Η αργή ανάπτυξη της Κίνας, το υψηλό δημόσιο χρέος πολλών χωρών και η ενεργειακή κρίση που δείχνει ξανά τα δόντια της, είναι οι βασικές απειλές για την παγκόσμια οικονομία το 2023. Τι προβλέπει μιλώντας στο Liberal ο γνωστός Γάλλος οικονομολόγος Σαρλ Βιπλόζ.
Στην περίπτωση της ενεργειακής κρίσης εκφράζει την ανησυχία του κατά πόσο θα μπορέσουν οι Ευρωπαίοι να ξαναγεμίσουν τις αποθήκες ενόψει του επόμενου χειμώνα όταν αυτές αδειάσουν, ενώ εφιστά προσοχή όσον αφορά το δημοσιονομικό κόστος των επιδοτήσεων και τη συνεχή διόγκωση του χρέους πολλών χωρών.
«Μέχρι στιγμής η βοήθεια ήταν αποδεκτή από τις αγορές. Στο εξής ωστόσο θα αρχίσουν να εξετάζουν και να αντιμετωπίζουν τις χώρες ανάλογα με το πόσο αποτελεσματικά είναι τα προγράμματα στήριξης», σημειώνει ο κ. Βιπλόζ, ο οποίος έχει διατελέσει σύμβουλος μεγάλων οργανισμών, όπως η Κομισιόν και η Παγκόσμια Τράπεζα, ενώ πλέον είναι καθηγητής διεθνών οικονομικών στο Graduate Institute της Γενεύης
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Πόσο κινδυνεύει η παγκόσμια οικονομία από την πολιτική «μηδενικής ανοχής» στη COVID που συνεχίζει να εφαρμόζει η Κίνα, και την οποία το ΔΝΤ κάλεσε χθες το Πεκίνο να επαναξιολογήσει; Τι θα σήμαινε αν συνεχιστούν τα lockdowns;
Η αργή ανάπτυξη στην Κίνα είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει την παγκόσμια ανάπτυξη με πολλούς τρόπους. Πρώτον, η Κίνα απορροφά σημαντικό μερίδιο των παγκόσμιων εξαγωγών. Δεύτερον, το κλείσιμο εργοστασίων στην Κίνα λόγω της Covid και της πολιτικής του Πεκίνου, επιδεινώνει την κατάσταση στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού.
Σε συνέχεια των διαδηλώσεων, οι κινεζικές αρχές δείχνουν έτοιμες να χαλαρώσουν τα lockdowns και τα άλλα σκληρά μέτρα που εμποδίζουν την κατανάλωση και την παραγωγή. Το ερώτημα είναι ποιος θα είναι ο αντίκτυπος στους ανθρώπους που αρρωσταίνουν ή φοβούνται να πάνε στην εργασία τους. Η απουσία ανοσίας στον πληθυσμό παραμένει μια μεγάλη απειλή για την παγκόσμια ανάπτυξη.
Η έξαρση πάντως της πανδημίας στην Κίνα ήρθε σε μια στιγμή όπου αρκετοί επενδυτές πίστευαν ότι ο πληθωρισμός στις προηγμένες οικονομίες δεν θα αυξηθεί άλλο, γεγονός που θα επέτρεπε στις κεντρικές τράπεζες να χαλαρώσουν την πολιτική αύξησης των επιτοκίων. Τυχόν διατήρηση όμως των lockdowns στην Κίνα δεν θα οδηγήσει στην αντίθετη κατεύθυνση;
Νομίζω ότι πολλοί επενδυτές παραμένουν υπερβολικά αισιόδοξοι ως προς τον πληθωρισμό. Η κορύφωσή του δεν θα είναι αρκετή για να σταματήσουν οι κεντρικές τράπεζες να αυξάνουν τα επιτόκια. Οι τελευταίες θέλουν να επιστρέψει ο πληθωρισμός στα επίπεδα-στόχο, γύρω στο 2% ετησίως.
Για να γίνει αυτό, θα χρειαστεί να δούμε τις αγορές εργασίας να γίνονται λιγότερο σφιχτές απ’ ότι σήμερα, γεγονός που απαιτεί υψηλότερη ανεργία και επομένως μια σημαντική οικονομική επιβράδυνση. Η Κίνα συμβάλλει στην επιβράδυνση και ως εκ τούτου, μπορεί να βοηθήσει τις κεντρικές τράπεζες.
Ο άλλος πονοκέφαλος ειδικά για την ευρωπαϊκή οικονομία είναι η ενεργειακή κρίση. Η εκτίναξη των τιμών με το που έπεσαν οι θερμοκρασίες, και παρά τις γεμάτες ευρωπαϊκές αποθήκες, εγείρει ερωτηματικά, ως προς τι θα συμβεί, όταν αυτές θα αρχίσουν να αδειάζουν από το επόμενο έτος, κι ενώ η Ευρώπη δεν θα έχει στη διάθεσή της ρωσικό αέριο. Ποια η γνώμη σας;
Αυτή είναι μια μεγάλη αβεβαιότητα. Η κάλυψη των ευρωπαϊκών αποθηκών αυτό το καλοκαίρι αποδείχτηκε απροσδόκητα εύκολη, αλλά εξαιρετικά δαπανηρή. Αυτήν τη στιγμή, πολλές χώρες προβαίνουν σε επενδύσεις φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων, καθώς και αναπτύσσουν εγκαταστάσεις για να εισάγουν περισσότερο υγροποιημένο φυσικό αέριο, γεγονός που θα τις βοηθήσει το 2023.
Ταυτόχρονα, η Ρωσία θα συνεχίσει να θέλει να πουλήσει το φυσικό της αέριο, ακόμη και αν οι Ευρωπαίοι δεν θέλουν να το αγοράσουν. Θα συνεχίσει να παράγει και να το πουλάει σε αγορές εκτός Ευρώπης, όπως η Κίνα, η Ινδία ή η Τουρκία. Κάποιες επομένως από αυτές τις ποσότητες ρωσικού αερίου, οι Ευρωπαίοι θα τις αγοράσουν μέσω τρίτων.
Πόσο σας ανησυχεί το υψηλό δημόσιο χρέος αρκετών χωρών και ο περιορισμένος δημοσιονομικός τους χώρος για την κάλυψη νέων δαπανών; Πιστεύετε ότι η ενεργειακή κρίση θα μπορούσε να μετατραπεί σε κρίση χρέους;
Αυτός είναι ένας πολύ σοβαρός κίνδυνος. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να κάνουν μια πολύ καλύτερη δουλειά, προκειμένου οι επιδοτήσεις για τη μείωση του ενεργειακού κόστους να είναι πιο στοχευμένες, βοηθώντας παράλληλα τους ανθρώπους που χρειάζονται πραγματικά βοήθεια. Μέχρι στιγμής, η βοήθεια ήταν αποδεκτή από τις αγορές. Στο εξής, ωστόσο, θα αρχίσουν να εξετάζουν και να αντιμετωπίζουν ανάλογα τις χώρες ανάλογα με το πόσο αποτελεσματικά είναι αυτά τα προγράμματα στήριξης.
* Ο διεθνούς φήμης Γάλλος οικονομολόγος Σαρλ Βιπλόζ έχει διατελέσει σύμβουλος μεγάλων οργανισμών, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, και η Κομισιόν, και πλέον είναι καθηγητής διεθνών οικονομικών στο Graduate Institute της Γενεύης