Του Γιάννη Γορανίτη
Η παρουσίαση της νέας γενιάς των smartphones της Apple συνοδεύτηκε από το αναπόφευκτο κλισέ «τα καλύτερα iPhone που κατασκευάστηκαν ποτέ». Αυτό όμως έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί είδηση. Κάθε νέα προσθήκη στην εμβληματική σειρά οφείλει να είναι (πολύ) καλύτερη από τον προκάτοχό της. Αυτό θα έλειπε, για ένα κινητό που κοστίζει λίγο κάτω ή πολύ πάνω από 1.000 ευρώ.
Προκειμένου να διαπιστώσουμε του λόγου το αληθές, αν πρόκειται δηλαδή για το καλύτερο κινητό που κυκλοφόρησε ποτέ με το μηλαράκι στην πλάτη, αλλά και κατά πόσο αξίζει τα λεφτά του, «δανειστήκαμε» ένα iPhone 7 Plus από την Cosmote και το χρησιμοποιήσαμε επί έναν μήνα.
Η ετυμηγορία μας ακολουθεί:
Διαστάσεις και σχεδιασμός
Η πρώτη αντίδραση προέκυψε αβίαστα με το που βγάλαμε το iPhone 7 Plus από τη συσκευασία: «Μεγάλο». Πολύ μεγάλο. Τόσο μεγάλο που είναι σχεδόν αδύνατο να το χειριστείς με το ένα χέρι. Με το που το πήραμε στα χέρια μας για να διαπιστώσουμε την ορθότητα της υπόθεσης, στο συλλογισμό προστέθηκε και η λέξη «βαρύ». Πολύ βαρύ. Ειδικά, αν είσαι εξοικειωμένος με smartphones στην περιοχή των 5 ιντσών. Από την άλλη, όσοι έχουν επενδύσει στην προηγούμενη γενιά (iPhone 6S) ή σε κάποιο από τα θηρία του Android ανταγωνισμού, είναι ήδη εξοικειωμένοι με διαστάσεις και βάρος.
Αλλά το βάρος είναι κάτι που συνηθίζεται. Κάτι που ξεχνάς με τη χρήση. Πράγματι, λίγες ημέρες μετά την πρώτη μας επαφή με το τηλέφωνο, το βάρος μας απασχολούσε ελάχιστα. Οι μεγάλες διαστάσεις, όμως, αποτελούν ένα επίμονο ζήτημα. Το Plus δεν χωράει στην πίσω τσέπη του τζιν, εξέχει από την τσέπη του σακακιού, περισσεύει από τη θήκη του αυτοκινήτου. Αυτό όμως είναι ένα «τίμημα» που καλείται να πληρώσει όποιος αποκτά ένα κινητό τέτοιων διαστάσεων.
To iPhone 7 Plus δίπλα στο μικρό αδερφάκι του, iPhone 7
Ο προφανής λόγος για το μέγεθός του είναι η οθόνη των 5,5 ιντσών. Μια πιο προσεκτική ματιά όμως θα σας πείσει ότι ο λόγος είναι τα περιθώρια γύρω από την οθόνη –αχρείαστα σύμφωνα με πολλούς, ειδικά αν το συγκρίνετε με αντίστοιχα phablets του ανταγωνισμού. Η Apple λογικά θα επιχειρήσει να «ξεφορτωθεί» τα bezels στην επόμενη έκδοση, ώστε να συρρικνώσει τη συσκευή, διατηρώντας αμετάβλητη τη διαγώνιο της οθόνης. Ενδεχομένως να επανεξετάσει και τις ελκυστικές μεν, άβολες καμπύλες που το καθιστούν ακόμη πιο «ασταθές» στο χέρι και συνεπώς επίφοβο να πέσει.
Σχεδιαστικά είναι ελάχιστα διαφοροποιημένο από την προηγούμενη γενιά, κάτι που αυτομάτως το καθιστά λιγότερο ελκυστικό σε όσους έβαλαν βαθιά το χέρι στην τσέπη τέτοια εποχή πέρυσι. Για τους υπόλοιπους βέβαια φαντάζει ως τεράστιο βήμα μπροστά. Τεράστιο, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Μια αξιοπρόσεκτη αλλαγή στη σχεδίαση αφορά στο Home button, το οποίο πλέον είναι capacitive και δονείται κάθε φορά που το πατάτε. Η μάλλον αχρείαστη προσθήκη προσφέρει το θεωρητικό πλεονέκτημα της εξάλειψης των βλαβών του μηχανικού πλήκτρου.
Οθόνη και επιδόσεις
Είπαμε οθόνη προηγουμένως και δεν μπορούμε παρά να σταθούμε στην εκπληκτική αυτή υλοποίηση της Apple. Παρότι ονομαστικά τόσο η ανάλυσή της (1920x1080 pixels), όσο και η πυκνότητα των pixels (401) απέχει αισθητά από τις προτάσεις του ανταγωνισμού, η απόδοσή της είναι εκθαμβωτική. Η βελτιωμένη φωτεινότητα και η χρωματική ακρίβεια –σε επίπεδα που να μην πιάνει το ανθρώπινο μάτι, παρά μόνο τα όργανα μετρήσεων– συντείνουν σε εκπληκτικά αποτελέσματα, που γίνονται ακόμη πιο αισθητά λόγω του μεγέθους της.
Ο επίσης βελτιωμένος επεξεργαστής A10 Fusion υποστηρίζεται από 3GB RAM υποστηρίζοντας ακόμη και τις πιο απαιτητικές διεργασίες, κάτι που δεν μένει σε θεωρητικό επίπεδο, αλλά αποδεικνύεται από όλα σχεδόν τα τεστ των ανεξάρτητων εργαστηρίων. Στην πράξη, το iPhone 7 Plus δεν «κόλλησε» όσο κι αν το ζορίσαμε με απαιτητικές εφαρμογές που έτρεχαν παράλληλα.
Βελτιωμένο αποδείχτηκε και από άποψη δικτύωσης. Συνδέεται σε δίκτυα 4G+, όπως το δίκτυο της Cosmote, το οποίο ονομαστικά υποστηρίζει ταχύτητες έως 375Mbps, κάτι που διαπιστώσαμε στην πράξη, αφού ακόμη κι όταν δεν πιάναμε τόσο υψηλές επιδόσεις, προτιμούσαμε τη χρήση του αντί για Wi-Fi. Μέσω του λογισμικού της Apple γίνεται πλέον ακόμη πιο ομαλή η εναλλαγή μεταξύ δικτύων, λειτουργία όμως που καταπονεί ιδιαίτερα τη μπαταρία. Μπαταρία, η οποία διαθέτει αυξημένη χωρητικότητα (2.900 MaH), με αποτέλεσμα να αντέχει για μια ολόκληρη σχεδόν ημέρα εντατικής χρήσης –και αυτό το εννοούμε. Στα συν της ενεργειακής διαχείρισης το σύστημα «χαμηλής κατανάλωσης» που ενεργοποιείται όταν η μπαταρία πέφτει κάτω από το 20%. Η μοναδική περίπτωση που εγκατέλειψε νωρίτερα, ήταν κατά τη διάρκεια μιας υπερδραστήριας ημέρας με αρκετές λήψεις φωτογραφιών και βίντεο.
Κάμερα (ή μάλλον, κάμερες)
Φωτογραφίες και βίντεο, λοιπόν. Ίσως ο βασικότερος λόγος για να αποκτήσετε το iPhone 7 Plus. Η ποιότητα των λήψεων του κάνει ήδη πολλούς κατασκευαστές compact φωτογραφικών να νιώθουν άβολα. Οι δίδυμες κάμερες που ενσωματώνει για πρώτη φορά στην πλάτη του (προσοχή, αυτό το χαρακτηριστικό δεν συναντάται στο iPhone 7) κάνουν πράγματι τη διαφορά.
Η δεύτερη κάμερα λειτουργεί αυτόνομα εστιάζοντας σε συγκεκριμένη περιοχή του θέματος, αρκεί φυσικά να το επιλέξει ο χρήστης. Με δεδομένο ότι ο φακός δεν είναι ευρυγώνιος (ο ένας αισθητήρας έχει εστιακό μήκος 28mm και ο άλλος 56mm), χρησιμοποιείται για να ζουμάρει στο θέμα, αλλά όχι παράλληλα με τη βασική κάμερα. Οι αισθητήρες των 12MP καταγράφουν εικόνες εκπληκτικής λεπτομέρειας και χρωματικού βάθους, ακόμη και στις «αυτόματες» ρυθμίσεις. Όπως αυτές:
Πανοραμική
Νυχτερινή λήψη, σε αυτόματη ρύθμιση
Ζουμ σε μια μικρή περιοχή της εικόνας, παρά την τόσο μακρινή λήψη.
Το γνωστό από προηγούμενα iPhone, βίντεο ανάλυσης 4Κ είναι επίσης καλό, αν και το σύστημα οπτικής σταθεροποίησης που λειτουργεί άριστα στις στατικές φωτογραφίες, εμφανίζει εδώ κάποια ψεγάδια. Η ποιότητα του βίντεο όμως αλλά και η δυνατότητα να μοντάρετε τα βιντεάκια στο ενσωματωμένο iMovie, απομακρύνουν ακόμη περισσότερο το ενδεχόμενο απόκτησης μιας αυτόνομης κάμερας –τουλάχιστον για τον μέσο χρήστη. Βελτίωση παρατηρήσαμε και στην εμπρόσθια κάμερα για selfies και FaceTime, καθώς ο αισθητήρας έφτασε στα 7MP.
Η μεγάλη αλλαγή
Η Apple μπορεί να μην ικανοποίησε τα fanboys, παρουσιάζοντας μεγάλο εύρος αλλαγών στο νέο της κινητό. Όλα δείχνουν ότι κρατάει τις εντυπωσιακές διαφοροποιήσεις για το iPhone 8, που θα συμπέσει με τη δέκατη επέτειο.
Κι όμως, πέρασαν δέκα χρόνια από τη μέρα που ο Steve Jobs ανέβηκε στη σκηνή και παρουσίασε το πρώτο iPhone. Και έκτοτε άλλαξαν όλα. Από τη μία άκρη, φθάσαμε στην άλλη.
Οι αλλαγές λοιπόν στη φετινή «σοδειά» των smartphones είναι μεν υπαρκτές, αλλά όχι αρκετές για να παρακινήσουν κάποιον να αγοράσει ένα τόσο ακριβό τηλέφωνο. Η βασικότερη και, κακώς κατά τη γνώμη μου, λιγότερη προβεβλημένη είναι η ανθεκτικότητα της συσκευής. Τα iPhone 7 & Plus είναι τα πρώτα κινητά της Apple που διαθέτουν προστασία από το νερό και τη σκόνη (κατά IP67). Όπερ σημαίνει ότι αν σας πέσει από την τσέπη (κάτι απολύτως λογικό, λόγω μεγέθους) δεν θα διαλυθεί, ούτε θα καταστραφεί αν βυθιστεί στη μπανιέρα. Διαπιστώσαμε την ανθεκτικότητά του και κατά τη διάρκεια μιας ξαφνικής καταιγίδας, όταν συνέχισε να λειτουργεί απρόσκοπτα. Το ίδιο συνέβη και όταν γλίστρησε στο νερό, έστω για λίγα δευτερόλεπτα. Σύμφωνα με τους κατασκευαστές του αντέχει για μισή ώρα σε βάθος έως ενός μέτρου. Θα συστήναμε πάντως να μην το δοκιμάσετε. Αρκετοί reviewers στο εξωτερικό παρατήρησαν δυσλειτουργίες μετά από δοκιμαστικές «βουτιές».
Μια άλλη αλλαγή, που σχολιάστηκε ως επί το πλείστον αρνητικά, είναι η έλλειψη της κλασικής θύρας ακουστικών. Πλέον τα ακουστικά συνδέονται στη θύρα Lightning, κάτι που θεωρητικά δεν θα δημιουργούσε πρόβλημα, αν η ίδια θύρα δεν χρησιμοποιείτο και για τη φόρτιση της συσκευής. Όταν βέβαια κυκλοφορήσουν τα ασύρματα ακουστικά της Apple (με επιπλέον κόστος), θα πάψει να αποτελεί πρόβλημα. Καλοδεχούμενη είναι η προσθήκη δεύτερου ηχείου, αν και αντί για στερεοφωνικό ήχο ομολογούμε ότι θα προτιμούσαμε μικρότερες διαστάσεις.
Η έτερη βασική αλλαγή, που βέβαια δεν περιορίζεται στα iPhone 7, είναι το iOS 10, το οποίο μπορεί μεν να επικρίνεται από τους εξοικειωμένους με το προηγούμενο λειτουργικό, προβάλλει δε ως το καλύτερο σύστημα της αγοράς. Ως χρήστης Android επιβεβαιώνω ότι οι βελτιώσει που φέρνει το iOS 10 είναι αρκετές για να με πείσουν να κάνω το άλμα προς την όχθη της Apple. Αρκεί…
Τελική ετυμηγορία
Αρκεί το τηλέφωνο να ήταν φθηνότερο.
Απαραίτητη υποσημείωση: η λέξη «τηλέφωνο» αδικεί κατάφορα το iPhone 7 Plus, όπως και όλες τις συσκευές αυτού του βεληνεκούς. Πρόκειται για υπολογιστές, στριμωγμένους σε κομψά, διακριτικά σώματα. [Εντάξει, όχι τόσο διακριτικά στην περίπτωση του iPhone 7 Plus, αλλά είπαμε ότι αυτό συνηθίζεται.] Το νέο phablet της Apple είναι μια πολυτάλαντη συσκευή που υπερκαλύπτει τις περισσότερες από τις ανάγκες του μέσου χρήστη. Συσκευή που μπορεί να αντικαταστήσει τον υπολογιστή, τουλάχιστον στην πλειονότητα των χρήσεων. Γι' αυτό αξίζει να δώσεις κάτι παραπάνω. Αλλά πόσο παραπάνω;
Η έκδοση των 32GB ξεκινά από τα €969, αυτή με τα 128GB φτάνει στα 1.079 ευρώ και καταλήγουμε στα 256GB με κόστος €1.189. Τιμές που φαντάζουν υπερβολικές, ειδικά εν μέσω κρίσης. Αυτό όμως είναι κάτι που ισχύει για οποιαδήποτε καταναλωτική συσκευή και προϊόν, οπότε ας (υποκριθούμε ότι θα το) προσπεράσουμε.
Αξίζει λοιπόν τα λεφτά του το νέο iPhone; Σε πρώτη ανάγνωση, όχι. Στην αγορά υπάρχουν phablets με κοντινές, ίσως και καλύτερες σε επιμέρους τομείς επιδόσεις από το Plus, σε σαφώς ανταγωνιστικότερες τιμές. Ο βασικότερος ανταγωνισμός από την Apple, όμως, προκύπτει εντός των τειχών, αφού οι καταναλωτές γνωρίζουν ότι θα βρουν μια βελτιωμένη έκδοση σε καλύτερη τιμή.
Σε δεύτερη, μην σας πω και τρίτη ανάγνωση όμως, αυτό είναι ένα από τα ισχυρότερα gadgets που έχουμε πιάσει στα χέρια μας. Και το συνειδητοποιήσαμε με το παραπάνω τη στιγμή που πακετάραμε το τηλέφωνο τον υπολογιστή τσέπης (έστω, μεγάλης τσέπης) για να το επιστρέψουμε στην Cosmote. Όταν πλέον δεν μας ενοχλούσε ούτε το βάρος, ούτε οι αυξημένες διαστάσεις.
Αν λοιπόν τα χρήματα δεν αποτελούν πρόβλημα, το προτείνουμε ανεπιφύλακτα.