Ο αναγνώστης μας Α.Κ. είναι ένας καλόπιστος άνθρωπος. Γι αυτό και αποδέχεται τις καλές προθέσεις της εξουσίας, ακόμη κι όταν διαφωνεί μαζί της. Προσπαθεί, λοιπόν, με βάση την εμπειρία του ως μισθωτός και ως ελεύθερος επαγγελματίας στη συνέχεια να λύσει τον γρίφο των κυβερνητικών προθέσεων για τη φορολογία. Το θέμα είναι ότι ο άνθρωπος αυτός δεν έχει πειστεί. Έχει τη διάθεση να πιστέψει, αλλά δεν του «βγαίνει»!
Η επιστολή
Ονομάζομαι Α. Κ. και έχω υπάρξει μισθωτός επί 16 χρόνια και δραστηριοποιούμαι στην παροχή υπηρεσιών τα 4 τελευταία χρόνια, μέσω ατομικής επιχείρησης απασχολώντας και αρκετούς υπαλλήλους. Τόσο ως μισθωτός όσο και ως μικροεπιχειρηματίας έχω τηρήσει ότι προβλέπει η φορολογική και εργατική νομοθεσία, με αποτέλεσμα να υφίσταμαι και τον αθέμιτο ανταγωνισμό από όσους δεν τηρούν τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία. Αν και παρακολουθώ συστηματικά την αρθρογραφία σας, είναι η πρώτη φορά που αποφασίζω να επικοινωνήσω μαζί σας και η αιτία δεν είναι άλλη από την «μεταρρύθμιση» που φέρνει η παρούσα κυβέρνηση και αφορά τη φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών (ε.ε. εν συντομία) και των ατομικών επιχειρήσεων.
Να ξεκινήσουμε από τα βασικά, υπάρχει φοροδιαφυγή στις τάξεις των ε.ε; Φυσικά και υπάρχει. Ευθύνεται μόνο ο ε.ε.; Φυσικά και όχι, από τη στιγμή που υπάρχει συναλλαγή η ευθύνη αφορά και τα δύο μέρη. Ας δεχτούμε όμως ότι το βάρος πέφτει κυρίως στον ε.ε., καθώς συνήθως έχει να αποκομίσει περισσότερα κέρδη από τη μη έκδοση παραστατικού, τόσο από την ενθυλάκωση μέρους ή όλου του ΦΠΑ όσο και από τη μη φορολόγηση της αμοιβής του. Τα παραδείγματα είναι πολλά, δεν χρειάζεται να επεκταθώ.
Η κυβέρνηση, λοιπόν, αποφάσισε, σωστά κατά τη γνώμη μου, να ξεκινήσει την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Και κάπου εδώ θεωρώ ότι ξεκινάνε τα λάθη.
Καλυπτόμενη πίσω από την προεκλογική της δέσμευση για πάταξη της φοροδιαφυγής, προσπαθεί να μας πείσει ότι όχι μόνο δεν αυξάνει τη φορολογία αλλά ξεκινάει και τη μείωση του τέλους επιτηδεύματος νωρίτερα από ότι μας είχε υποσχεθεί. Η αλήθεια όμως είναι ότι απλώς άλλαξε την ονομασία του και το συνέδεσε με τον κατώτατο μισθό και τις τριετίες. Στην πραγματικότητα είναι ακόμα χειρότερο από το τέλος επιτηδεύματος, καθώς τουλάχιστον μέχρι τώρα για μία άσχημη χρονιά με ζημιές η επιπλέον «τιμωρία» ήταν μόνο 650€ ενώ τώρα, ανάλογα και με το πόσα χρόνια είναι κάποιος ε.ε., η τιμωρία ξεκινάει από 777€ έως 1.498€, αν αφαιρέσουμε και το όφελος από τη μείωση του τέλους επιτηδεύματος στο μισό.
Ας μην είμαστε όμως κακόπιστοι, καθώς πράγματι για όσους ε.ε. φοροδιαφεύγουν, ακόμα και αυτά τα ποσά είναι αμελητέα σε σχέση με εκείνα που οφείλουν να καταβάλουν. Οι λέξεις κλειδιά είναι «για όσους». Διότι κάποιος μπορεί να αναρωτηθεί: και όταν έχει ο ε.ε. ζημιές, πραγματικές ζημιές, πώς ζει; Η απάντηση είναι από τις αποταμιεύσεις προηγούμενων ετών που είχε κέρδη ή από άλλες πηγές εισοδημάτων (ενοίκια, μερίσματα, πώληση περιουσιακών στοιχείων, βοήθεια από φίλους και συγγενείς). Εκτός και αν οι ζημιές δεν είναι πραγματικές και στην περίπτωση αυτή βέβαια θα έπρεπε η φορολογική διοίκηση να τον πιάσει και να τον τιμωρήσει.
Ωστόσο, η φορολογική διοίκηση και το υπουργείο τί μας λέει ουσιαστικά; Μας λέει ότι αδυνατεί να το κάνει και έτσι θα την πληρώσουν και αυτοί που δεν φοροδιαφεύγουν. Και όχι μόνο αυτό, αλλά για την κάλυψη του κατώτατου δηλωθέντος εισοδήματος αναγνωρίζει μόνο επιπρόσθετο εισόδημα από μισθωτή εργασία. Διότι ως γνωστόν, τα εισοδήματα από άλλες πηγές που μπορεί κάποιος να έχει, δεν μπορεί να τα χρησιμοποιήσει για να ζήσει. Και όποιου του αρέσει.
Έτσι μας είπε η κυβέρνηση, και όποιου του αρέσει. Αν δεν του αρέσει, να κλείσει την επιχείρησή του και να γίνει υπάλληλος, γιατί δεν μπορεί να δηλώνει λιγότερα από τον κατώτατο μικτό μισθό. Αγνοώντας ότι αρκετοί ε.ε. που έχουν πραγματικό εισόδημα, είτε δηλωθέν είτε όχι, χαμηλότερο του κατώτατου ετήσιου μισθού, αν μπορούσαν, ευχαρίστως θα μεταπηδούσαν σε θέση μισθωτής εργασίας (αυτά όμως παθαίνεις, όταν δεν έχεις ιδέα από την πραγματική οικονομία της καθημερινότητας).
Ας είναι, ας μην είμαστε δύσπιστοι. Πόσοι είναι πια όλοι αυτοί οι αναξιοπαθούντες; Ειλικρινά, δεν έχω ιδέα, παραμένω καλόπιστος και ελπίζω στην κυβέρνηση να το έχουν διερευνήσει ιδιαίτερα το θέμα και οι όποιες περιπτώσεις που αποτελούν τα «χλωρά» που καίγονται με τα «ξερά» να είναι ισχνή μειοψηφία.
Εκεί όμως που αρχίζω να χάνω την καλή μου πίστη, είναι όταν διαβάζω για τον συντελεστή 10% επί της συνολικής μισθοδοσίας του προσωπικού που προστίθεται στο κατώτατο δηλωθέν και το συντελεστή 35% - 100% με τον οποίο προσαυξάνεται το προηγούμενο άθροισμα, αν ο τζίρος της επιχείρησης είναι τουλάχιστον διπλάσιος από το μέσο όρο του κ.α.δ.
Δηλαδή, αν κάποιος έχει μεγάλο σε αριθμό προσωπικό και κόβει και όλα τα παραστατικά η κυβέρνηση τον θεωρεί ύποπτο φοροδιαφυγής και, επειδή εδώ ισχύει το τεκμήριο της ενοχής, έρχεται να τον φορολογήσει ακόμα περισσότερο!
Κερασάκι στην τούρτα; Με αυτό τον τρόπο θα φορολογηθούν τα φετινά εισοδήματα και όχι τα εισοδήματα της επόμενης χρονιάς! Γιατί ως γνωστό οι κανόνες θεσπίζονται για να αλλάζουν την τελευταία στιγμή... και όποιου του αρέσει!
Υπεύθυνος για τη φιλοξενία:
Θανάσης Μαυρίδης