Πριν από σχεδόν εβδομήντα χρόνια, δύο φωτογράφοι έλαβαν υποτροφίες από το Ίδρυμα Guggenheim ώστε να ταξιδέψουν σε όλη τη χώρα για να απαθανατίσουν τον αμερικανικό τρόπο ζωής. Οι φωτογράφοι δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους και εξερεύνησαν τη χώρα με διαφορετικούς τρόπους—ο ένας τη διέσχισε με αυτοκίνητο ενώ ο άλλος με τα πόδια, με σκάφος και με ποδήλατο. Ο ένας φωτογράφος, ο Ρόμπερτ Φρανκ, έγινε ευρέως γνωστός παράγοντας έτσι το κορυφαίο έργο του, τους Αμερικανούς, ενώ ο άλλος, ο Τοντ Γουέμπ, σε μεγάλο βαθμό ξεχάστηκε. Για πρώτη φορά, η δουλειά και των δύο αυτών φωτογράφων προβάλλεται από κοινού και το έργο αυτό αποκαλύπτει στους θεατές το τεράστιο πολιτιστικό τοπίο των ΗΠΑ.
Η έκθεση είναι εντυπωσιακή. Ο Γουέμπ προσέγγισε το ταξίδι του στη χώρα ως «ένας μεσήλικας από τις μεσοδυτικές ΗΠΑ» ενώ ο Φρανκ το προσέγγισε «ως ένας νεαρός Ελβετός που θα γινόταν στο μέλλον Αμερικανός πολίτης». Έχουν γραφτεί αρκετά για τις αισθητικές διαφορές μεταξύ των δύο ανδρών. Ο Γουέμπ έκανε «ένα σκουπιδότοπο να μοιάζει με ένα μέρος που θα ήθελε κανείς να εξερευνήσει, με το Wrecked Car Lot, Stoystown, PA να απεικονίζει ένα καταπράσινο χωράφι γεμάτο με καμπυλόγραμμα αυτοκίνητα Packard» και ο Φρανκ παρουσίασε μια πιο σκληρή εικόνα της αμερικανικής ζωής στο έργο του, «Φαίνεται να βλέπει περισσότερα από όσα έρχονται, απ’ ό,τι όσα έχουν ήδη συμβεί».
Και οι δύο συλλογές αποτυπώνουν συγκλονιστικά τη μεταπολεμική οικονομική άνθηση και την αισιοδοξία των Αμερικανών πριν από τη χαοτική δεκαετία του 1960. Αλλά αυτό που μου έκανε πραγματικά εντύπωση ήταν ότι και οι δύο συλλογές φωτογραφικών παρουσιάζουν το στοιχείο που κάνει την Αμερική μοναδική - την ποικιλομορφία της. Σε όλη τη χώρα, οι κοινότητες μοιράζονται παρόμοιες εμμονές και προτιμήσεις. Όμως, διαφορετικές κοινότητες έχουν διαφορετικές εμπειρίες και τρόπους ζωής. Υπάρχουν δεσμοί που συνέχουν τον αμερικανικό πολιτισμό από ακτή σε ακτή και εκπροσωπούνται στη συλλογή, όπως εορτασμοί και παρελάσεις και η αγάπη για την κουλτούρα του αυτοκινήτου. Ωστόσο, ενώ οι Αμερικανοί μοιράζονται αυτές τις εμμονές, οι συλλογές του Φρανκ και του Γουέμπ υπογραμμίζουν πόσο ποικιλόμορφη είναι αυτή η χώρα. Με τις προεδρικές εκλογές να επίκεινται, είναι σημαντικό να το θυμόμαστε αυτό.
Αυτό που κάνει την Αμερική σπουδαία είναι η ικανότητά της για ποικιλομορφία. Οι κοινότητες στα βορειοανατολικά είναι δραματικά διαφορετικές από εκείνες στην ορεινή Δύση, και τα παράκτια αστικά κέντρα έχουν διαφορετικές ανάγκες από τα αναπτυσσόμενα προάστια και τις οικονομικά αποστραγγισμένες αγροτικές περιοχές.
Και σήμερα, αντί να γιορτάζουμε τις ποικιλόμορφες απόψεις και εμπειρίες μας, υβρίζουμε και δαιμονοποιούμε τις διαφορές μας εις βάρος μας. Το έθνος κατευθύνεται σε μία απ’ ό,τι φαίνεται απίστευτα σκληρή εκλογική αναμέτρηση φέτος γεμάτη με έλλειψη πολιτικού πολιτισμού και παραπληροφόρηση. Ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει την Προεδρεία τον Νοέμβριο, μια μεγάλη μερίδα του έθνους θα απορρίψει αμέσως τα αποτελέσματα και θα πιστέψει ότι ο εκλεγμένος Πρόεδρος είναι παράνομος.
Οι Αμερικανοί είμαστε αδαείς. Έχουμε γυρίσει σε μια συλλογική εσωστρέφεια και δεν βλέπουμε την Αμερική που αποτύπωσαν οι Γουέμπ και Φρανκ.
Σήμερα, δεν γνωρίζουμε άλλους ανθρώπους, δεν κυκλοφορούμε το ίδιο με παλαιότερα, τα ταξίδια με αυτοκίνητο δεν αιχμαλωτίζουν τις καρδιές των νεότερων γενεών, οι μαθητές δεν ταξιδεύουν τόσο μακριά όσο στο παρελθόν για τις πανεπιστημιακές τους σπουδές και δεν συναντάμε μεγάλη ποικιλία ανθρώπων από τους οποίους θα μπορούσαμε να μάθουμε να αντιμετωπίζουμε και να εκτιμάμε τις διαφορές μας.
Σε πολλές περιπτώσεις, δεν έχουμε αλληλεπιδράσει αρκετά με άλλους ανθρώπους ώστε να τους κατανοήσουμε, να τους συναισθανόμαστε ή να μπορούμε να επεξεργαστούμε εναλλακτικές απόψεις, ιδέες και τρόπους ζωής.
Προσθέστε σε αυτές τις τάσεις το γεγονός ότι η πανδημία του COVID-19 διέκοψε την κανονική μας ζωή και ανάγκασε πολλούς από μας σε απομόνωση με τη μόνη σύνδεση μας με τον κόσμο να είναι μέσω ψηφιακών οθονών. Ακόμη και πριν από την πανδημία, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χώρισαν ήδη τους πολίτες βάζοντάς τους σε θαλάμους ηχούς με αλγόριθμους που όχι μόνο διαδίδουν παραπληροφόρηση, αλλά και έχουν σχεδιαστεί για να κρατούν το ενδιαφέρον κάποιου και να περιορίζουν το εύρος των διαμοιρασμένων πληροφοριών.
Δεν γνωρίζουμε τους γείτονές μας, δεν τρώμε γεύματα μαζί και δεν παρακολουθούμε θρησκευτικές λειτουργίες και κοινοτικές συναντήσεις μαζί. Δεν είμαστε πια ένα έθνος συνδαιτυμόνων. Δεν προσφέρουμε εθελοντικά στις γειτονιές μας και δεν είμαστε ιδιαίτερα ενσωματωμένοι στις κοινότητές μας.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι υποφέρουμε από μια επιδημία μοναξιάς, ότι λειτουργικά είμαστε μια κοινωνία που αποσυντίθεται και έχουμε λίγους φίλους να απευθυνθούμε. Το 1990, το 3% των Αμερικανών ανέφεραν ότι δεν έχουν στενούς φίλους. Το 2021, ο αριθμός αυτός τετραπλασιάστηκε και έφτασε το 12%.
Όλες αυτές οι κοινωνικές αλλαγές έχουν επηρεάσει βαθιά την πολιτική και τον λόγο μας προς το χειρότερο. Είμαστε αποξενωμένοι από τις κοινότητές μας και αυτό το χάσμα είναι επικίνδυνο για την κοινωνία καθώς και την οικονομική σταθερότητα και ήδη προκαλεί πραγματικές πιέσεις σε ολόκληρο το έθνος.
Το έργο των Γουέμπ και Φρανκ θα πρέπει να ιδωθεί ευρέως γιατί ρητά είχε ως στόχο να ερευνήσει την Αμερική - να πάρει τον «φωτογραφικό παλμό της χώρας» με μόνο τον Φρανκ να τραβά περισσότερες από 27 χιλιάδες φωτογραφίες – δείχνοντας σε αυτές πόσο πολύπλευρο και περίπλοκο είναι το έθνος μας ήταν το 1955 και βοηθώντας τους ανθρώπους της χώρας μας να δουν πολλούς Αμερικανούς και την ποικιλομορφία τους. Γενιές αργότερα, παρά τις τεράστιες αλλαγές στην κοινωνία, από την παγκοσμιοποίηση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέχρι την εθνικοποίηση της πολιτικής, εξακολουθούμε να είμαστε Αμερικανοί - οφείλουμε να βλέπουμε τους άλλους και να εκτιμάμε, και όχι να δυσφημούμε, όσους έχουν ξεχωριστές ιστορίες, όνειρα, προτιμήσεις και ιδέες αν θέλουμε η τοξικότητα στην πολιτική να τερματιστεί στη χώρα μας.
Ο Samuel J. Abrams είναι καθηγητής πολιτικής στο Sarah Lawrence College επισκέπτης ερευνητής στο American Enterprise Institute.