Το μεγάλο στοίχημα της αμυντικής βιομηχανίας

Θα μπορούσε η Ελλάδα να αποκτήσει μια αξιόπιστη αμυντική βιομηχανία και μάλιστα σε μια περίοδο που η Ευρώπη καλείται να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες. Η Ελλάδα είναι αυτήν τη στιγμή από τους πιο σημαντικούς πελάτες των μεγάλων διεθνών αμυντικών βιομηχανιών και θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί την αγοραστική της δύναμη για να απαιτήσει μερίδιο στην αγορά. Οι παραγγελίες για το πολεμικό ναυτικό είναι ένα καλό παράδειγμα. Πόσο μάλλον όταν φιλοδοξούμε (;) να ενισχύσουμε την νεκρανάσταση των μεγάλων ναυπηγείων της χώρας. Θέλουμε; Αυτό είναι το ερώτημα…

Το παράδειγμα της Τουρκίας είναι αρκετά πρόσφατο. Η Τουρκία από μεγάλος πελάτης μετατράπηκε σε μεγάλο παραγωγό. Από εκεί που αγόραζε τα πάντα από το εξωτερικό, τώρα είναι ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες στη διεθνή αγορά της αμυντικής βιομηχανίας. Πέρα από το γεγονός ότι η Τουρκία με τον τρόπο αυτόν έχει οικονομικό όφελος, κερδίζει και σε τεχνογνωσία. Η αμυντική βιομηχανία μπορεί να αποτελέσει το εφαλτήριο και για άλλες οικονομικές δραστηριότητες.

Στην Ελλάδα πριν από 100 χρόνια παρήχθαμε τις σφαίρες που ξοδεύαμε στο μέτωπο. Σήμερα ούτε αυτό δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα. Υπάρχει αμυντική βιομηχανία, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για κουφάρια παλιών εταιρειών που ισοπεδώθηκαν κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο του κράτους και των συνδικαλιστών. Αυτές οι επιχειρήσεις δεν μπορούν με τη σημερινή τους μορφή να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο σε ένα πραγματικό σχέδιο ανάπτυξης της αμυντικής βιομηχανίας, επειδή είναι κτισμένες σε σαθρή βάση. Όσες προσπάθειες έγιναν στο παρελθόν απέτυχαν. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο.

Από εκεί και πέρα έχει σημασία για τι συμπαραγωγές μιλάμε. Αν πρόκειται απλά και μόνο για μία συμβατική υποχρέωση που έχει κοστολογηθεί έτσι ή αλλιώς στην αγορά του προϊόντος ή αν πρόκειται για μια πραγματική επιχειρηματική κίνηση. Η λογική των αντισταθμιστικών δεν έχει «περπατήσει» στο παρελθόν προς όφελος της Οικονομίας. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι απλά και μόνο να αναζητήσουμε να πάρουμε πίσω ένα μέρος μιας ακριβής αγοράς. Θα μπορούσαμε να μην είχαμε μπει καν σε αυτήν τη φασαρία και να προσπαθούσαμε να εξασφαλίσουμε μία καλύτερη τιμή στο προϊόν. Το ζητούμενο είναι να παράγουμε στην Ελλάδα οπλικά συστήματα και να τα πουλάμε στο εξωτερικό. Άρα, ζητάμε ουσιαστικές επενδύσεις και όχι απλά και μόνο κάποιου είδους αντισταθμιστικό. Εκείνο που λέμε επιπλέον είναι ότι οι δαπάνες που ήδη πραγματοποιούμε θα έπρεπε να μας έχουν ήδη κάνει προνομιακούς συνομιλητές σε αυτήν την αγορά…

Για να κατανοήσουμε την ευκαιρία που δημιουργείται θα πρέπει να σκεφτούμε την εκρηκτική αύξηση των αμυντικών δαπανών στην Ευρώπη. Η Ευρώπη δεν ξοδεύει σήμερα τα χρήματα που ξοδεύουν οι ΗΠΑ ή άλλες χώρες του ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα δαπανά αναλογικά περισσότερα χρήματα από τις πλούσιες χώρες του Βορρά. Αυτό θα αλλάξει! Η Ευρώπη θα έχει ανάγκη από περισσότερα όπλα. Κι εδώ η Ελλάδα έχει ευκαιρίες. Με την πιο σημαντική ίσως να είναι εκείνη της συμπαραγωγής αμυντικού υλικού με Ισραηλινές εταιρείες που θα ήθελαν να επεκτείνουν το δίκτυο πωλήσεών τους στην ευρωπαϊκή αγορά.

Αλλά τι συζητάμε! Εδώ δεν κάνουμε άλλα πράγματα που είναι πιο εύκολα. Όπως το να στείλουμε δουλειά στα ναυπηγεία της Ελευσίνας και του Σκαραμαγκά που νεκραναστήθηκαν. Αν δεν μπορούμε να κάνουμε τα εύκολα, τώρα που θέλουμε να εκσυγχρονίσουμε τον στόλο μας, πώς θα κάνουμε στη συνέχεια τα πιο δύσκολα;

Θανάσης Μαυρίδης

[email protected]