Επιθεώρηση, συνέργεια και συνέπεια ως «αντίδοτο» στις φυσικές καταστροφές που προκαλούνται από τα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Κράτος και επιστήμονες να «σηκώσουν μανίκια» κόντρα στις φυσικές καταστροφές
Eurokinissi
Eurokinissi
Δ. Κωνσταντινίδης στο Liberal

Κράτος και επιστήμονες να «σηκώσουν μανίκια» κόντρα στις φυσικές καταστροφές

print_article
Παρατηρώντας όλη αυτή την κατάσταση, θα πρέπει να καθίσουμε κάτω και να «σηκώσουμε μανίκια» όλοι, το Κράτος και οι επιστήμονες
Επιθεώρηση, συνέργεια και συνέπεια ως «αντίδοτο» στις φυσικές καταστροφές που προκαλούνται από τα ακραία καιρικά φαινόμενα.

Την αδήριτη ανάγκη του επανασχεδιασμού όλων των υποδομών και των προδιαγραφών ασφαλείας στις υποδομές της χώρας, ώστε να αντιμετωπιστούν με αποτελεσματικό τρόπο από εδώ και στο εξής οι φυσικές καταστροφές, εκφράζει σε συνέντευξή του στο Liberal και τον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο ο Πρόεδρος του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδας (ΔΙΠΑΕ) με έδρα τη Θεσσαλονίκη, Δημήτρης Κωνσταντινίδης.

Ο διαπρεπής ακαδημαϊκός εκτιμά πως μόνο μέσα από το τρίπτυχο «επιθεώρηση - συνέργεια - συνέπεια» μπορεί να επέλθει αλλαγή παραδείγματος στη χώρα μας ως προς την αντιμετώπιση των συνεπειών που έχει η κλιματική κρίση.

Παράλληλα, επισημαίνει, πως κανείς επιστήμονας δεν περισσεύει και πως πρέπει «να βάλουμε όλο το επιστημονικό προσωπικό της χώρας να δουλέψει». Δεν υπάρχουν κλειστά δεδομένα στις μέρες μας. Όλοι οι επιστήμονες πρέπει να συνεργαστούν και όλοι όσοι θέλουν να συνεισφέρουν, οφείλουν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι», υπογραμμίζει ο Δ. Κωνσταντινίδης.

Συνέντευξη στον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο

Κύριε καθηγητά, με φόντο τις πρόσφατες φονικές πλημμύρες στη Θεσσαλία τι θα πρέπει να αλλάξει στη χώρα μας σε ό,τι αφορά τις υποδομές και πόσο εύκολο είναι κάτι τέτοιο κατά τη γνώμη σας;

Δυστυχώς, κάθε φορά μετά από τέτοιες καταστροφές ερχόμαστε ως Έλληνες και ως έθνος να αντιμετωπίσουμε τα πράγματα, αλλά καλώς – έστω κι αυτή τη στιγμή – πρέπει να τα σκεφτούμε κι αυτό, κατά την άποψή μου, είναι μία ευκαιρία. Κάθε φορά περιμένουμε να μας χτυπήσουν οι καταστροφές, για να αντιδράσουμε εκ των υστέρων.

Θα πρέπει, λοιπόν, με βάση τα νέα στοιχεία τα οποία συλλέγονται, επειδή ακριβώς γίνεται λόγος για ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο, μια θεομηνία με όλη τη σημασία της λέξης, να γίνει επανασχεδιασμός σε όλα τα επίπεδα.

Ένα κρίσιμο στοιχείο που προσωπικά κρίνω είναι η επιθεώρηση όλων αυτών των υποδομών που έχει το κράτος, γιατί αυτή είναι η περιουσία μας. Την περιουσία μας πρέπει όλοι μας να τη σεβόμαστε και να προσπαθούμε να τη διασφαλίζουμε. Αυτό θα επιτευχθεί πρώτα – πρώτα με επιθεωρήσεις: είναι αδήριτη ανάγκη να την καταγράψουμε, να την επιθεωρήσουμε και να την αναβαθμίσουμε εκεί που πρέπει και χρειάζεται.

Είχα την τιμή για 12 περίπου χρόνια να είμαι εθνικός εκπρόσωπος στον Παγκόσμιο Οργανισμό Οδοποιίας (σ.σ. Παγκόσμιος Οργανισμός με 109 χώρες – μέλη), με εξειδίκευση στα θέματα συντήρησης των γεφυρών. Εκεί, τα κριτήρια είναι asset management (ελλ. Διαχείριση περιουσιακών στοιχείων). Θα πρέπει, λοιπόν, να έχουμε αντίστοιχη αντιμετώπιση και αυτή ακριβώς θα πρέπει να είναι η ευκαιρία μας: Να επιθεωρήσουμε τα τεχνικά μας, τους κανονισμούς αλλά και τις προδιαγραφές, να αναθεωρήσουμε εκεί που πρέπει και εν τέλει να βάλουμε όλο το επιστημονικό προσωπικό της χώρας να δουλέψει. Ξέρω ότι οι ώρες που διανύουμε, είναι κρίσιμες, ιδίως σε ό,τι αφορά τη διάσωση των ανθρώπων που επλήγησαν από τις πλημμύρες. Εντούτοις, ο επιστημονικός κόσμος – και έχουμε καλούς επιστήμονες στη χώρα μας – θα πρέπει όλοι να καθίσουν - καθηγητές πανεπιστημίων, μελετητές – και να δουν: Υπάρχει, τελικά, κλιματική αλλαγή; Υπάρχει κλιματική κρίση; Και το λέω αυτό, γιατί υπάρχουν κάποιοι που ακόμη και σήμερα που δεν το αποδέχονται. Θα σας πω ότι όταν ετέθη το ίδιο ζήτημα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Οδοποιίας το 2008, δεν ξέραμε ακόμη να το απαντήσουμε, ήτοι εάν όντως επηρεάζονται οι τεχνικές μας προδιαγραφές και τα έργα μας.

Έπειτα από τέσσερα χρόνια που το διερευνήσαμε, διαπιστώσαμε ότι πράγματι υπάρχει κλιματική αλλαγή. Οι θερμοκρασίες – κι αυτό δεν αφορά μόνο την Ελλάδα – έχουν αλλάξει παντού στον κόσμο. Στη Φινλανδία, για παράδειγμα, οι γέφυρες άρχισαν να εμφανίζουν σταδιακά ρηγματώσεις, γεγονός που προβλημάτισε τους επιστήμονες, οι οποίοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι άλλαξε η διαφορά θερμοκρασίας ημέρας – νύχτας.

Παρατηρώντας, λοιπόν, όλη αυτή την κατάσταση που επικρατεί εδώ, θα πρέπει να καθίσουμε κάτω και να «σηκώσουμε μανίκια όλοι», το Κράτος και οι επιστήμονες. Εμείς οι πανεπιστημιακοί έχουμε εργασία, θέλουμε να συνεισφέρουμε, πληρωνόμαστε γι’ αυτό, εκπαιδεύουμε και διδάσκουμε ανθρώπους, αλλά αυτό πρέπει να συντονιστεί κεντρικά. Έχουμε όλη την καλή διάθεση να το κάνουμε. Και σίγουρα θα πρέπει να δούμε πολύ σοβαρά το σκέλος που αφορά στο να εισάγουμε τεχνογνωσία από το εξωτερικό.

Η κλιματική αλλαγή, όσο και να μη θέλουν να την πιστέψουν κάποιοι, δυστυχώς καταγράφεται. Άρα, πρέπει να αντιδράσουμε ως ανθρωπότητα, να δούμε τι και πώς μπορούμε να βελτιώσουμε.  

Εξίσου κρίσιμο στοιχείο είναι αυτό της συνέπειας: Συνήθως εδώ στην Ελλάδα έχουμε την τάση να λέμε κάτι και να μοιάζει ότι πετάμε μια φωτοβολίδα στον αέρα και μετά να μη γίνεται τίποτα. Θα πρέπει όλες οι πρωτοβουλίες που λαμβάνονται για τον επανασχεδιασμό και την αναθεώρηση όλων των τεχνικών και μηχανικών προδιαγραφών να γίνονται σε βάθος χρόνου, να ξεπερνάει τα 50 χρόνια. Δηλαδή, να έρχονται και νέοι μηχανικοί να εκπαιδευτούν, για να κάνουν ή να βελτιώσουν την ίδια εργασία.

 

Κρατώ συνοπτικά τρεις λέξεις - «κλειδιά», κ. Κωνσταντινίδη, από αυτά που είπατε: επιθεώρηση, συνέργεια και συνέπεια…

Ακριβώς αυτό, κ. Παναγόπουλε, είναι το τρίπτυχο πάνω στο οποίο θα πρέπει να εργαστούμε με επιμέλεια. Θα ήθελα να σας πω – επειδή ακριβώς έχω συνεργαστεί με συναδέλφους επιστήμονες από το εξωτερικό – πως όταν συστήνονται επιτροπές που δημιουργούν ένα νέο κανονισμό, αυτές συνεχίζουν το έργο τους σε βάθος χρόνου και δεν ακολουθούν το ελληνικό ειωθός, δηλαδή να συντάσσουν απλά ένα πόρισμα, να το δίνουν στην επιστημονική κοινότητα λέγοντας απλά «εφαρμόστε το» και εκεί να τελειώνει η αποστολή τους.

Θα πρέπει αυτές οι επιτροπές να είναι μόνιμες και να απαντούν στις ερωτήσεις των μηχανικών. Αυτό σημαίνει ότι καθώς θα εφαρμόζονται στην πράξη όλα τα νέα δεδομένα σε επίπεδο υποδομών, οι μηχανικοί θα έχουν συνεχώς νέες ερωτήσεις και αυτές θα πρέπει να απαντώνται. Θα πρέπει να υπάρχει μια διαρκής ανάδραση και γι’ αυτό ακριβώς σας μίλησα πιο πριν για το ζήτημα της συνέπειας.

Δεν υπάρχουν κλειστά δεδομένα στις μέρες μας. Όλοι οι επιστήμονες πρέπει να συνεργαστούν και όλοι όσοι θέλουν να συνεισφέρουν, οφείλουν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τα αντιπλημμυρικά έργα τώρα: Είδαμε τι συνέβη στη Θεσσαλία στον κάμπο της Καρδίτσας, με τα χωριά που εξαφανίστηκαν μέσα στη λάσπη και το νερό και την υπερχείλιση ποταμών, όπως ο Πηνειός, που «έπνιξε» τη Λάρισα.  Τι θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει εδώ, και τι πρέπει να κάνουμε;

Η αλήθεια είναι πως όταν χτίζονταν όλοι αυτοί οι οικισμοί, τα χωριά και οι πόλεις, δεν ήμασταν εκεί για να τα προφυλάξουμε. Ο όγκος του νερού που έπεσε, εξαιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων που προκάλεσε η κακοκαιρία Daniel, είναι ασύλληπτα μεγάλος κι αυτό είναι κάτι που δεν θα πρέπει να το αγνοούμε. Μια ολόκληρη γεωγραφική περιοχή της Ελλάδα εκμηδενίστηκε και δυστυχώς θα απαιτηθεί πολύς καιρός μέχρις ότου ανακάμψει πλήρως.

Δείτε, όμως, πώς κάποια παραδείγματα από το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν θα μπορούσαν να γίνουν μαθήματα για το παρόν αλλά και για το μέλλον μας. Μετά την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι Αμερικανοί και ειδικότερα οι μονάδες μηχανικού του αμερικανικού στρατού είχαν έρθει στην πόλη της Θεσσαλονίκης, έφτιαξαν τη λεγόμενη περιμετρική τάφρο. Ο λόγος, λοιπόν, που δεν πλημμυρίζει τόσο εύκολα η Θεσσαλονίκη και δεν κατεβαίνει με ορμή το νερό από τον Χορτιάτη, για να πλημμυρίσει την πόλη είναι ακριβώς, γιατί υπάρχει αυτή η περιμετρική τάφρος, που περικλείει το σύνολο του αστικού κέντρου και εμποδίζει την έκχυση μεγάλου όγκου νερού.

Άρα, λοιπόν, σε πρώτη φάση, όταν πάμε να χτίσουμε μια καινούργια αστική περιοχή, θα πρέπει πρωτίστως να τη διασφαλίζουμε, περιορίζοντας τους υδάτινους όγκους που θα μπορούσαν να εισρεύσουν μέσα σ’ αυτή.

Από εκεί και πέρα, θα πρέπει όντως να αποκαθαρίζονται οι δίοδοι που κατασκευάζονται, ενώ παράλληλα είναι επιτακτική ανάγκη να αναθεωρηθούν τα πρωτόκολλα που αφορούν τις εντάσεις των βροχοπτώσεων, καθώς αυτά έχουν υπολογιστεί με παλαιότερα δεδομένα που πλέον έχουν ξεπεραστεί. Ο μηχανικός του 2030 θα πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν του όλα αυτά τα νέα δεδομένα, καθώς θα μεγαλώσει ο όγκος των μεταβλητών που θα πρέπει να διαχειριστεί στο πλαίσιο της κατασκευής μιας οποιασδήποτε υποδομής. Εν συνεχεία, όλα τα τεχνικά θέματα θα πρέπει να υπάρχει μια υπηρεσία που να τα επιθεωρεί σε μόνιμη βάση.

Να το πω απλά: Δεν θα πρέπει να λυπόμαστε να δίνουμε χρήματα στην επιθεώρηση, είναι βασικό κομμάτι. Ήμασταν μια χώρα που επί σειρά ετών αναπτυσσόταν, δίνοντας έμφαση στη μελέτη και την κατασκευή. Τα μεγάλα έργα υλοποιήθηκαν, πρέπει όμως να τα διασφαλίζουμε, να τα επιθεωρούμε και να τα συντηρούμε. Σίγουρα, υπάρχουν πολλοί που αρέσκονται στο να βλέπουν να κόβονται κορδέλες, αλλά είναι πιο σημαντικό αυτό που σας προανέφερα. Θα πρέπει όλοι οι επιστήμονες και οι φορείς, όπως το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ) να πάρουν πρωτοβουλίες, για να φανούμε χρήσιμοι.

Και κάτι τελευταίο: Θα πρέπει, επιτέλους, κ. Παναγόπουλε, να σταματήσουμε να αφορίζουμε. Βλέπουμε παντού και δικαιολογημένα τον κόσμο να εξοργίζεται, να αγανακτεί και να ζητά απεγνωσμένα να βρει έναν «αποδιοπομπαίο τράγο». Είναι λάθος αυτή η προσέγγιση. Στο εξωτερικό, αν δείτε, ψάχνουν πάντοτε να βρουν τις αιτίες που προκαλείται ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο, ώστε να μην ξανασυμβεί ή αν ξαναγίνει κάτι παρόμοιο, να έχουν ληφθεί όλα εκείνα τα μέτρα που απαιτούνται, για να αποφευχθούν τα χειρότερα. Θα πρέπει να μάθουν οι αρμόδιοι φορείς να αντιμετωπίζουν τέτοιες καταστάσεις με σενάρια, όπως ακριβώς γίνεται στο εξωτερικό, γιατί με αυτό τον τρόπο εκπαιδεύονται άπαντες για τη στιγμή που θα βρεθούν αντιμέτωποι είτε με φωτιές, είτε με ένα σεισμό είτε – όπως στην προκειμένη περίπτωση – με ένα ακραίο πλημμυρικό φαινόμενο.