Οι μελετητές και οι υποστηρικτές της ελευθερίας του λόγου έχουν γράψει εκτεταμένα για τη γενική υποχώρηση της ελευθερίας της έκφρασης, που καταγράφεται τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Παρά τις μεγάλες τεχνολογικές προόδους που κάνουν την επικοινωνία πάρα πολύ πιο εύκολη -μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κρυπτογραφημένες επικοινωνίες και πανταχού παρόντες υπολογιστές και κινητά τηλέφωνα- πολλές κυβερνητικές πολιτικές και η κοινή γνώμη σε όλο τον κόσμο έχουν απομακρυνθεί ως προς την αναγνώριση της μεγάλης σημασίας της ελευθερίας της έκφρασης.
Σε αυτήν την υποχώρηση της ελευθερίας του λόγου, το έργο Future of Free Speech, ένα συλλογικό εγχείρημα της δεξαμενής σκέψης Justitia και του Πανεπιστημίου Vanderbilt, δημοσίευσε μια έκθεση που εξετάζει τη σημασία της ελευθερίας του λόγου ως «βαλβίδας ασφαλείας» για την πρόληψη των κοινωνικών συγκρούσεων. Μεταξύ των θεμάτων που μελετώνται στην έκθεση είναι η κοινή σήμερα πεποίθηση ότι η «ακραία» ή η δυσάρεστη ομιλία γύρω από επίμαχα θέματα μπορεί να οδηγήσει σε βία και κοινωνικές συγκρούσεις. Αυτή η πεποίθηση μπορεί να φανεί ακόμη και στα συνθήματα «η σιωπή είναι βία» ή «τα λόγια είναι βία».
Ταυτίζοντας την πραγματική βία με απλές διαφορές απόψεων, αυτή η θέση υποστηρίζει ότι το να επιτρέπεται αυτού του είδους η έκφραση λόγου θα οδηγήσει σε περισσότερη βία. Με άλλα λόγια, υποστηρίζεται ότι η ελευθερία του λόγου μπορεί να κανονικοποιήσει και να διαδώσει πεποιθήσεις που θα παράγουν περισσότερη βία. Μπορεί να επιτρέψει περισσότερη διχόνοια μέσα σε μια κοινωνία που τελικά θα ξεσπάσει σε βίαιες συγκρούσεις.
Η έκθεση όμως για το μέλλον του ελεύθερου λόγου, από τον εκτελεστικό διευθυντή Jacob Mchangama και τον Christian Bjørnskov αμφισβητεί αυτή την αφήγηση. Η μεγαλύτερη ελευθερία της έκφρασης -που δεν ορίζεται απλώς μέσω της Πρώτης Τροποποίησης του Συντάγματος των ΗΠΑ ή με άλλες νομικές προστασίες, αλλά και ως η ικανότητα να εκφράζεται κανείς με ασφάλεια και ελεύθερα στην πράξη- αντί να προκαλεί περισσότερη βία, συχνά συσχετίζεται με λιγότερες κοινωνικές συγκρούσεις και βία.
Ο λόγος μπορεί να λειτουργήσει ως δικλείδα ασφαλείας που επιτρέπει στα άτομα να εκφράσουν την απογοήτευσή τους και να εκτονώνουν το θυμό τους χωρίς να καταφύγουν στη βία. Ο λόγος επιτρέπει στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να κατανοούν τις απόψεις των ψηφοφόρων τους προκειμένου να νομοθετούν αποτελεσματικά.
Για παράδειγμα, επιτρέπει στην κοινωνία των πολιτών να κατανοήσει και να αντιμετωπίσει τις πηγές της κοινωνικής σύγκρουσης, όπως φάνηκε στον αγώνα για τα πολιτικά δικαιώματα στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, όπου η κοινωνία των πολιτών βοήθησε στη διοργάνωση ειρηνικών διαδηλώσεων και έκφρασης για να ξεπεραστούν τα δεινά του φυλετικού διαχωρισμού και των νόμων του Τζιμ Κρόου.
Η λογοκρισία, από την άλλη πλευρά, μπορεί ακόμη και να δημιουργήσει περισσότερη σύγκρουση, καθώς περιορίζει τα θεμιτά βήματα συζήτησης, σύμφωνα με την έκθεση. Η μελέτη διαπιστώνει ότι «οι περιορισμοί της ομιλίας θα οδηγήσουν σε περισσότερες συγκρούσεις, μια συνέπεια που σε κάποιο βαθμό μπορεί να οφείλεται σε κακή χρήση των περιορισμών από την κυβέρνηση. Τέτοια προβλήματα τις περισσότερες φορές αγνοούνται από τη σχετική νομική και πολιτική βιβλιογραφία».
Με άλλα λόγια, η κατάχρηση από πλευράς της κυβέρνησης των λογοκριτικών της αρμοδιοτήτων αυξάνει την απογοήτευση όσων φιμώνονται και δυνητικά οδηγεί ορισμένους να στραφούν σε συγκρούσεις και βία.
Η έκθεση Future of Free Speech ανακάλυψε ότι μεταξύ των δημοκρατιών και των πολυκομματικών απολυταρχιών με σχετικά ισχυρή προστασία για τα δικαιώματα των πολιτών, η ελευθερία της έκφρασης συνδέεται έντονα και σημαντικά με λιγότερες κοινωνικές συγκρούσεις. Με απλά λόγια, σε δημοκρατικά και σχετικά λιγότερο αυταρχικά κράτη, μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης σημαίνει λιγότερες κοινωνικές συγκρούσεις, και η αύξηση των περιορισμών στην έκφραση μπορεί να οδηγήσουν σε περισσότερες συγκρούσεις.
Ωστόσο, οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι «φαίνεται πως η αύξηση της ελευθερίας της έκφρασης συνδέεται με περισσότερες συγκρούσεις στα μονοκομματικά καθεστώτα». Αυτό οφείλεται πιθανώς στο ότι οι αυταρχικές κυβερνήσεις διοχετεύουν την έκφραση ενάντια σε ήδη κοινωνικά δυσμενείς ομάδες που είναι απροστάτευτες ή ακόμη και στοχοποιημένες ως εχθροί του κράτους. Επιπλέον, η βάναυση καταστολή και η έλλειψη της δυνατότητας της έκφρασης στα κομμουνιστικά κράτη μπορεί να οδηγήσει σε πολύ μικρές εμφανείς συγκρούσεις, αλλά αυτή η καταστολή συνθλίβει επίσης την ευτυχία των ανθρώπων.
Πράγματι, η αιτιολόγηση της ελευθερίας της έκφρασης ως «βαλβίδας ασφαλείας» δεν είναι ο μόνος λόγος για την εκτιμάμε. Άλλοι λόγοι περιλαμβάνουν:
- την αυτοδιακυβέρνηση και τη λογοδοσία της κυβέρνησης·
- την ατομική ελευθερία και αυτοπραγμάτωση·
- την αναζήτηση της αλήθειας και της γνώσης στην αγορά των ιδεών·
- την κατανόηση του τι πιστεύουν οι άλλοι·
- την προώθηση της ανεκτικότητας·
- και το γεγονός ότι η λογοκρισία μπορεί να είναι αναποτελεσματική ή ακόμη και να επιφέρει τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Την επόμενη φορά που θα ακούσετε έναν εμπειρογνώμονα ή έναν υπεύθυνο χάραξης πολιτικής να λέει ότι πρέπει να περιορίσουμε την ελευθερία της έκφρασης για να μειώσουμε τις συγκρούσεις και τη βία, να ξέρετε ότι αυτός δεν είναι ένας συμβιβασμός που χρειάζεται να κάνουμε.
Υπό το φως των φρικτών τρομοκρατικών ενεργειών κατά του Ισραήλ και της συνεχιζόμενης σύγκρουσης στη Γάζα, πολλοί επικριτές λένε ότι πρέπει να περιορίσουμε την ελευθερία του λόγου και να φιμώσουμε τους άλλους στο όνομα της ασφάλειας και να σταματήσουμε την υποτιθέμενη παραπληροφόρηση. Επικαλούμενη τη σύγκρουση, η ΕΕ ενεργοποιεί για πρώτη φορά τον Νόμο για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες -και ήδη τον καταχράται- για να εξαναγκάσει τις εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης να καταργήσουν την προστασία του λόγου.
Ναι, θα πρέπει να σταματήσουμε δραστηριότητες που είναι βίαιες ή που υποκινούν άμεσα τους ανθρώπους σε πράξεις βίας. Αλλά οι ανεπιθύμητες απόψεις δεν είναι βία. Τα λόγια δεν είναι βία και μπορούμε να έχουμε ασφάλεια και ελευθερία αρκεί να απορρίπτουμε την ιδέα ότι η ελεύθερη έκφραση είναι επικίνδυνη.
* Ο David Inserra είναι στέλεχος του Cato Institute με ειδίκευση σε ζητήματα ελευθερίας της έκφρασης και τεχνολογίας. Η έρευνά του επικεντρώνεται στη σημασία των πολιτικών και της κουλτούρας που προάγει την ελεύθερη έκφραση στον χώρο της τεχνολογίας.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 25 Οκτωβρίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.