Της Isabella Zhong
Η τέχνη αποδεικνύεται ένας εξαιρετικός τρόπος για να διαφοροποιήσει ένας επενδυτής το χαρτοφυλάκιό του, αλλά πολλοί δεν την προτιμούν γιατί δεν προσφέρει άμεσο εισόδημα. Κι όμως, με την αγορά τέχνης προς ενοικίαση, μπορούν να έχουν και το σκύλο χορτάτο και την πίτα ολόκληρη.
Όσοι επενδύουν σε έργα τέχνης βασίζονται παραδοσιακά σε κέρδη κεφαλαίου, για να δημιουργήσουν από μεσοπρόθεσμες έως μακροπρόθεσμες αποδόσεις, αγοράζοντας το σωστό καλλιτέχνη, τη σωστή στιγμή και στη σωστή τιμή. Η αγορά τέχνης προς ενοικίαση έχει ένα παραπάνω πλεονέκτημα: το εισόδημα. Το μειονέκτημα, βέβαια, είναι ότι οι επενδυτές θα πρέπει να στερηθούν την απόλαυση του να κρεμάσουν τη νέα τους αγορά στον τοίχο. Αντιθέτως, η τέχνη ενοικιάζεται σε κάποιον άλλον, -συχνά μια εταιρία-, ως μέρος ενός συμβολαίου ενοικίασης που συνοδεύει την αγορά.
Η συμβουλευτική εταιρία Art Works, με έδρα τη Σιγκαπούρη, -η οποία ήταν πρωτύτερα γνωστή ως Art Index International-, είναι πρωτοπόρος στο επενδυτικό μοντέλο της αγοράς τέχνης προς ενοικίαση στη Σιγκαπούρη. Τα συμβόλαια της Art Works έχουν όρους με εύρος από δύο έως τέσσερα χρόνια και προσφέρουν στους επενδυτές μια ετήσια απόδοση της τάξεως του 7%. Η εταιρεία παίρνει προμήθεια ανάλογα με το μέγεθος του ενοικίου και την απόδοση που προσφέρει στους πελάτες. Στο τέλος της αρχικής μίσθωσης, οι επενδυτές επιλέγουν αν θα υπογράψουν και άλλο συμβόλαιο, -με τον ίδιο η με διαφορετικό ενοικιαστή-, ή θα αγοράσουν το έργο. “Είναι το ίδιο με το να επενδύεις σε ενοικίαση ακινήτου”, λέει ο Joe Hallard, ανώτερος σύμβουλος τέχνης της Art Works.
Το επενδυτικό μοντέλο δουλεύει ιδιαίτερα καλά με τη σύγχρονη κινέζικη τέχνη, λέει ο Hallard. “Κινούμαστε προς την κινέζικη αγορά, επειδή ακολουθούμε τα κέρδη”, εξηγεί. “Είναι σα μια οποιαδήποτε μορφή επένδυσης -ακολουθείς το χρήμα.” Η μεγάλη ζήτηση για την ακμάζουσα αγορά κινέζικης τέχνης σημαίνει ότι αυτό το είδος έχει μια καλή πιθανότητα να ενισχύσει τα κεφάλαια όσων επενδύουν στην τέχνη. Η συχνά ιδιόρρυθμη αλλά φιλοσοφική φύση της σύγχρονης κινέζικης τέχνης κάνει επίσης το είδος αυτό ιδιαίτερα κατάλληλο για εταιρικά γραφεία.
Ο Hallard τονίζει τη σημασία του να μελετάς τα βασικά όταν επενδύεις στην τέχνη. “Όταν αγοράζεις μια μετοχή, κοιτάς το όριο της τιμής της, την ιστορία της, το πώς φαίνεται η εταιρία, ποιο είναι το μέλλον της εταιρίας, ποιο είναι το μερίδιο αγοράς της εταιρίας κλπ.”, λέει. “Μπορείς να εφαρμόσεις την ίδια λογική και στην τέχνη.”
Η διαδικασία κινείται ως εξής: ο σύμβουλος τέχνης βοηθά, αρχικά, στο ποιο θα ήταν το καλύτερο ποσό επένδυσης, με βάση τις υπάρχουσες επενδύσεις. “Κάποιοι πελάτες διανέμουν ένα μικρό τμήμα του χαρτοφυλακίου τους, ας πούμε το 10% ή το 15%, ενώ άλλοι επενδύουν περισσότερα”, λέει ο Hallard, ο οποίος επίσης προτείνει διαφοροποίηση μεταξύ διαφορετικών ειδών. Έπειτα, ο σύμβουλος λέει πώς πιστεύει ότι θα πρέπει να γίνει ο διαμοιρασμός του ποσού στα διάφορα έργα και τέλος, προτείνει δυο καλλιτέχνες -συνήθως κάποιους που ήδη εκπροσωπεί η εταιρεία του, μαζί με μια επιλογή από κατάλληλα έργα, τα οποία έχουν ήδη μισθωθεί.
Έτσι, εάν επιλέξουν να επενδύσουν σε αυτά τα έργα τέχνης που τους προτείνει, παίρνουν το ενοίκιο που ορίζει για αυτά η συμβουλευτική εταιρεία, η οποία κάνει το συμβόλαιο με τον ενοικιαστή του έργου, μείον την προμήθειά της φυσικά.
Πηγή: barrons.com