Η ακρίβεια είναι ένα μεγάλο καρφί στην πτέρνα της κυβερνητικής πολιτικής. Και ναι μεν η κυβέρνηση δεν φταίει για τον πόλεμο στην Ουκρανία ή για τους πυραύλους των Χούθι, αλλά έχει ευθύνη για τις παραδοξότητες της ελληνικής αγοράς. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, οι τιμές στα σούπερ μάρκετ ανεπτυγμένων χωρών να είναι χαμηλότερες από εκείνες που συναντάμε στα ελληνικά σούπερ μάρκετ. Κι επειδή τα πρόστιμα δεν έχουν αποτέλεσμα, ίσως χρειάζεται κάτι διαφορετικό.
Το πρόστιμο αποτελεί τις περισσότερες φορές άλλοθι νομιμότητας και σπάνια μέτρο συνετισμού. Εκείνος που είναι αποφασισμένος να παρανομήσει θα το κάνει και συνυπολογίζει εκ των προτέρων το κόστος ενός προστίμου. Η συλλογιστική του είναι απλή: «κέρδος από την παρανομία μείον το πρόστιμο». Αν προβλέπει ότι το πρόσημο στην πράξη θα είναι θετικό, δεν έχει λόγο να φοβηθεί.
Στο παρελθόν δεν έχουν αποδώσει τα πρόστιμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να υπάρχουν έλεγχοι. Και υπάρχουν και καλώς υπάρχουν! Μόνο που αυτοί στο τέλος αφορούν κυρίως τους μικρούς παίκτες της αγοράς. Εκείνους που το πορτοφόλι τους δεν αντέχει ένα οποιοδήποτε πρόστιμο, καθώς για τα δικά τους μέτρα είναι δυσβάστακτο. Κι αλίμονο! Η ακρίβεια δεν οφείλεται στους μικρούς παίκτες της αγοράς, στα καταστήματα ψιλικών. Αλλά στους μεγάλους παίκτες! Σε εκείνους που καθορίζουν τους κανόνες της αγοράς.
Τι είναι τελικά εκείνο που θα αλλάξει τις ισορροπίες; Μακάρι να υπήρχε μία λύση και αυτή να ήταν εύκολα εφαρμόσιμη. Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με ένα πλέγμα πραγμάτων που στο τέλος δημιουργεί ένα απροσπέλαστο τείχος. Η έλλειψη ανταγωνισμού για παράδειγμα, είναι μια σοβαρή αιτία γι αυτό το φαινόμενο. Κι είναι απορίας άξιο πως οι αρμόδιες επιτροπές δεν βλέπουν το προφανές, εκείνο που βλέπουν καθημερινά οι καταναλωτές να συμβαίνει και να λειτουργεί σε βάρος της καθημερινής ποιότητας της ζωής τους.
Αλλά δεν είναι μόνο η έλλειψη ανταγωνισμού. Μεγάλο ρόλο στην ακρίβεια διαδραματίζει η έλλειψη εγχώριας παραγωγής. Αλλά αυτό δεν λύνεται ούτε σε δεκαετίες. Από τη στιγμή που η κεντρική πολιτική επιλογή της ίδιας της κοινωνίας είναι να μετατραπεί η Ελλάδα σε μια απέραντη Ντίσνεϋλαντ, δεν μπορούμε να έχουμε περισσότερες απαιτήσεις. Για παράδειγμα, αν η γεωργική παραγωγή δεν είναι μέσα στα πλάνα της «ανάπτυξης», δεν έχουν λόγο να κάνουν κάποιοι επενδύσεις στην Ελλάδα για την παραγωγή λιπασμάτων ή γεωργικών φαρμάκων.
Και καλά όλα αυτά που διαπιστώσαμε. Οι διαπιστώσεις είναι μεν απαραίτητες για να φτάσεις σε λύσεις, αλλά στο τέλος εντελώς άχρηστες αν δεν θέλουμε να δούμε την κατάσταση να αλλάζει. Διότι στο θέμα της ακρίβειας υπάρχουν ισχυρά συμφέροντα που έχουν κάθε λόγο να παραμείνει η κατάσταση ως έχει…
Συζητάμε για ελεύθερη αγορά και δηλώνουμε (όσοι δηλώνουμε) εξ ορισμού αντίθετοι στην παρεμβατικότητα του κράτους. Σύμφωνοι! Μόνο που η αγορά για να λειτουργήσει θα πρέπει να υπάρχει ανταγωνισμός κι εδώ δεν υπάρχει. Το δε μικρό μέγεθος της αγοράς έχει δημιουργήσει σε πολλούς τομείς της οικονομίας ολιγοπωλιακές και μονοπωλιακές καταστάσεις.
Κατά συνέπεια, το να δηλώνει κανείς απλά και μόνο την αντίθεσή του στην παρέμβαση του κράτους μοιάζει σαν να κάνουν ντου μπαχαλάκηδες σε Πανεπιστήμιο και η Αστυνομία να αποσύρεται στη βάση της. Το ίδιο πράγμα είναι! Δεν θέλουμε το κράτος να καθορίζει τη ζωή μας, αλλά χρειαζόμαστε ένα κράτος για να προστατεύει τα δικαιώματά μας. Και η καταπολέμηση της ακρίβειας είναι δικό μας δικαίωμα και υποχρέωση ενός κρατικού μηχανισμού που ζει από τους φόρους μας.
Θα μπορούσε, για παράδειγμα, η Πολιτεία να ζητά με διεθνή διαγωνισμό την προμήθεια της ελληνικής αγοράς με κάποια είδη πρώτης ανάγκης. Αυτός είναι ένας πραγματικός λόγος για να υποχρεωθούν οι υπόλοιποι παίκτες της αγοράς να συμμορφωθούν και να πουλήσουν όσο πουλάνε και σε άλλες αγορές. Είναι μια ιδέα. Δεν σημαίνει ότι είναι και η καλύτερη! Αλλά κάτι πρέπει να γίνει, κάπως πρέπει η κυβέρνηση να αρχίσει να δοκιμάζει λύσεις.
Να μην πάμε μακριά! Ας δούμε πως λειτούργησε ο ανταγωνισμός με τα διάφορα χρωματιστά τιμολόγια στο ρεύμα! Και εδώ αποδεικνύεται ότι όταν παίρνουμε πρωτοβουλίες προς τη σωστή κατεύθυνση, η αγορά λειτουργεί!
Θανάσης Μαυρίδης