Το εδαφικό και οι εγγυήσεις ασφαλείας βρίσκονται στον πυρήνα της διαπραγμάτευσης για την Ουκρανία. Ποια στρατηγικής σημασίας εδάφη δεν προτίθεται να παραδώσει η Μόσχα. Πού οδεύουν οι διατλαντικές σχέσεις. Ο διεθνολόγος Δρ Αφεντούλης Λαγγίδης μιλά στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη στη σκιά του τηλεφωνήματος των Ντόναλντ Τραμπ και Βλαντιμίρ Πούτιν που έρχεται να ανοίξει το περίπλοκο κεφάλαιο του τερματισμού ενός επιθετικού πολέμου στην καρδιά της Ευρώπης που προσεχώς συμπληρώνει τρία έτη.
Ας μην προτρέχουμε, επισημαίνει ο κ. Λαγγίδης ως βασική αρχή απέναντι σε όλα τα ανοιχτά ζητήματα και ερωτήματα σε ένα τοπίο συγκεχυμένο και με πολλαπλές παραμέτρους. Σημειώνει ότι βρισκόμαστε στο σημείο μετάβασης από τις αμερικανικές προθέσεις στις πράξεις και προς μία κρίσιμη και δύσκολη διαδικασία διαπραγμάτευσης, η έκβαση της οποίας θα συνδιαμορφωθεί από την εικόνα που θα επικρατεί το προσεχές διάστημα επί του πεδίου, ενώ θεωρεί πως δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η διαπραγμάτευση θα έχει ολοκληρωθεί εντός του επιθυμητού από την πλευρά Τραμπ χρονοδιαγράμματος, ήτοι τον Απρίλιο.
Ως προς την Ευρώπη και τις ανησυχίες περί παράκαμψής της από τη διαπραγμάτευση, ο Αφεντούλης Λαγγίδης αναφέρει πως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι χώρος τον οποίο εγκαταλείπει τόσο απλά και εν μία νυκτί η αμερικανική υπερδύναμη, αλλά αυτό που συμβαίνει είναι ότι αλλάζουν οι όροι της συζήτησης. Παραπέμπει στη ρήση Τσώρσιλ ότι δεν είναι η αρχή του τέλους αλλά το τέλος της αρχής και υπογραμμίζει τη σημασία της παρουσίας των ΗΠΑ σε υψηλό επίπεδο στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια που αρχίζει σήμερα και από την οποία μπορεί να προκύψει μία πιο καθαρή εικόνα των όσων διαμείβονται μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ.
Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:
Κύριε Λαγγίδη, υπό ποια δεδομένα αρχίζει η διαπραγμάτευση για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία έπειτα από το τηλεφώνημα Τραμπ-Πούτιν;
Κατ' αρχήν, να πούμε ότι οι πληροφορίες που διαθέτουμε είναι επί τη βάσει των όσων έχει αναφέρει ο πρόεδρος Τραμπ. Υπάρχει ένα χρονοδιάγραμμα επαφών, η πρώτη ίσως γίνει στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, και θα ακολουθήσουν, πάντα σύμφωνα με τον ίδιο τον Τραμπ, μία ή δύο ακόμη συναντήσεις και η μία θα είναι είτε στην Ουάσινγκτον είτε στη Μόσχα. Θα το δούμε βεβαίως πώς θα εξελιχθεί αλλά ο στόχος είναι η αποκατάσταση της επαφής με τη ρωσική πλευρά.
Στην πλευρά της Ουκρανίας, ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, φέρεται κατά τις πληροφορίες που κυκλοφορούν, να έχει βρει κάποια σημεία επαφής με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Ντόναλντ Τραμπ τουλάχιστον όσον αφορά το οικονομικό σκέλος. Την εμπλοκή, δηλαδή, των Ηνωμένων Πολιτειών στην ουκρανική οικονομία με κεντρικό σημείο τα αποθέματα της χώρας σε μεταλλεύματα και σπάνιες γαίες.
Από εκεί και πέρα αρχίζουν τα πλέον περίπλοκα ζητήματα για μία κατάπαυση του πυρός. Εισερχόμαστε στο περιεχόμενο της συζήτησης και το οποίο δεν αφορά μόνο αυτό το τριμερές σχήμα Ηνωμένες Πολιτείες-Ρωσία-Ουκρανία, αλλά αφορά φυσικά το ΝΑΤΟ και την Ευρώπη και γνωρίζουμε ότι από κάποιες χώρες υπάρχει αρκετή επιφύλαξη όσον αφορά τη διαδικασία που έχει δείξει ο πρόεδρος Τραμπ. Θα δούμε πώς θα κινηθούν οι πρώτες αυτές επαφές και κατόπιν τη στάση που θα τηρήσουν η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και βεβαίως η Βρετανία, με δεδομένο ότι υπάρχει εκπεφρασμένη, σε πολλές περιπτώσεις, επιφυλακτικότητα όσον αφορά τη διαδικασία, όπως παρουσιάζεται, και το ποιοι θα είναι οι όροι της ενδεχόμενης συμφωνίας.
Όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, νομίζω είναι αρκετά στενό. Εάν ευσταθούν οι πληροφορίες για επιμονή του Ντόναλντ Τραμπ στον Απρίλιο, δεν είμαι και τόσο σίγουρος ότι μπορεί να επιτευχθεί αυτό. Αλλά, ξέρετε, στη διεθνή πολιτική και στη διπλωματία οι καταληκτικές ημερομηνίες είναι για να ξεπερνιούνται.
Πριν ξεκινήσουν οι επαφές δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για χρονοδιαγράμματα ούτε να βγάζουμε τελικά συμπεράσματα. Αυτό που είναι σίγουρο όμως είναι ότι εξελίξεις όσον αφορά την Ουκρανία προσδιορίζονται και από την κατάσταση επί του πεδίου. Εάν υπάρξει σημαντική αλλαγή σε σχέση με το τώρα, το σήμερα, επί τη βάσει των ενεργειών της μίας ή της άλλης πλευράς, κυρίως της ρωσικής, κατανοούμε όλοι πως εάν οι Ρώσοι αποκτήσουν περισσότερα εδάφη θα ενδυναμώνεται και η διαπραγματευτική τους θέση. Δεν μπορείς να μιλάς για κέρδη εάν δεν υπάρχουν και επί του εδάφους.
Ποιοι είναι οι όροι με τους οποίους προσέρχονται οι πλευρές στη διαπραγμάτευση;
Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε στις Βρυξέλλες ο νέος Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Πιτ Χέγκσεθ, η Ουκρανία δεν θα πρέπει να επιδιώξει την πλήρη εδαφική αποκατάσταση, δηλαδή την επιστροφή στα προ του 2014 σύνορα. Αυτό σημαίνει ότι για το ζήτημα της Κριμαίας δεν υπάρχει συζήτηση, αλλά διεφάνη, χωρίς να το αναφέρει ρητά, ότι ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ μιλούσε και για εδάφη που κατελήφθησαν από το 2022 και έπειτα. Βεβαίως, το σύνολο των κατεχόμενων περιοχών -που ανέρχεται περίπου στο 20%, ίσως και παραπάνω, της ουκρανικής επικράτειας- δεν φαντάζεται κανείς ότι θα καταλήξει ως έχει στα χέρια των Ρώσων, αλλά θα υπάρξουν κάποιες παραχωρήσεις. Μπορούμε να εικάσουμε ωστόσο πού θα παραμείνουν οι Ρώσοι και πέραν της Κριμαίας.
Στο Κουρσκ δίδεται από την άλλη υπερβολική σημασία. Η κατοχή εδάφους από τους Ουκρανούς είναι πάρα πολύ μικρή, κάτι το οποίο σημαίνει ότι αποτελεί μεν διαπραγματευτικό χαρτί, αλλά όχι ισχυρό. Δεν είναι ότι οι Ρώσοι θα αναγκαστούν να ανταλλάξουν εδάφη επειδή οι Ουκρανοί κατέλαβαν το Κουρσκ. Θα ανταλλάξουν εδάφη αλλά επί τη βάσει της χρησιμότητας των εδαφών αυτών πάνω σε δύο συγκεκριμένα κριτήρια: Το πρώτο είναι η εδαφική επαφή μεταξύ Κριμαίας και Ρωσικής Ομοσπονδίας, κάτι το οποίο σημαίνει κατά την προσωπική μου εκτίμηση ότι η ρωσική πλευρά θα επιδιώξει να υπάρξει αυτός ο λεγόμενος νότιος διάδρομος, ο οποίος περνά και από τη Μαριούπολη και φθάνει μέχρι και την Κριμαία. Θεωρώ ότι σε αυτό, στο να υπάρχει μία εδαφική συνέχεια, η ρωσική πλευρά θα επιμείνει. Αυτό φυσικά δημιουργεί προβλήματα για την Ουκρανία από τη στιγμή που έτσι χάνει την πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα. Τα γνωρίζαμε αυτά από την αρχή όμως φαίνεται πως θα χάσει πλέον οριστικά την πρόσβαση σε αυτό το κομμάτι της Μαύρης Θάλασσας και της απομένει ένα μικρό τμήμα δυτικότερα της Κριμαίας και στην περιοχή του Νικολάιφ. Όλα αυτά επαναλαμβάνω είναι εκτιμήσεις που στηρίζονται και σε αυτά που είχαν αναφερθεί ήδη από τις πρώτες ημέρες της ρωσικής εισβολής.
Το δεύτερο σημείο είναι ο έλεγχος περιοχών της Ουκρανίας που είναι πλούσιες σε πόρους. Στην τελική διαπραγμάτευση όποια εδάφη εγκαταλείψουν οι Ρώσοι θα είναι εδάφη που έχουν μικρή σημασία γι' αυτούς. Αν το δούμε πολύ απλά, δεν πολέμησαν σχεδόν τρία χρόνια για να αποκτήσουν εδάφη που δεν έχουν καμία στρατηγική σημασία γι' αυτούς. Αυτή είναι η λογική μέσα από την οποία εκτιμώ ότι θα κινηθούν οι διεκδικήσεις από ρωσικής πλευράς.
Η δεύτερη σημαντική διάσταση στις διαπραγματεύσεις είναι οι εγγυήσεις ασφαλείας. Πρώτον, είναι οι εγγυήσεις όσον αφορά τη ρωσική πλευρά και το ζητούμενό της, από την πρώτη στιγμή, να μην ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ. Και αυτό το υπονόησε σαφώς Πιτ Χέγκσεθ και το επανέλαβε και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ αν διαβάσουμε πίσω από τις γραμμές των δηλώσεών του. Η εισδοχή της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ απομακρύνεται χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει κάποια φόρμουλα στο απώτερο ή στο απώτατο μέλλον. Ίσως μείνει ως ενδεχόμενο με ανοιχτές καταληκτικές ημερομηνίες. Αλλά από την άλλη, εάν υπάρχει τόσο έντονη παρουσία των Αμερικανών και στο οικονομικό επίπεδο, εκτιμώ ότι οι εγγυήσεις από πλευράς ΝΑΤΟ είναι κάτι το οποίο δεν έχει να προσθέσει πάρα πολλά. Φυσικά για τους Ουκρανούς είναι κεφαλαιώδους σημασίας αλλά από τη στιγμή που υπάρχει δυτική παρουσία με τη μία ή την άλλη μορφή -οικονομική, πολιτική και ούτω καθεξής- νομίζω ότι το ΝΑΤΟ απομακρύνεται τουλάχιστον τη δεδομένη στιγμή.
Η τρίτη διάσταση αφορά τη διεξαγωγή εκλογών στην Ουκρανία -πότε θα διεξαχθούν, εάν θα είναι ελεύθερες. Είναι ένα από τα ζητήματα που θεωρώ θα συζητηθούν και είναι κάτι που έθετε η ρωσική πλευρά ήδη από την επαύριο της εισβολής της 22ας Φεβρουαρίου του 2022. Θυμηθείτε ότι η καθεστωτική αλλαγή ήταν μεταξύ των τεσσάρων όρων -η απομάκρυνση του φασιστικού, όπως η Μόσχα το χαρακτήριζε, καθεστώτος του Κιέβου υπό τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Υποθέτω ότι οι Ρώσοι θα επιδιώξουν την επίσπευση των εκλογών έτσι ώστε να βγει από τη μέση, έστω και σαν κέρδος επικοινωνιακά, ο Ζελένσκι.
Θα ήταν αρκετές αποκλειστικά ευρωπαϊκές εγγυήσεις ασφαλείας για να αποτρέψουν μελλοντική ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας; Ο Ζελένσκι δεν το πιστεύει. Επίσης θα είχαν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες την πολιτική βούληση ή και τους πόρους για να «ασφαλίσουν» πάνω από 1.000 χλμ της γραμμής του μετώπου;
Εδώ είναι και ένα από τα πιο περίπλοκα σημεία διότι δεν μιλάμε για μία ενιαία Ευρώπη ή για το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών που υιοθετούν μία ταυτόσημη στάση, αλλά υπάρχει αντίθετα μεγάλη απόκλιση. Και εντός του ΝΑΤΟ υπάρχει απόκλιση και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και δεν είναι μόνο ζήτημα πολιτικής έκφρασης· είναι και θέμα κατά πόσο η ίδια η Ευρώπη μπορεί να στηρίξει αμυντικά την ασφάλεια της Ουκρανίας. Από τη στιγμή που η Ευρώπη αντιδρά σε όσα ακούγονται διά στόματος Τραμπ για αύξηση των αμυντικών δαπανών πώς, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, μπορούμε να εικάσουμε ότι η Ευρώπη θα δεχθεί να καλύψει τις ουκρανικές ανάγκες ασφαλείας χωρίς να υπάρξει αμυντική συνδρομή από τις ΗΠΑ. Φαντάζομαι ότι οι Ευρωπαίοι θα προσπαθήσουν πάλι να βάλουν μπροστά τους Αμερικανούς αλλά νομίζω ότι αυτή τη φορά οι Αμερικανοί επί Τραμπ δεν είναι τόσο διατεθειμένοι να υποχωρήσουν και να βάλουν ξανά το χέρι στην τσέπη.
Όλα όσα έχει πει ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι καθόλου τυχαία. Το ένα σχετίζεται με το άλλο. Όποια εξέλιξη υπάρχει στα αμυντικά, τις δαπάνες ως προς το ΑΕΠ, άλλο τόσο αντανακλάται και σε ζητήματα εξειδικευμένα και πραγματικά όπως είναι η ασφάλεια της Ουκρανίας. Άρα λοιπόν, αυτό είναι ένα εξαιρετικά περίπλοκο ζήτημα και γι’ αυτό άλλωστε δεν έχουμε και τόσες πληροφορίες. Και όποιες έχουν ήδη προκύψει, να έχουμε υπόψη μας ότι μπορεί να αλλάξουν. Σκεφτείτε θεωρητικά τι θα μπορούσε να συμβεί εάν υπήρχε ένα απροσδόκητο αποτέλεσμα στις εκλογές στη Γερμανία ή σε άλλες επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές.
Βρισκόμαστε εμφανώς μπροστά σε μία νέα πραγματικότητα όσον αφορά τις διατλαντικές σχέσεις και τη δέσμευση των ΗΠΑ στην ασφάλεια της Ευρώπης. Ποια είναι αυτή η νέα πραγματικότητα μετά το τηλεφώνημα Τραμπ-Πούτιν και όπως αποτυπώθηκε διά στόματος Πιτ Χέγκσεθ στις Βρυξέλλες;
Να απαντήσω λίγο σιβυλλικά, όπως θα έκανε και ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, ότι δεν είμαστε στην αρχή του τέλους αλλά είμαστε στο τέλος της αρχής όσον αφορά διαπραγματεύσεις και συζητήσεις. Άρα, λοιπόν, όσα έχουν ακουστεί από τον ίδιο τον πρόεδρο Τραμπ και τον υπουργό Άμυνας Χέγκσεθ είναι πρωτόλεια και δεν είναι αυτό το οποίο θα προκύψει στην πράξη μετά από διεξοδικές και πρόσωπο με πρόσωπο συζητήσεις που δεν θα είναι απλά και μόνο τηλεφωνικές. Ως γενική παρατήρηση ένα τηλεφώνημα πολλές φορές δεν απεικονίζει και πλήρως την πραγματικότητα των όσων σκέφτονται αυτοί που συνομιλούν. Πιο σαφής η κατάσταση γίνεται όταν υπάρχει άμεση, διαπροσωπική επαφή και έως ότου το έχουμε αυτό δεχόμαστε με επιφύλαξη αυτά τα οποία μπορεί να έχουν συζητηθεί.
Μπορεί ο Πιτ Χέγκσεθ να έκανε αυτές τις δηλώσεις ως προς την ασφάλεια της Ευρώπης, από την άλλη όμως ανέφερε πως δεν πρόκειται να αποσυρθούν αμερικανικά στρατεύματα από την Ευρώπη. Το αφήνει να επικρέμαται ως απειλή. Βλέπετε, αυτό είναι ένα παιχνίδι ισορροπιών. Αυτή τη στιγμή έχουμε ένα «ποντάρισμα», όπως έχουμε ξαναμιλήσει για τον Τραμπ και το σκληρό πόκερ, και δεν σημαίνει ότι όλα αυτά τα οποία ακούμε τη δεδομένη χρονική στιγμή ισχύουν στην πραγματικότητα. Πρόκειται σε μεγάλο βαθμό όχι απλά για παιχνίδι εντυπώσεων αλλά για διαπραγματευτικά ατού, τα οποία χρησιμοποιεί η αμερικανική πλευρά.
Βλέποντας τις αντιδράσεις που εκφράζονται από ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, είναι βάσιμες οι ανησυχίες ότι μπορεί η προεδρία Τραμπ να παρακάμψει την Ευρώπη στη διαπραγμάτευση με τον Βλαντιμίρ Πούτιν;
Δεν μπορεί να το κάνει αυτό η προεδρία Τραμπ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι χώρος τον οποίο εγκαταλείπει τόσο απλά και εν μία νυκτί η αμερικανική υπερδύναμη, αλλά αυτό που συμβαίνει είναι ότι αλλάζουν οι όροι της συζήτησης. Είναι μία γλώσσα η αμερικανική επί Τραπ την οποία δυσκολεύονται πολλοί Ευρωπαίοι ακόμη να καταλάβουν. Παρόλο που υπάρχουν τόσα σημάδια, και υπήρξαν ήδη από την πρώτη τετραετία του Ντόναλντ Τραμπ, ακόμη και τώρα ορισμένοι δυσκολεύονται να καταλάβουν τη γλώσσα Τραμπ και την ερμηνεύουν κυριολεκτικά, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι όλα όσα λέει είναι μεταφορικά. Είναι κάτι μεταξύ και των δύο. Αλλά τώρα όποιος δεν καταλαβαίνει τη γλώσσα χάνει και το περιεχόμενο των όσων λέγονται.
Σε κάθε περίπτωση, συνολικά ας μην προτρέχουμε. Περνάμε από τις πληροφορίες περί των τηλεφωνικών συνομιλιών σε μία περίοδο που θα απαιτήσει και τις επαφές -και μέσα από αυτές επαφές θα σχηματοποιηθεί ή θα ξεκαθαρίσει καλύτερα η εικόνα. Περνάμε από τις ημέρες των προθέσεων στην περίοδο των πράξεων και θυμίζω ότι η εικόνα των ευρω-αμερικανικών σχέσεων είναι ατελής αν δεν ληφθούν υπόψη και οι δασμοί διότι είναι ένας πάρα πολύ σημαντικός παράγοντας. Θα πρέπει να δούμε και στην περίπτωση των δασμών αν θα υπάρξει συμβιβασμός. Συνεπώς επανέρχομαι στον Τσώρτσιλ και στο ότι είμαστε στο τέλος της αρχής και όχι στην αρχή του τέλους.
Μετά το τηλεφώνημα των προέδρων ΗΠΑ και Ρωσίας αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα η Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια που αρχίζει σήμερα. Τι μπορούμε να περιμένουμε;
Ό,τι προκύψει από αυτό το φόρουμ θα είναι κάτι που θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψιν για τη συνέχεια. Στην αρχή είχε υπάρξει η πληροφορία ότι δεν θα είναι παρούσα η αμερικανική πλευρά στη Διάσκεψη του Μονάχου. Από απόντες οι Αμερικανοί, δείχνοντας και λίγο σνομπισμό έναντι των Ευρωπαίων, τελικά συμμετέχουν σε υψηλό επίπεδο με τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς και τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο. Ενώ στην αρχή μιλάγαμε για αποστασιοποίηση των Αμερικανών, ο Πιτ Χέγκεσθ μετέβη ήδη στη Γερμανία και την Πολωνία και στη σύνοδο των υπουργών Άμυνας στις Βρυξέλλες και οι Τζέι Ντι Βανς και Μάρκο Ρούμπιο έρχονται στη Διάσκεψη του Μονάχου.
Μετά το Μόναχο θα έχουμε μια πιο συγκεκριμένη, όχι τόσο συγκεχυμένη, εικόνα αυτών που θα διαμειφθούν μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών.
Μπορεί στο Μόναχο να επιχειρηθεί κάποιος καθησυχασμός της Ευρώπης;
Αυτό είναι που θα κάνουν οι Αμερικανοί. Δεν υπάρχει περίπτωση οι αξιωματούχοι που βρίσκονται επί ευρωπαϊκού εδάφους αυτή τη στιγμή να πάνε στο Μόναχο και να τα 'σπάσουν'. Είναι και κάτι που προδίδεται και από το βάρος της παρουσίας τους εκεί. Δίνουν ένα ειδικό βάρος στο Φόρουμ του Μονάχου, το οποίο Φόρουμ του Μονάχου διεξάγεται στη Γερμανία που αποτελεί από τις πλέον επιφυλακτικές χώρες έναντι του Τραμπ -ή τουλάχιστον ήταν επί Σολτς. Θα δούμε τι θα προκύψει από το Φόρουμ. Αλλά θα δούμε και τι θα προκύψει και από τις γερμανικές εκλογές. Είναι για ένα ακόμα λόγο σημαντικές οι γερμανικές εκλογές· δεν είναι απλά και μόνο το ζήτημα των όποιων εσωτερικών συμμαχιών με την AfD και ούτω καθεξής, αλλά αφορούν σε πολύ μεγάλο βαθμό και τα ευρω-ατλαντικά ζητήματα.
Θεωρείτε ότι ο Φρίντριχ Μερτς μπορεί να έχει καλύτερη προσέγγιση με την προεδρία Τραμπ;
Εκτιμώ ότι σίγουρα δεν θα έχει χειρότερη από τον Όλαφ Σολτς. Για να το πω διαφορετικά, πιστεύω ότι χειρότερη από τον Σολτς δεν γίνεται. Ο Σολτς βεβαίως έχει κληρονομήσει τη στάση της Άνγκελα Μέρκελ, η οποία και θυμίζω είχε χαρακτηριστεί από τον Ομπάμα ηγέτιδα του ελεύθερου κόσμου μετά την αποχώρησή του και την πρώτη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Δεν πιστεύω ότι επί Μερτς μπορούν να κινηθούν ακόμη χειρότερα οι γερμανο-αμερικανικές σχέσεις χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα έχουμε ένα πλήρες λιώσιμο των πάγων που θα αντικατασταθεί από ένα γερμανο-αμερικανικό ειδύλλιο.