Την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου εγκαινιάζεται έκθεση του ζωγράφου στην κεντρική αίθουσα της Δάφνης Ζαμπουλάκη, στην πλατεία Κολωνακίου. Πρόκειται για δημιουργό εξαιρετικά αγαπητό στο κοινό – και στους συναδέλφους του – που έχει το χάρισμα να βρίσκει κανάλια επικοινωνίας με τον κόσμο. Θέλω να πω ότι πέρα από τη ζωγραφική του, ο Κεχαγιόγλου παρουσιάζεται σε δεκάδες βιβλία, ημερολόγια, μουσικά άλμπουμ και εξώφυλλα πολλών εκδοτικών οίκων, κατορθώνοντας να κάνει οικείο το έργο του ακόμη και σε εκείνο το κοινό που δε συνηθίζει εύκολα να μπαίνει σε γκαλερί. Κοιτώντας τώρα τις φωτογραφίες των έργων που θα εκτεθούν, όποιος γνωρίζει την εξέλιξη του ζωγράφου, μπορεί να δει μία σχετική απομάκρυνση από τα έντονα, πλακάτα χρώματα που τοποθετούνταν στο τελάρο, παραπέμποντας σε κολάζ.
Ο Κεχαγιόγλου τη δύσκολη περίοδο του εγκλεισμού μοιάζει να αποζητά το φως στις μεταμορφώσεις του επάνω στη θάλασσα και τον ουρανό, μόνο που τη φορά αυτή κινείται περισσότερο στην αφαίρεση. Μόνο σε ελάχιστα έργα η μετάβαση στο χρώμα γίνεται με έντονες αντιθέσεις (όπως στις «Ψευδαισθήσεις», όπου με θαυμαστό τρόπο πάλι αναδεικνύεται το φως). Καθόλου τυχαία, «μες στο φως» τιτλοφορεί την έκθεση κι έτσι μας καλεί να τη χαρούμε στην απλόχωρη γκαλερί.
Χρήστος Κεχαγιόγλου, «Ψευδαισθήσεις»
Συνέντευξη στον Γιώργο Μυλωνά
Κοιτώντας τη δουλειά σας, σκέφτομαι ότι τη χαρακτηρίζει η απεραντοσύνη. Αν κοιτάξετε πίσω και σκεφτείτε όλη τη διαδρομή σας στη ζωγραφική μέχρι σήμερα, πώς θα την χαρακτηρίζατε;
Η απεραντοσύνη, πραγματικά είναι μια έννοια που με γοητεύει και ίσως με τις διάφορες εκδοχές της, να είναι αυτή που χαρακτηρίζει ολόκληρη τη δουλειά μου. Από τις πτήσεις δωματίου και τις πτήσεις στη σιωπή, τις απόμακρες πτήσεις στις άκρες του κόσμου, τα μονοπάτια και τον ορίζοντα, αλλά και το μέλλον πιο πρόσφατα και τώρα τις αιωρήσεις μες στο φως, σαράντα χρόνια και πλέον ζωγραφικής μοιάζουν σαν ένα ατέρμονο ταξίδι σε μια εσωτερική απεραντοσύνη, που απλώνεται, το ίδιο ασύλληπτη, από τα εσώψυχά μας μέχρι και τα πέρατα του υπαρκτού. Νομίζω ότι με την ζωγραφική μου έχω προσπαθήσει να της δώσω ένα νόημα ελευθερίας, αποδίδοντας ποιητικά και με μια δόση παιδικότητας, την απόκοσμη γοητεία της.
Και αν έπρεπε να ανακαλέσετε τα πρόσωπα ή τα γεγονότα που σας έχουν επηρεάσει και χαρακτηρίζουν το έργο σας, ποια θα ήταν αυτά;
Δύσκολο να τα βάλω σε μια σειρά, όπως και δύσκολο να αναφέρω κάποια χωρίς να ξεχνώ άλλα τόσα. Η πρώτη μου επαφή με το κυκλαδίτικο τοπίο έπαιξε σίγουρα καθοριστικό ρόλο, φωτίστηκε όμως, αυτό που ένιωσα, μέσα από τη ζωγραφική του Μόραλη, του Χατζηκυριάκου-Γκίκα, του Νίκολσον, του Ματίς. Σίγουρα με προκαλούσε πάντα ο αυθορμητισμός της ναΐφ ζωγραφικής, όσο κι οι γεωμετρικές και φορμαλιστικές αναζητήσεις του Ρόθκο ή του Μοντριάν. Μ’ επηρέασε πολύ η γαλλική νουβέλ βαγκ και το ανεξάρτητο αμερικάνικο σινεμά, όσο κι η φιλοσοφία, στα όρια της ποίησης, του Χάιντεγκερ και του Βιτγκενστάιν. Ο ανάλαφρος κόσμος του Μπορίς Βιάν επίσης. Ο δάσκαλος μου Δήμος Θέος έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε μια φιλοσοφική κι όχι μόνον αισθητική, προσέγγιση της εικόνας. Το Παρίσι κι η επαφή μου εκεί με φιλοσόφους, κινηματογραφιστές και ζωγράφους αδύνατον να μην έπαιξε ρόλο. Όπως επίσης κι η γειτονιά μου στην Θεσσαλονίκη με τους χωματόδρομους και τις αλάνες, το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και τις ατέλειωτες μεταμεσονύκτιες συζητήσεις με αγαπητούς φίλους, νεαρούς τότε καλλιτέχνες. Και σίγουρα με επηρεάζουν πολύ τα αγαπημένα μου πρόσωπα, που μαζί διασχίζουμε αυτόν τον κόσμο.
Στην τελευταία δουλειά σας νιώθετε κάποια αλλαγή στη ζωγραφική σας, ένα «σημείο» που, ενδεχομένως, εξέπληξε κι εσάς τον ίδιο;
Κάθε καινούργια ζωγραφική ενότητα ξεκινάει πάντα από κάτι που με εκπλήσσει. Σ’ αυτήν την καινούργια δουλειά, που εκ των υστέρων αντιλήφθηκα ότι αιωρείται μέσα στο φως, συνέβη κάτι που χρόνια νομίζω ήθελα να συμβεί. Δοκιμάζοντας έναν τελείως νέο τρόπο δουλειάς, που έχει να κάνει με τις χρωματικές διαφάνειες, δημιουργήθηκε εμπρός μου μια εικόνα τόσο έντονα φωτεινή και διάφανη, που δεν με άφηνε να πάρω από πάνω της τα μάτια μου. Αισθάνθηκα την ίδια έλξη που αισθάνομαι όταν για ώρες χάνομαι στην απεραντοσύνη της θάλασσας και του ουρανού. Προσπάθησα στην συνέχεια ν’ ακολουθήσω αυτό το μονοπάτι που το ονόμασα «γραμμή του φωτός». Κι έτσι από έργο σε έργο άρχισαν όλα να αιωρούνται μέσα στο φως, και να δημιουργείται ένας ανάλαφρος, σχεδόν ανύπαρκτος κόσμος.
Χρήστος Κεχαγιόγλου, «Άνοιγμα»
Στο δελτίο αναφέρεται, όχι τυχαία, ο τόπος «καταγωγής» των έργων: η Αθήνα και η Άνδρος. Πώς σας ενεργοποιεί κάθε τόπος και τί έργα βγάζει κάθε εργαστήριο;
Τα ίδια έργα δουλεύονται και στο ένα και στο άλλο εργαστήριο, είναι όμως πράγματι διαφορετικός ο τρόπος που ο κάθε τόπος λειτουργεί στη δουλειά μου. Από την Άνδρο και την όσμωση εκεί με το φως, τον αέρα και τις μεταμορφώσεις του τοπίου, περιμένω κάθε χρόνο μια καινούργια έκπληξη. Περιμένω ένα δώρο. Το ατελιέ εκεί δεν έχει το βάρος ενός «εργαστηρίου». Είναι περισσότερο ένας χώρος ευπροσάρμοστος και ανοιχτός, που αισθάνομαι ότι φιλοξενεί τη ζωγραφική μου, φέρνοντας την σε μια άμεση επαφή με την ίδια την φύση. Είναι πολύ ωραίο να βλέπεις τα έργα μες στη φύση, να συνομιλούνε μαζί της. Από τη συνομιλία τους αυτή σχεδόν πάντα προκύπτει μια καινούργια ιδέα. Στην Αθήνα το ατελιέ είναι ένας χώρος βιομηχανικός. Μέσα στον ιστό της πόλης. Μπορεί κανείς να συγκεντρωθεί και να επεξεργαστεί το αρχικά ακατέργαστο κι αυθόρμητο υλικό του, τις ιδέες, τα σχέδια. Να ταξινομήσει, να αξιολογήσει, να δει τα πράματα από απόσταση. Στην ουσία κι οι δύο χώροι είναι για μένα απολύτως απαραίτητοι κι αποτελούν μια αδιάσπαστη ενότητα. Συμβάλουν ο καθένας με τον τρόπο του, στη δημιουργική ανάπτυξη της ίδιας δουλειάς.
Στις λαμπρές σπουδές σας στο Παρίσι, έχετε μια σκευή στη φιλοσοφία (στο Univercite Paris I-Sorbonne). Πότε νιώθετε ότι η ζωγραφική έχει εκπληρώσει τον «στόχο» της;
Όταν ο θεατής μπροστά σε μια ζωγραφική δουλειά, με μια ευχάριστη έκπληξη, αισθάνεται ότι αυτό που βλέπει τον αφορά αληθινά και τον αγγίζει, τότε η ζωγραφική έχει εκπληρώσει σίγουρα κάποιον από τους «στόχους» της. Αυτή η ενδόμυχη, ακαριαία θα λέγαμε και χωρίς σχόλια επαφή με τον θεατή, είναι ένας πολύ σοβαρός σκοπός της τέχνης. Πρέπει να αφορά τους ανθρώπους η ζωγραφική για να πούμε ότι μεταφέρει μια αλήθεια. Να τους είναι «χρήσιμη», να τους συντρέχει και να τους ταξιδεύει. Εγώ μπροστά σε έργα που με αγγίζουν αισθάνομαι τόσο φιλικά, που δεν θέλω ν’ απομακρυνθώ, θέλω να τα βλέπω συνέχεια. Σα να συναντώ έναν αληθινό φίλο. Τώρα αν θέλαμε όλο αυτό να το μεταφράσουμε και φιλοσοφικά, να το γενικεύσουμε κάπως, θα λέγαμε ότι το αυθεντικό έργο τέχνης προσφέρει στο Είναι μια εστία και ένα καταφύγιο τέτοιο που δεν μπορεί βρει πουθενά αλλού.
Μεταφέρω από παλιότερη συνέντευξή σας ότι «τα θέματα μου τα θεωρώ τοπία – πρόσωπα, αποτυπώσεις ενός βλέμματος εσωτερικού». Μιλήστε μας γι' αυτό και πώς αντιλαμβάνεστε το φως.
Στα τοπία μου συνήθως δεν υπάρχει ζωγραφισμένη ανθρώπινη παρουσία. Ο άνθρωπος υπονοείται μόνον σαν εξωτερικός παρατηρητής. Βρίσκεται εκτός του τελάρου και θα λέγαμε ότι προσφέρει με την παρουσία του, με το βλέμμα του, μια τρίτη διάσταση στο δισδιάστατο έργο. Ζωγραφίζω «βλέμματα» περισσότερο, παρά τοπία και μ’ αυτή την έννοια τα τοπία μου είναι ταυτόχρονα και πρόσωπα. Τώρα σ’ αυτήν την τελευταία μου δουλειά, τα έργα δουλεύτηκαν στην κυριολεξία μες στο φως, θέλησα να ζωγραφίσω το φως όντας μέσα του. Και προσπάθησα με πολλούς πειραματισμούς κι αλλάζοντας τον τρόπο δουλειάς μου να πλησιάσω αυτή την «άδεια», διάφανη αίσθηση που με κινητοποιούσε. Στη ζωγραφική πάντα, ότι και να ζωγραφίζουμε, με το φως έχουμε να κάνουμε. Εδώ όμως το εγχείρημα είναι διαφορετικό. «Μες στο φως» σημαίνει ότι το φως γίνεται χώρος, δεν φωτίζει απλά αλλά γίνεται το ίδιο ένας κόσμος, ανάλαφρος και δεκτικός, που τα πάντα, μαζί κι εμείς, ελευθερωνόμαστε μέσα του.
Ξεκινήσατε από τον κινηματογράφο, αλλά εκφράζεστε στο μέσο του «τελάρου». Πώς βλέπετε το μέλλον της ζωγραφικής στην ψηφιακή εποχή;
Από τη ζωγραφική ξεκίνησε η σχέση μου με την τέχνη, στα δεκαεπτά μου. Κι από τη ζωγραφική βρέθηκα να εξερευνώ το σινεμά, θεωρώντας ότι μπορεί να αποτελέσει και μια πειραματική, πολύπλευρη εκδοχή της. Και μέσα από το σινεμά εξερεύνησα και το βίντεο και τις ψηφιακές δυνατότητες της εικόνας. Έκανα για χρόνια μια μεγάλη και πολύ εμπεριστατωμένη και δημιουργική περιπλάνηση στον χώρο της ψηφιακής εικόνας. Τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη ζωγραφική. Η ψηφιακή εποχή έχει δημιουργήσει έναν παράλληλο οπτικό κόσμο, συνεχώς εξελισσόμενο τεχνολογικά και αισθητικά, που πάντα θα αντλεί από τη ζωγραφική και θα αναφέρεται σ’ αυτήν. Κι από την άλλη η ζωγραφική θα βρίσκει σ’ αυτόν τον νέο κόσμο καινούργιες ιδέες, νέα μοντέλα και φόρμες που θα την ανανεώνουν.
Χρήστος Κεχαγιόγλου, «Στην άκρη του οικείου»
Ο Χρήστος Κεχαγιόγλου έχει παρουσιάσει την ζωγραφική του, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, σε 41 ατομικές και σε πάνω από εκατό ομαδικές εκθέσεις. Το 2014 η Πινακοθήκη Κυκλάδων σε συνεργασία με τη γκαλερί Ζουμπουλάκη παρουσίασαν στη Σύρο μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του. Με αφορμή την έκθεση εκδόθηκε από τις εκδόσεις Κριτική το βιβλίο του με τίτλο «με τα μάτια προς τα μέσα να κοιτάνε». Έργα του θα συναντήσετε σε πινακοθήκες, γκαλερί, μουσεία και μεγάλες συλλογές της Ελλάδας και του εξωτερικού. Είναι μόνιμος συνεργάτης της γκαλερί Ζουμπουλάκη και η έκθεση «Μες στο φως» είναι η έκτη ατομική του στην αθηναϊκή αίθουσα.
Διάρκεια έκθεσης: 10 Νοεμβρίου – 3 Δεκεμβρίου 2022, γκαλερί Ζουμπουλάκη, Πλ. Κολωνακίου 20. Ώρες λειτουργίας: Τρ., Πέμ. & Παρ. 11.00 -20.00. Τετ. & Σάβ. 11.00 –15.00. Κυριακή & Δευτέρα κλειστά