Γράφει ο David Henderson
Όπως ανέφερα πριν από λίγες μέρες, αυτό το διάστημα διαβάζω και απολαμβάνω το βιβλίο του Jason Riley Maverick: A Biography of Thomas Sowell.
Ιδιαίτερα διέκρινα ένα απόσπασμα που αφορά την περίεργη φύση του πανεπιστημιακού χώρου, καθώς ανταποκρίνεται πολύ στη δική μου εμπειρία. Παραθέτω από το βιβλίο και στη συνέχεια θα αφηγηθώ τη δική μου ιστορία από τα πρώτα βήματα της σταδιοδρομίας μου.
Ο Riley γράφει:
«‘Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι θα είχα γράψει το Basic Economics αν είχα παραμείνει σε κάποιο τμήμα οικονομικής επιστήμης’ μου είπε ο Sowell. “Οι άνθρωποι θα έλεγαν: ‘Γιατί στο καλό ο Sowell γράφει ένα βιβλίο για πράγματα που ο κάθε σοβαρός οικονομολόγος ήδη τα ξέρει; Υποτίθεται ότι πρέπει να προάγει τα όρια της γνώσης’».
Το Basic Economics έχει πουλήσει περισσότερα αντίτυπα από κάθε άλλο βιβλίο που έγραψε, αλλά οι συνάδελφοί του στο πανεπιστήμιο θα παραξενεύονται - ή και κάτι χειρότερο.
«Θυμάμαι στο UCLA να κάθομαι μεταξύ μιας ομάδας μεγαλύτερων καθηγητών που αποφάσιζαν τη μοίρα ενός νεώτερου διδάσκοντα, εξέταζαν εκ νέου τις συμβάσεις και συζητούσαν την προσφορά μονιμότητας είπε».
«Και θυμάμαι ότι συζητούσαν για έναν διδάσκοντα και κάποιος είπε γι’ αυτόν ότι είχε γράψει κάποια πολύ καλά εγχειρίδια. Και τότε ένας από τους συναδέλφους μου είπε ‘Δεν το θεωρώ αυτό τεκμήριο επιστημονικότητας. Ίσα-ίσα, το θεωρώ αρνητικό τεκμήριο επιστημονικότητας’».
Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι ξέρω ποιος ήταν εκείνος ο νεότερος διδάσκοντας. Ο κύριος λόγος είναι ότι το πρόσωπο που έχω κατά νου είναι ο μόνος αναπληρωτής καθηγητής που συνέγραψε δύο εγχειρίδια εκείνη την περίοδο. Καθένα από αυτά ήταν με τον τρόπο του ριζοσπαστικό, αλλά κυρίως αυτό των μακροοικονομικών.
Έμαθα πολλά ως βοηθός καθηγητή για τον συγκεκριμένο αναπληρωτή καθηγητή στην πολύ απαιτητική εισαγωγή του στο μάθημα των μακροοικονομικών.
Του έγραψα. Μου απάντησε πως αν το περιστατικό αυτό συνέβη κατά το ακαδημαϊκό έτος 1972-3, τότε ναι, ήταν εκείνος. Το άτομο που έχω κατά νου είναι ο Chuck Baird, στον οποίο συμπτωματικά αφιέρωσα ένα άρθρο μου νωρίτερα φέτος.
Τώρα, η δική μου ιστορία που είναι παρόμοια με εκείνη του Sowell. Ήμουν αναπληρωτής καθηγητής στη Μεταπτυχιακή Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου του Rochester κατά το διάστημα 1975-9. Το διδακτικό προσωπικό ενδιαφερόταν έντονα να προσλάβει μόνιμους καθηγητές και ακούγαμε με προσοχή τους νεότερους διδάσκοντες.
Καθένας μας είχε λάβει μία στοίβα από βιογραφικά και συζητούσαμε πώς να τα ξεδιαλέξουμε. Ένας υποσχόμενος υποψήφιος είχε γράψει στο βιογραφικό του ένα άρθρο γνώμης που είχε δημοσιεύσει στους New York Times.
Η αίσθησή μου, παρεπιμπτόντως είναι πως μολονότι μεγάλο μέρος του διδακτικού προσωπικού δεν ευνοούσε τους New York Times για ιδεολογικούς λόγους, αυτό που πρόκειται να σας πω δεν αφορά ιδεολογία.
Νομίζω ότι η αντίδραση του συγκεκριμένου διδάσκοντος θα ήταν σχεδόν εξίσου έντονη αν ο υποψήφιος είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο γνώμης στη Wall Street Journal. Επίσης, το ζήτημα δεν αφορούσε το περιεχόμενο του άρθρου, καθώς κανείς από τη σύσκεψη δεν το είχε διαβάσει.
Να λοιπόν η ατάκα που θυμάμαι ξεκάθαρα του συναδέλφου μου εκείνου:
«Πόσο αρνητικό βάρος να αποδώσουμε στο άρθρο γνώμης στους New York Times;».
* Ο David Henderson είναι ερευνητής στο Hoover Institution και καθηγητής οικονομικών στη μεταπτυχιακή σχολή διοίκησης επιχειρήσεων και δημόσιας διοίκησης του Naval Postgraduate School στο Monterey της Καλιφόρνιας.
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 27 Οκτωβρίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.