Του David Boaz*
«Η κληρονομιά των Ολυμπιακών Αγώνων του Ρίο είναι ένα αστείο», γράφει η αθλητικογράφος Nancy Armour στην USA Today. Και συνεχίζει:
«Την Τρίτη που μας πέρασε συμπληρώθηκαν έξι μήνες από την τελετή λήξης, και ήδη κάποιες από τις εγκαταστάσεις έχουν εγκαταλειφθεί και καταρρέουν. Το Ολυμπιακό Πάρκο είναι μια πόλη-φάντασμα, τα φώτα στο Μαρακανά έχουν σβήσει και το χωριό των αθλητών μένει άδειο… δαπανήθηκαν δισεκατομμύρια, οι εγκαταστάσεις έγιναν τόσο γρήγορα άχρηστες και είναι αδύνατον να συντηρηθούν οικονομικά, ο λογαριασμός γονατίζει αυτή την πόλη και τη χώρα που ήδη δίνει αγώνα για να τα βγάλει πέρα…»
Η συντάκτρια υπογραμμίζει ότι ολοένα και περισσότερες πόλεις αντιλαμβάνονται ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες προσδίδουν μεν αίγλη, αλλά δεν είναι οικονομικώς συμφέροντες. Διατύπωσα το ίδιο επιχείρημα δύο χρόνια πριν, όταν η Βοστώνη απέσυρε την υποψηφιότητά της να φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024:
«Η αρθρογράφος Anne Applebaum πρόβλεψε πριν από έναν χρόνο ότι στο μέλλον οι Ολυμπιακοί Αγώνες πιθανότατα θα διοργανώνονται μόνο “σε αυταρχικές χώρες όπου οι απόψεις των ψηφοφόρων δεν θα λαμβάνονται υπόψη» - όπως οι δύο υποψήφιες για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2022, το Πεκίνο και το Αλμάτι του Καζακστάν.
Ευτυχώς, η Βοστώνη δεν είναι ένας τέτοιος τόπος. Οι απόψεις των ψηφοφόρων δεν μπορούν εδώ να αγνοούνται και να απορρίπτονται για πολύ.
Η επιτυχία των «10 ανθρώπων στο τουίττερ» και των τριών νεαρών που οργάνωσαν το κίνημα No Boston Olympics θα πρέπει να ενθαρρύνει τους φορολογούμενους και σε άλλες πόλεις να αναλάβουν τον αγώνα ενάντια στα τεράστια και σπάταλα projects - τα στάδια, τις μεγάλες αθλητικές εγκαταστάσεις, τα master plans, τα συγκοινωνιακά σχέδια και βεβαίως άλλους Ολυμπιακούς Αγώνες”.
Στη συνέχεια παρέθεσα κάποια από τα στοιχεία για τις επιπτώσεις των Ολυμπιακών Αγώνων στις διοργανώτριες πόλεις:
«Οι επικριτές των Ολυμπιακών Αγώνων ήξεραν κάτι που οι ενθουσιώδεις υποστηρικτές τους προσπαθούσαν να ξεχάσουν: Τα τεράστια projects όπως οι Ολυμπιακοί είναι πάρα πολύ δαναπηρά, πάντα ξεφεύγουν από τον προϋπολογισμό και προκαλούν όχληση. Αφήνουν τις πόλεις με αχρησιμοποίητα στάδια και άλλα άχρηστα πράγματα.
Ο E.M. Swift που κάλυψε τους Ολυμπιακούς Αγώνες για το Sports Illustrated για παραπάνω από 30 χρόνια, έγραψε στο μπλογκ Cognoscenti πριν από λίγα χρόνια ότι οι ολυμπιακοί προϋπολογισμοί πάντα ξεφεύγουν προς τα πάνω».
«Το Μοντρεάλ είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα υπέρβασης του κόστους, ξεπερνώντας τον προϋπολογισμό κατά 796% το 1976 και συσσωρεύοντας ένα έλλειμμα που χρειάστηκε 30 χρόνια για να αποπληρωθεί. Το 1996, οι Αγώνες της Ατλάντα ξεπέρασαν τον προϋπολογισμό κατά 147%. Το Σίδνεϊ ξεπέρασε τις προβλέψεις του προϋπολογισμού κατά 90% το 2000. Και οι Αγώνες της Αθήνας κόστισαν 12,8 δισεκατομμύρια δολάρια, 60% πάνω από τις προβλέψεις της κυβέρνησης».
Ο Bent Flyvbjerk του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, ειδήμων παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τα megaprojects και η συνεργάτης του Allison Stewart βρήκαν ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες διαφέρουν από άλλα τέτοια projects κατά δύο τρόπος: Πάντα υπερβαίνουν τους προϋπολογισμούς τους, και οι υπερβάσεις του κόστους είναι σημαντικά μεγαλύτερες απ' ό,τι σε άλλα megaprojects. Σε σταθερές τιμές, η μέση υπέρβαση του κόστους για μια διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων είναι 179%.
Στην πρόσφατη Cato Policy Report o Flyvbjerk εξέτασε «τον σιδηρούν νόμο των megaprojects»: υπερβάσεις προϋπολογισμού, υπερβάσεις προθεσμιών ξανά και ξανά”.
Η Βραζιλία έχει σημαντικούς πόρους, μεγάλες φιλοδοξίες και μεγάλα προβλήματα, μεταξύ των οποίων ένα τεράστιο σκάνδαλο διαφθοράς που οδήγησε ένα μεγάλο αριθμό δημοσίων αξιωματούχων στην απομάκρυνση από τη θέση τους, μεταξύ των οποίων και την Πρόεδρο Dilma Rousseff. Αλλά οι ζωές των ανθρώπων της Βραζιλίας δεν θα βελτιωθούν μέσα από μεγαλειώδη projects. Η Βραζιλία χρειάζεται μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό και το ρυθμιστικό σύστημα, δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις και άλλα πολλά. Τα megaprojects δεν οδηγούν στην ευημερία.
*Ο David Boaz είναι ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Cato Institute και έχει διαδραματίσει έναν κομβικό ρόλο στην ανάπτυξη του Cato Institute και του φιλελεύθερου κινήματος. Είναι συγγραφέας του βιβλίου The Libertarian Mind: A Manifesto for Freedom και υπεύθυνος έκδοσης του The Libertarian Reader.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στα αγγλικά στις 17 Ιανουαρίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.