Ένας χρόνος έχει περάσει από τότε που η OpenAI κυκλοφόρησε το GPT-4, το πιο εξελιγμένο μοντέλο Tεχνητής Nοημοσύνης της και «εγκέφαλο» του ChatGPT, του πλέον γνωστού εργαλείου AI σήμερα στον πλανήτη.
Η Γενετική Τεχνητή Νοημοσύνη αναφέρεται σε μοντέλα ΤΝ που έχουν σχεδιαστεί για να παράγουν νέο πρωτογενές περιεχόμενο, επιλύοντας προβλήματα ανοικτού τύπου με την εκτέλεση ευφυούς ανθρώπινης δράσης, κάτι που δεν είναι εφικτό με την «παραδοσιακή» Τεχνητή Νοημοσύνη.
Αν και ο κόσμος παρακολουθεί και συζητά μανιωδώς τις εξελίξεις γύρω από την Τεχνητή Νοημοσύνη, έρευνες δείχνουν ότι οι επιχειρηματίες την κοιτάζουν…επιφυλακτικά.
Μια παγκόσμια έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε περισσότερους από 300 ηγέτες τεχνολογικών επιχειρήσεων και τηλεπικοινωνιών αποκάλυψε ότι μονάχα το 9% από αυτούς χρησιμοποιούσαν συστηματικά την Τεχνητή Νοημοσύνη. Αν και οι περισσότεροι αισιοδοξούν για την πορεία της, λίγοι είναι εκείνοι που την υιοθετούν στην εργασία τους, αναφέρει το CNBC.
Από την άλλη, η μανία με την Τεχνητή Νοημοσύνη ανέβασε επίσης τις τιμές των μετοχών όσων τεχνολογικών κολοσσών, όπως η Alphabet (μητρική εταιρεία της Google), η Amazon και η Microsoft, οι οποίες δαπανούν πολλά για την ανάπτυξη της τεχνολογίας.
Γιατί όμως οι επιχειρήσεις «φοβούνται» να μπουν στον κόσμο της Γενετικής Τεχνητής Νοημοσύνης; «Οι επιχειρήσεις φοβούνται να υιοθετήσουν εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης, ειδικά να εμβαθύνουν σε αυτές, κυρίως λόγω κουλτούρας, πολλές φορές στελέχη των επιχειρήσεων φοβούνται πως η τεχνητή νοημοσύνη έρχεται σε αντιπαράθεση με τις δεξιότητές τους», ανέφερε ο Λόρενς Λιου διευθυντής καινοτομίας ΤΝ στην AI Singapore.
Σύμφωνα με έκθεση της McKinsey που κυκλοφόρησε πέρυσι, η Γενετική Τεχνητή Νοημοσύνη αναμένεται να έχει τον μεγαλύτερο αντίκτυπό της στις πωλήσεις, το μάρκετινγκ, τις καταναλωτικές λειτουργίες, την ανάπτυξη λογισμικού, ενώ θα μπορούσε να προσθέσει περίπου 4,4 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως στην παγκόσμια οικονομία.