Περιστασιακές πωλήσεις πάνω σε φυσαλίδες στην πρώτη ανοιξιάτικη έκδοση του TEFAF στη Νέα Υόρκη

Περιστασιακές πωλήσεις πάνω σε φυσαλίδες στην πρώτη ανοιξιάτικη έκδοση του TEFAF στη Νέα Υόρκη

Του Nate Freeman

Πρόκειται για τη φουάρ όπου είναι απολύτως φυσιολογικό να δεις μια τσάντα Jeff Koons Louis Vuitton, μια τσάντα των 5.000 δολαρίων, να κρέμεται ένδοξα με τις λέξεις DA VINCI σε χρυσό, τη Μόνα Λίζα τυπωμένη στο δέρμα, στο χέρι μιας συλλέκτριας, καθώς παρακολουθούσε τα έργα σε προσφορά στο Park Avenue Armory.

Φυσικά, υπάρχουν πολύ πιο ακριβά αντικείμενα από μια τσάντα 5.000 δολαρίων διαθέσιμη στην πρώτη μοντέρνα και σύγχρονη φουάρ του TEFAF στη Νέα Υόρκη. Η The European Fine Art Fair (TEFAF) έκανε μια τολμηρή κίνηση για διατλαντική κυριαρχία, όταν ανακοίνωσε το Φεβρουάριο του 2016 ότι θα διεξάγει δύο φουάρ στο πιο ακριβό κτίριο της πόλης της Νέας Υόρκης –στο Armory του Upper East Side, που πιάνει ένα ολόκληρο τετράγωνο. Η πρώτη, που έγινε τον Οκτώβριο, ήταν αφιερωμένη σε έργα από την αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα: η φουάρ αυτής της βδομάδας ζήτησε από τις γκαλερί να φέρουν μοντέρνα και σύγχρονη τέχνη και ντιζάιν.

Αυτό την φέρνει ευθέως σε ανταγωνισμό με άλλη μία ευρωπαϊκή φουάρ με παράρτημα στη Νέα Υόρκη, τη Frieze, η οποία βρίσκεται στο Randall' s Island. Βέβαια, η Frieze είναι πολύ μεγαλύτερη (200 γκαλερί σε διάφορους τομείς, σε σύγκριση με τις 92 στο TEFAF), αλλά οι τοπικοί συλλέκτες εμφανίστηκαν, δίπλα σ' αυτούς που ήρθαν έξω από την πόλη: οι Donald Marron, Steve Martin, John McEnroe, η οικογένεια Mugrabi και η Beth Rudin DeWoody συγκαταλέγονταν ανάμεσα στους δυνητικούς αγοραστές που παρακολουθούσαν τα περίπτερα κατά τις πρώτες ώρες λειτουργίας της φουάρ.

Αλλά αγόραζαν; Κάπως, αν και οι έμποροι τόνισαν ότι αυτή είναι μια φουάρ όπου ανταμείβεται η υπομονή (και διαρκεί έξι ολόκληρες ημέρες, δύο φορές περισσότερο από την περικομμένη φέτος Frieze), επειδή η ακαδημαϊκή φύση του υλικού που παρουσιάζεται προσελκύει πιο στοχαστικούς αγοραστές, όχι τους γρήγορους. Και αυτή είναι μια φουάρ με επιτροπή αξιολόγησης, το οποίο σημαίνει ότι κάθε έργο πρέπει να επικυρωθεί για τη γνησιότητά του και να εγκριθεί από τη φουάρ, και η προέλευση των έργων συχνά αναγράφεται στα κείμενα στους τοίχους.

«Προσωπικά, ψάχνω μια φουάρ τέχνης που δεν έχει τον τρελό αγώνα δρόμου της μιας ώρας -αυτή η φουάρ είναι η κατάλληλη τοποθεσία, η κατάλληλη μάρκα και έχει πολύ αυστηρή επιτροπή αξιολόγησης», δήλωσε ο Mathias Rastorfer, διευθυντής της γκαλερί Gmurzynska, της ελβετικής γκαλερί με παραρτήματα στη Ζυρίχη, το Ζουγκ και το Σαιντ Μόριτς. Στεκόταν στη μέση του περιπτέρου της γκαλερί, το οποίο είχε χτιστεί από τον Alexandre de Betak, τον πιο γνωστό σχεδιαστή του κόσμου της μόδας. Είναι το πρώτο περίπτερο που συναντάς όταν περπατάς στους επιβλητικούς διαδρόμους του Armory, και κάνει αίσθηση –με όλα τα ζεστά λευκά φώτα και τους τεράστιους καθρέφτες.

Όπως και να 'χει, φαινόταν να δουλεύει, καθώς η γκαλερί πούλησε το έργο του Roberto Matta Ouvrir les bras comme on ouvre les yeux (1954) για γύρω στο 1 εκατομμύριο δολάρια.

Το θέαμα συνεχίζεται μέχρι πάνω στη μεγάλη κεντρική σκάλα, όπου μια πληθώρα γκαλερί καταλαμβάνουν τα ιστορικά δωμάτια ανάμεσα σε ένα στενό διάδρομο, όπου στα εγκαίνια σερβιτόροι περιφέρονταν με θαυμάσια καναπεδάκια και η σαμπάνια έρεε άφθονη από τους μπάρμεν –όλοι έπιναν σαμπάνια σα να μην ήταν πολύ νωρίς το απόγευμα. Σε αυτό το τμήμα ο Di Donna παρουσιάζει έργα σε συνδυασμό με την έκθεση που βρίσκεται στην γκαλερί του στη Νέα Υόρκη, "A Surrealist Banquet", με τους αστακούς του Σαλβαδόρ Νταλί και τα αχλάδια του Μαν Ρέι.

Στην γκαλερί Christophe Van Weghe υπάρχει ένα σχέδιο του Εντ Ρούσα για 235.000 δολάρια, το οποίο κοιτούσε η DeWoody, αλλά δεν το αγόρασε, και αλλού στον επάνω όροφο, η γκαλερί Hauser & Wirth έχει ένα περίπτερο με έργα ιδιαίτερα ενδιαφέρουσας προέλευσης -ο ανώτατος διευθυντής Graham Steele μας οδήγησε σε ένα μικρό σχέδιο από κάρβουνο σε χαρτί του Philip Guston, το οποίο ήταν δώρο από τον καλλιτέχνη στον κριτικό Harold Rosenberg. ("To Harold Philip '69" είναι σημειωμένο στο κάτω δεξί μέρος.)

Όμως, το πιο επιτυχημένο έργο του περιπτέρου είναι το Χωρίς Τίτλο (Νέα Υόρκη) (1968) του Cy Twombly, το οποίο είχε ήδη προσφορά για 6,5 εκατομμύρια δολάρια. Πουλήθηκε από το Λίο Καστέλι στο Βίκτορ Γκανζ, ο οποίος το πούλησε στον Christie''s το 1986. Στη συνέχεια, πουλήθηκε από την γκαλερί Karsten Greve στην Κολωνία στη συλλογή της Sony και στη συνέχεια επέστρεψε στη γκαλερί Karsten Greve στο St. Moritz και τώρα πωλείται από το συλλέκτη που το πήρε από αυτούς.

«Δεν είναι μόνο συλλέκτες της Νέας Υόρκης εδώ, φαίνεται να είναι μια διεθνής κατάσταση», δήλωσε ο εταίρος της Hauser & Wirth, Marc Payot.

Σα να πήραν κάποιο σύνθημα, τέσσερις διαφορετικές συνομιλίες μεταξύ εμπόρων και συλλεκτών προέκυψαν, σε τέσσερις διαφορετικές γλώσσες: Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά και Ιαπωνικά.

Στην κεντρική αίθουσα, βαριά κατασκευασμένα περίπτερα στοιβάζονται σε τρεις σειρές, με σημεία-σταθμούς όπου σερβίρονται καπνιστοί σολομοί δίπλα σε αστερίες και σαμπάνια παντού. Ο David Zwirner υπογράμμισε δύο νέες εξελίξεις στο πρόγραμμά του -αποφάσισε να συμμετάσχει στη φουάρ, για να τονίσει την επικείμενη παρουσία του στο Upper East Side, όπου θα ανοίξει ένα χώρο το φθινόπωρο, και για να δώσει έμφαση στο έργο της Ruth Asawa, της κληρονομιάς της οποίας πήρε πρόσφατα τον έλεγχο όταν κυνήγησαν τον Ιανουάριο τον ειδικό του Christie' s, Jonathan Laib.

Κατά τις πρώτες ώρες λειτουργίας, ο Zwirner πούλησε το Untitled (S.531, Hanging Six Lobed, Two Continuous Interlocking Forms) (1950), ένα μεγάλο γλυπτό από την Asawa, για 1,5 εκατομμύριο δολάρια, καθώς και ένα μικρότερο γλυπτό της Asawa για 400.000 δολάρια και ένα σχέδιο με μελάνι σε χαρτί για 100.000 δολάρια.

Από την άλλη, η γκαλερί Boulakia από το Παρίσι δεν είχε πουλήσει το 8 εκατομμυρίων δολαρίων έργο Red Joy (1984) του Ζαν-Μισέλ Μπασκιά, -το οποίο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Mary Boone και μετά στάλθηκε στην Ελβετία μέσω του Bruno Bischofberger-, αλλά ο Sean Kelly βρήκε αγοραστή για το έργο Akilah Walker (2015) του Kehinde Wiley για 250.000 δολάρια, και η γκαλερί Petzel πούλησε ένα έργο από την Dana Schutz, το Self-Eater (2003), για 400.000 δολάρια ήδη από τις πρώτες ώρες.

Και ο έμπορος του Σαν Φρανσίσκο, John Berggruen, δήλωσε ότι παρόλο που δεν είχε πουλήσει από την αρχή τον τεράστιο πίνακα του George Condo στο περίπτερο του, το The Pilot (2012), τον οποίο προσέφερε για 1,3 εκατομμύρια δολάρια, ήταν αισιόδοξος.

«Κάνουμε συνέχεια πωλήσεις», είπε. «Τα πάμε καλά από την πρώτη μέρα, και μετά απλά συνεχίζουμε.»

«Προσπαθώ να διασκεδάζω», προσέθεσε.

 

Πηγή: artnews.com

Απόδοση: Νάσια Καλαμάκη