστημική μετάβαση, η οποία είναι σε εξέλιξη αυτήν τη στιγμή, από ένα σύστημα μετα-μονοπολικό (που κυριάρχησε τα πρώτα χρόνια μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου), προς ένα σύστημα, το οποίο αντί να ξαναγίνει διπολικό, όπως επί Ψυχρού Πολέμου, γίνεται σταδιακά ταυτόχρονα πολυπολικό και πολυκεντρικό. Αυτό σημαίνει ότι αναδύονται σταδιακά τρείς ή τέσσερις πόλοι, παράλληλα, όμως και πολλά κέντρα, τα οποία μπορεί να είναι δέκα ή λίγο περισσότερα, ανάλογα και τις τύχες συστημάτων όπως η ΕΕ, οι BRICS και η Σαγκάη και οι συλλογικές ή ατομικές πορείες των μελών τους, τα οποία βρίσκονται ή στο εσωτερικό των πόλων, ή προσπαθούν να ισορροπήσουν μεταξύ διαφορετικών πόλων. Ένα τέτοιο κέντρο, π.χ., προσπαθεί να γίνει η Τουρκία.

Αυτό το πολυπολικό και πολυκεντρικό σύστημα, το οποίο είναι σε ανάδυση και βρίσκεται ακόμα σε υβριδική μορφή, είναι ευάλωτο σε περιφερειακές συγκρούσεις, αλλά ταυτόχρονα δεν είναι επιρρεπές σε γενικευμένη, παγκόσμια ανάφλεξη, εκτός αν πολλές κόκκινες γραμμές παραβιαστούν την ίδια περίοδο. Δεν είναι εύκολος ένας παγκόσμιος πόλεμος σε ένα τέτοιο σύστημα, όπως σε ένα διπολικό σύστημα, το οποίο υπό προϋποθέσεις, αν ξεφύγει από την ισορροπία, ίσως καταλήξει σε σύγκρουση. Όμως, αυτό το σημερινό, υβριδικό σύστημα, είναι επιρρεπές στην ανάδυση επιμέρους περιφερειακών συγκρούσεων. Τις ευνοεί καθώς δεν υπάρχουν ηγεμονικοί πόλοι - μπλοκ, που να ελέγχουν τα κράτη στις σφαίρες επιρροής τους με τρόπο καθοριστικό. Βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό σύστημα και στο πλαίσιο της μετάβασης αυτής, ευνοούνται οι περιφερειακές συγκρούσεις.

Μια τέτοια σύγκρουση, σε εξέλιξη βεβαίως, βλέπουμε στη Μέση Ανατολή, η οποία έχει διάφορες διαστάσεις. Έχουμε, όμως, και μία μεγάλη σύγκρουση, που έχει να κάνει κατεξοχήν με τη συστημική μετάβαση που βιώνουμε, και αυτή είναι η σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Έχει να κάνει με τη μετάβαση διότι πρόκειται, όπως εξηγώ από το 2014, για πολέμους μεταξύ των διαδόχων κρατών της πάλαι ποτέ Σοβιετικής αυτοκρατορίας. Όπως και σε περίπτωση άλλων αυτοκρατοριών του παρελθόντος που διαλύθηκαν με διάφορους τρόπους, μπορεί να έχουμε για μεγάλο διάστημα συγκρούσεις μεταξύ των διαδόχων κρατών.

Μέχρι στιγμής, αυτή είναι η διάσταση του Ρωσοουκρανικού πολέμου. Είναι σύγκρουση διαδόχων κρατών της Σοβιετικής αυτοκρατορίας. Με τη διάλυση της ΕΣΣΔ, ξεκίνησαν συγκρούσεις, που αφορούσαν ορισμένα από τα κράτη που ανήκαν σε αυτή. Όσα πρόλαβαν και μπήκαν στο ΝΑΤΟ, όπως οι Βαλτικές χώρες, οι οποίες ήταν κομμάτι της Σοβιετικής Ένωσης, όχι απλά της ζώνης της επιρροής, βρίσκονται σε ένα σχετικά ασφαλές σύστημα. Εκείνα τα οποία έμειναν πέριξ της Ρωσικής ομοσπονδίας, ως ανεξάρτητα κράτη, βρίσκονται σε αυτή τη δίνη των συγκρούσεων, όπως η Γεωργία και η Ουκρανία αλλά και η Μολδαβία.

Στη Μέση Ανατολή;

Η άλλη περιφερειακή ανάφλεξη, την οποία βλέπουμε βεβαίως στη Μέση Ανατολή, έχει να κάνει κυρίως με το γεγονός, ότι έχει μειωθεί και πάλι η δυνατότητα των πάλαι ποτέ μεγάλων δυνάμεων, της Ρωσίας, η οποία πλέον ως Ρωσία και όχι ως Σοβιετική Ένωση, βρίσκεται σε αποδρομή, αλλά και των Ηνωμένων Πολιτειών, έχει μειωθεί η ικανότητά τους να καθορίζουν τι συμβαίνει σε περιφέρειες δικής τους ηγεμονίας ή απλώς δικής τους επιρροής.

Κατά συνέπεια, η εξέλιξη των τελευταίων ημερών, έχει να κάνει με την αδυναμία της Ρωσίας αφενός, και του Ιράν και της Χεζμπολάχ αφετέρου, να υποστηρίξουν το καθεστώς Άσαντ. Η γενικότερη όμως ανάφλεξη, οφείλεται και στη σχετική αυτονόμηση της Χαμάς. Η τρομοκρατική και κτηνώδης επίθεση που εξαπέλυσε η Χαμάς στο Ισραήλ, στις 7 Οκτωβρίου του 2023, οδήγησε τελικώς σε αυτό το οποίο βλέπουμε σήμερα. Σε μια σταδιακή εκμηδένιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της Χαμάς και λίγο μετά και των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της Χεζμπολάχ, από το Ισραήλ.

Είναι σαφές ότι η Χαμάς δεν υπολόγισε ορθά την πορεία των εξελίξεων. Ότι θα υπήρχε μια πολύ σκληρή, συστηματική και διαρκής πολεμική επιχείρηση του Ισραήλ, απέναντι στη Χαμάς και στη συνέχεια απέναντι στη Χεζμπολάχ. Οι επιχειρήσεις αυτές ήταν απολύτως επιτυχείς στο επιχειρησιακό επίπεδο. Δεν μιλώ για το ιδεολογικό επίπεδο, το επίπεδο της κοινωνικοποίησης νέων ανθρώπων, παιδιών, εφήβων που πρέπει να διερευνήσουμε πως τους επηρεάζει όλη αυτή η σύγκρουση, π.χ. μέσω περαιτέρω ριζοσπαστικοποίησης. Αλλά στο επιχειρησιακό επίπεδο, και η Χαμάς και η Χεζμπολάχ, έχουν αποδεκατιστεί.

Άρα, ούτε η Χεζμπολάχ με οδηγίες του Ιράν, δεν παρενέβη για να σώσει το καθεστώς Άσαντ, ούτε η Ρωσία, η οποία έχει απορροφηθεί στο ουκρανικό μέτωπο.

Να σημειώσω εδώ, ότι το 2011 - 2012, όταν κινδύνεψε το καθεστώς Άσαντ, διεσώθη ακριβώς λόγω της παρέμβασης, αφενός της Ρωσίας και αφετέρου του Ιράν, μέσω κυρίως της Χεζμπολάχ αλλά και με εμπλοκή των Φρουρών της Επανάστασης.

Να κλείσω λέγοντας, ότι η Ρωσία βεβαίως θα ήθελε να διασωθεί το καθεστώς Άσαντ, και αυτά που λέγονται, ότι η Ρωσία επέτρεψε την πτώση του είναι λανθασμένα. Διότι η Ρωσία, έχει δύο σημαντικές βάσεις, αεροπορική και ναυτική, στη Συρία, οι οποίες συμβαίνει να είναι οι μόνες βάσεις που έχει η Ρωσία στη Μέση Ανατολή και γενικά στην Ανατολική Μεσόγειο. Άρα, η Ρωσία ήθελε και εξακολουθεί να θέλει να διατηρήσει αυτές τις βάσεις. Εάν μπορούσε να σώσει τον Άσαντ και το καθεστώς του, όπως έκανε το 2011 - 2012, θα το έκανε. Σήμερα, ούτε η Ρωσία, ούτε το Ιράν με την ανύπαρκτη αεράμυνα και την εξαρθρωμένη και ασθενέστατη πλέον Χεζμπολάχ, μπόρεσαν να παρέμβουν.

Παρατηρούμε μια προσπάθεια της Τουρκίας να αναδειχθεί ως περιφερειακή δύναμη στην περιοχή. Πρέπει να μας ανησυχεί ο νέος ρόλος της; Τι παγίδες κρύβει αυτός ο ρόλος και τι εξελίξεις να αναμένουμε με τους Κούρδους;

Μεσοπρόθεσμα φαίνεται ότι η επένδυση που έχει κάνει το καθεστώς Ερντογάν γενικότερα στο Πολιτικό Ισλάμ, αποδίδει καρπούς. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η Τουρκία είναι κερδισμένη, από τις εξελίξεις στη Συρία.

Όμως, το ζήτημα είναι πώς θα διαχειριστεί στη συνέχεια αυτό το όφελος που έχει. Στη Συρία αυτήν τη στιγμή, πέρα από τους εξωτερικούς παράγοντες, όπως είναι η Τουρκία, το Ισραήλ και άλλοι παίκτες, έχουμε τους τέσσερις εσωτερικούς δρώντες. Υπάρχει ο SNA, ο συριακός στρατός, ο οποίος στην ουσία είναι δημιούργημα σε μεγάλο βαθμό της τουρκικής επιρροής, και δεν είναι ο στρατός που υπάκουε στη Δαμασκό, έχει διάφορες στο εσωτερικό του επιμέρους ομάδες αλλά σε γενικές γραμμές ο SNA βασίζεται στην Τουρκία.

Από την άλλη μεριά, υπάρχουν τρεις άλλες οντότητες που παίζουν διαφορετικούς ρόλους. Υπάρχει η λεγόμενη νότια επιχειρησιακή διοίκηση, το SOC, της οποίας ο πυρήνας είναι ένας συνασπισμός Δρούζων και Σουνιτών. Αυτός ο συνασπισμός, έχει σε μεγάλο βαθμό, κατά περιόδους στηριχτεί κυρίως σε ισραηλινές εξωτερικές επιδράσεις.

Τρίτον, έχουμε τον φαινομενικά ηγεμονικό HTS. Στο πλαίσιο του HTS, δραστηριοποιούνται ηγέτες ομάδων, με τον πιο προβεβλημένο αυτή τη στιγμή, τον αλ Σάρα, ο οποίος μέχρι πρότινος, ήταν γνωστός με το όνομα Αλ Τζουλάνι. Ο Αλ Τζουλάνι ήταν τρομοκράτης επικηρυγμένος από τις περισσότερες χώρες της Δύσης, και προσπαθεί αυτήν τη στιγμή να παρουσιάσει ένα άλλο προφίλ. Αυτός είναι ο HTS και αυτήν τη στιγμή είναι η κύρια δύναμη στη Δαμασκό.

Τέλος, τέταρτον, υπάρχουν επίσης οι ισχυρές κουρδικές δυνάμεις, υπό την ομπρέλα του SDF, ο οποίος έχει στο παρελθόν ενισχυθεί από τις ΗΠΑ στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Οι Κούρδοι ελέγχουν ένα μεγάλο κομμάτι της Βόρειας Συρίας και το κάνουν με ένα τρόπο ο οποίος δεν αφήνει την Τουρκία να αγνοήσει το κουρδικό ζήτημα. Ένα μεγάλο μέρος της Βόρειας Συρίας ελέγχεται από κουρδικές δυνάμεις και εκεί η Τουρκία προσπαθεί να αποκτήσει ένα μαξιλάρι, ώστε να αποφύγει το κουρδικό πρόβλημα, το οποίο για την Τουρκία αποτελούσε πάντα κρίσιμη πρόκληση.

Αντίστοιχο μαξιλάρι προσπαθεί να διαμορφώσει στα νοτιοδυτικά της Συρίας, η ισραηλινή πλευρά, η οποία έχει επιτυχίες το τελευταίο τριήμερο. Προωθείται στο εσωτερικό των περιοχών της νοτιοδυτικής Συρίας για να επεκτείνει αυτή τη ζώνη ασφαλείας για το Ισραήλ, ενώ παράλληλα βομβαρδίζει συστηματικά αποθήκες όπλων, ερευνητικά κέντρα, αεροδρόμια και πολεμικά πλοία της Συρίας για να μην πέσουν στα χέρια των ισλαμιστών.

Αυτή τη στιγμή, ηγεμονική δύναμη φαίνεται να είναι ο HTS, ο οποίος έχει στο εσωτερικό του ένα μεγάλο κομμάτι ισλαμιστικής παραδοσιακής τρομοκρατίας, παραδοσιακής εννοώ από τον ISIS και μετά, και υπό αυτή την έννοια, θα δούμε ότι το μεγάλο ερώτημα, θα είναι το κατά πόσον η Τουρκία θα μπορέσει με τις δικές της δυνάμεις του SNA να προσεγγίσει τον HTS και να οδηγηθούν σε μια συμμαχία, εκείνων των πιο μετριοπαθών ισλαμιστών που ελέγχει η Τουρκία, και του HTS με τον Αλ Τζουλάνι και τους άλλους περισσότερο φανατικής προέλευσης ισλαμιστές.

Η Τουρκία προσπαθεί να παίξει αυτόν ακριβώς τον ρόλο αυτή τη στιγμή, ενώ παράλληλα ετοιμάζεται να επιχειρήσει ξανά εναντίον των Κούρδων. Ως προς το πρώτο σκέλος, ο δρόμος είναι γνώριμος για το καθεστώς Ερντογάν, το οποίο υποτίθεται πως είναι ένα καθεστώς γέφυρας μεταξύ μετριοπαθούς Ισλάμ και ακραίου Ισλάμ, γι’ αυτό και μιλούσε ανέκαθεν η Τουρκία π.χ. με τη Χαμάς και δεν το έκρυβε. Και αυτό προσπαθεί να κάνει τώρα, να διαμορφώσει μια συμμαχία μεταξύ του ισλαμιστικού HTS και των δικών της πιο μετριοπαθών ισλαμιστών, στο εσωτερικό της Συρίας, αυτούς δηλαδή, τους οποίους όπως εξήγησα, έχει ήδη από χρόνια υποστηρίξει κάτω από την ομπρέλα του SNA.

Εάν θα κατορθώσει να συντονιστεί με τις HTS, του Τζουλάνι, μέσω των δυνάμεων του SNA, τότε η Τουρκία θα μπορέσει πράγματι να ασκεί έλεγχο στη Συρία, κάτι το οποίο χάνει η Ρωσία.

Το νέο καθεστώς στη Συρία προσπαθεί να καλλιεργήσει μια εικόνα μετριοπάθειας στο εξωτερικό. Πόσο πιθανό είναι να επιτευχθεί αυτό, δεδομένου των αντικρουόμενων συμφερόντων και του ισλαμισμού που κυριαρχεί, μιας και οι περισσότερες δυνάμεις έχουν καταβολές από τρομοκρατικές οργανώσεις;

Ο Τζολάνι λέει αυτό που πρέπει να πει αυτή τη στιγμή για να εδραιωθεί το καθεστώς, και αυτό δεν σημαίνει τίποτα για το τι μπορεί να κάνει σε έξι μήνες. Αυτό είναι το πρώτο που πρέπει να κρατήσουμε. Το δεύτερο είναι αυτό που ήδη είπα, ότι δηλαδή, αν πράγματι πετύχει η Τουρκία, να φτιάξει ένα συνασπισμό μεταξύ του HTS του Τζολάνι, και των δικών της με τον SNA που υποτίθεται πως είναι πιο μετριοπαθείς, εκεί μπορεί να ισορροπήσει το καθεστώς, προς όφελος και των τουρκικών συμφερόντων, σε μια μορφή που θα είναι λιγότερο ακραία από αυτές που βλέπουμε σε περιοχές του Ιράκ και φυσικά από το Αφγανιστάν, και κατ’ αυτή την έννοια, δεν μπορεί να αποκλεισθεί μια πιο μεικτή και σχετικά μετριοπαθέστερη μορφή καθεστώτος. Όχι γιατί ο Τζολάνι και οι άλλοι τρομοκράτες ξαφνικά έγιναν καλοί άνθρωποι. Είναι επικίνδυνοι, το γνωρίζουμε όλοι, υποθέτω ότι κανείς δεν είναι τόσο αφελής ώστε να θεωρεί ότι ο Αλ Τζολάνι μετατράπηκε σε μετριοπαθή μεταρρυθμιστή.

Όμως, αν πετύχει η Τουρκία, αυξάνοντας παράλληλα βεβαίως την επιρροή της στη Συρία και στην περιοχή, να χτίσει αυτήν τη γέφυρα μεταξύ του HTS και του SNA, τότε το καθεστώς στη Δαμασκό μπορεί να έχει έναν πιο μεικτό χαρακτήρα. Αυτό όμως θα εξαρτηθεί και από τον βαθμό στον οποίο το HTS, θα θελήσει να χτυπήσει συστηματικά τις κουρδικές δυνάμεις, όπως κάνει ο SNA και βεβαίως η Τουρκία. Άρα, είναι ένα παιχνίδι το οποίο θα περάσει μέσα από τις προσπάθειες της Τουρκίας, να αυξήσει την επιρροή της, ενδεχομένως πιέζοντας, σε μια κάπως πιο μετριοπαθή κατάσταση τους ισλαμιστές και τον HTS. Εφόσον, το HTS θέλει αυτήν την τουρκική επιρροή, άρα να δώσει ένα μεγαλύτερο ρόλο στον SNA, στο εσωτερικό της Συρίας από ότι έχει αυτή τη στιγμή, ενώ παράλληλα να ευθυγραμμιστούν στον πόλεμο κατά του SDF και των Κούρδων.

Οι ΗΠΑ ανέφεραν πως σε περίπτωση γέννησης νέου ισλαμικού κράτους θα παρέμβουν. Το παραπάνω σε συνδυασμό με την ατζέντα Τραμπ, που φαίνεται πως περιλαμβάνει το κουρδικό, πώς θα επηρεάσει τη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται στη Μέση Ανατολή;

Αυτό είναι πιθανό, υπάρχει όμως και το ερώτημα, παράλληλα, εάν οι ΗΠΑ θα προστατεύσουν τους συμμάχους τους, τους Κούρδους, με τους οποίους αντιμετώπισαν τους Ισλαμιστές, απέναντι στην επίθεση της Τουρκίας. Όσον αφορά τις ΗΠΑ και τους εξωτερικούς παράγοντες γενικότερα, υπάρχει σε εξέλιξη μια ισραηλινή διαδικασία, αφενός να αυξηθεί η ζώνη ασφαλείας, αφετέρου να βομβαρδιστούν και να καταστραφούν οι αποθήκες, τα οπλικά συστήματα και τα χημικά όπλα πριν πέσουν στα χέρια των νέων ηγεμόνων της Συρίας. Υπάρχει δεύτερον η προσπάθεια της Τουρκίας να εκμεταλλευτεί αυτήν την προσπάθεια, για να ενισχύσει τη δική της ζώνη ασφαλείας αλλά παράλληλα να χτυπήσει τους Κούρδους και υπάρχουν και οι δυτικές δυνάμεις που βρίσκονται σε αναμονή.

Να προσθέσω πάντως ότι ένα μεγάλο ερώτημα για εμένα, είναι και κατά πόσο η νέα κυβέρνηση Τραμπ μετά τις 20 Ιανουαρίου, θα ζυγίσει και ένα πρόσθετο σενάριο, το οποίο κάποια από τα στελέχη της έχουν συζητήσει στο παρελθόν και το οποίο σημαίνει την προώθηση ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν. Αυτό θα σήμαινε το τέλος της ακεραιότητας της Συρίας στη σημερινή μορφή της.

Στην πραγματικότητα, αυτή τη στιγμή είναι δύο τα μεγάλα σταυροδρόμια, αναφορικά με το μέλλον της Συρίας. Το ένα είναι η μορφή και το μείγμα του καθεστώτος, αν θα είναι ισλαμιστές ή θα είναι μια ισορροπία ισλαμιστών και άλλων, κάτι που επιθυμεί και η Τουρκία για να εδραιώσει την επιρροή της.

Το δεύτερο σταυροδρόμι αφορά την ακεραιότητα του συριακού κράτους. Θα παραμείνει στα σημερινά σύνορά του ή θα έχουμε εξελίξεις, οι οποίες θα ευνοήσουν το όραμα των Κούρδων για ανεξάρτητο κράτος;

Οι ΗΠΑ, οι οποίες εξετάζουν διαφορετικά σενάρια, βλέπουν και αυτό το σενάριο. Θα ήταν ένα σενάριο ταυτόχρονα θετικό και προβληματικό. Θετικό διότι θα δικαιωνόταν επιτέλους το όραμα των Κούρδων για μια κρατική οντότητα, ενώ θα είχαμε και έναν πρόσθετο παράγοντα στην περιοχή, ένα κουρδικό κράτος που θα κρατούσε την Τουρκία σε μόνιμη ανησυχία. Άλλωστε, ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν θα έθετε και γενικότερα ζητήματα συνόρων, πέρα από τα σύνορα των κουρδικών περιοχών της Βόρειας Συρίας. Θα αφορούσε, δυνητικά, και περιοχές της Τουρκίας και του Ιράκ, ίσως και του δυτικού Ιράν.

Αυτό το σενάριο έχει και προβληματικές όψεις. Οι αλλαγές συνόρων στην περιοχή συνολικά, σημαίνουν ότι δυναμιτίζεται η ισορροπία που ανάγεται και στη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923, κάτι που πρέπει να δούμε προσεκτικά και να το ζυγίσουμε. Ως γνωστόν, η Λωζάνη αφορούσε συνολικά την ρύθμιση των συνόρων και γενικότερα των εκκρεμοτήτων τόσο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, όσο και στην Μέση Ανατολή, αναφορικά με τις σχέσεις της Τουρκίας με τους γείτονές της.

Με δυο λόγια, τίθεται σήμερα υπό αμφισβήτηση η ακεραιότητα της κρατικής οντότητας που ονομάζουμε Συρία. Λόγω της ιστορικής βαρύτητας που υπάρχει σχετικά, η απόσχιση των κουρδικών περιοχών και η δημιουργία ενός κουρδικού κράτους θα έχει πολλές πλευρές που μπορούν να αποτιμηθούν με διαφορετικούς τρόπους.

Το 1916, με την μυστική Συμφωνία Σάικς-Πικό, η Βρετανία και η Γαλλία μοιράστηκαν τις νότιες περιοχές του Κουρδιστάν και συναίνεσαν στην παραχώρηση των βόρειων τμημάτων του στην Ρωσία. Με την συμφωνία μεταξύ του Μαρκ Σάικς και του Φρανσουά Πικό, διαμορφώθηκαν και οι συνθήκες για την ίδρυση του Ιράκ υπό βρετανική ηγεμονία και της Συρίας υπό γαλλική. Ουσιαστικά, η Γαλλία βάφτισε Συρία τις μεσανατολικές κτήσεις της. Σήμερα, ο κατακερματισμός της Συρίας θα σήμαινε, μεταξύ άλλων, την έμπρακτη αμφισβήτηση του πλαισίου της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία είχε ακυρώσει την πρόβλεψη της Συνθήκης των Σεβρών (2020), για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους.

*Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στη London School of Economics και Καθηγητής στην Έδρα Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στο Fletcher School of Law and Diplomacy του Πανεπιστημίου Tufts στις ΗΠΑ.