Πώς πάει η αγορά της τέχνης στην Αγγλία μετά την ανακοίνωση του Brexit;

Πώς πάει η αγορά της τέχνης στην Αγγλία μετά την ανακοίνωση του Brexit;

Η φουάρ για τέχνη και αντίκες LAPADA στο Λονδίνο (2016)

Tης Sarah P.Hanson

Μια αναφορά που κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό από την British Art Market Federation (BAMF) έχει ως στόχο τη μέτρηση του εμπορίου τέχνης στη Βρετανία και του αντίκτυπού του στο ευρύτερο οικονομικό τοπίο.

Η έκθεση που συντάχθηκε από την Arts Economics της Clare McAndrew, επιβεβαιώνει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο φιλοξενεί τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά έργων τέχνης στον κόσμο, με πωλήσεις τέχνης και αντίκες ύψους 9,2 δισεκατομμυρίων λιρών, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 21% των συναλλαγών παγκοσμίως. (Οι ΗΠΑ έρχονται πρώτες, με μερίδιο αγοράς 40% και η Κίνα στην τρίτη θέση, με ένα κοντινό 20%.) Η βιομηχανία απασχολεί άμεσα 41.700 άτομα και δίνει δουλειά σε 94.710 θέσεις εργασίας ακόμη, σε βοηθητικές βιομηχανίες όπως η συντήρηση, τα λογιστικά και οι υπολογιστές (ΙΤ). Η συνολική συμβολή της αγοράς της τέχνης στη βρετανική οικονομία εκτιμήθηκε σε 1,46 δισεκατομμύριο λίρες το 2016. Αυτά τα δεδομένα, λέει ο Anthony Browne, πρόεδρος της BAMF, «ενισχύουν το ότι η αγορά της τέχνης είναι κάτι για το οποίο η κυβέρνηση θα έπρεπε να μοιάζεται», ιδιαίτερα κατά τη μεταβατική περίοδο του Brexit.

Η BAMF, μια κοινοπραξία που περιλαμβάνει τους οίκους δημοπρασιών Christie''s, Sotheby''s και Phillips, μαζί με οργανισμούς εξειδικευμένου εμπορίου, όπως η Antiquarian Booksellers Association και το Royal Institution of Chartered Surveyors, εξέδωσε μια τέτοια έκθεση τελευταία φορά το 2014. Έκτοτε, η συνολική αξία της βρετανικής αγοράς έχει μειωθεί κατά 19%, έναντι πτώσης της τάξεως του 17% την ίδια περίοδο παγκοσμίως. Η μεγαλύτερη μείωση ήταν στις δημοπρασίες, οι οποίες υποχώρησαν περίπου κατά 30%. Οι πωλήσεις των εμπόρων τέχνης, από την άλλη, «φαίνεται να είναι πιο σταθερές, με μεια αύξηση της τάξεως του 3% ετησίως», αναφέρει η έκθεση.

Η αξία των εισαγωγών τέχνης στο Ηνωμένο Βασίλειο υποχώρησε επίσης από 4,063 εκατομμύρια λίρες το 2015 σε 2,796 εκατομμύρια λίρες το 2016 -σε μεγάλο βαθμό συμβαδίζοντας με την παγκόσμια συρρίκνωση, αλλά μια πιθανή αιτία ανησυχίας, όταν το Λονδίνο πρέπει να προσφέρει «σημαντικό σύνολο» υλικού υψηλής αξίας, για να προσελκύσει διεθνείς αγοραστές. Πιστεύει ότι το Brexit -και η εγκατάλειψη των επιβαλλόμενων από την Ε.Ε. φόρων και κανονισμών- αποτελεί μια ευκαιρία επανεξέτασης της ανταγωνιστικότητας του έθνους σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο.

Ωστόσο, η αναμόρφωση της σχέσης με την ήπειρο θα είναι ακανθώδης και η έκθεση υπογραμμίζει τη σημασία του διασυνοριακού εμπορίου για την αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου, η οποία λέει ότι υποτιμάται από τα επίσημα στοιχεία. «Για μερικούς από τους μεγάλους οίκους δημοπρασιών, τα έργα που προσυπογράφονταν προς πώληση από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. αντιπροσώπευαν κατά μέσο όρο το 25% των δημοπρασιών τους στο Ηνωμένο Βασίλειο», αναφέρει η έκθεση. Επιπλέον, ανάμεσα στο 15% και 20% όλων των αγορών (σε δημοπρασίες και εμπόρους) πήγαν σε αγοραστές από την Ε.Ε. -ένα ακροατήριο που το Λονδίνο δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά να χάσει, προκειμένου να διατηρήσει το μικρό του προβάδισμα.

«Το μήνυμα για μένα είναι ότι δεν μπορεί κανείς να είναι εφησυχασμένος», λέει ο Browne. «Πρέπει να δημιουργηθεί το κατάλληλο περιβάλλον για να ενθαρρυνθούν οι πωλήσεις τέχνης και η ανάπτυξη της αγοράς».