Γράφει ο Paul H. Kupiec
Η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ εδώ και καιρό υποστηρίζει ότι η πίστη του κοινού στην αξιοπιστία της να αντιμετωπίζει τον πληθωρισμό έχει κομβική σημασία για μια πετυχημένη μη πληθωριστική νομισματική πολιτική. Αν οι προσδοκίες για έναν σταθερά αγκυροβολημένο πληθωρισμό καταδεικνύουν μια καλώς ρυθμισμένη νομισματική πολιτική, τότε η τρέχουσα στάση της Fed είναι εσφαλμένη.
Οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό υπερβαίνουν κατά πολύ τον στόχο της Fed για 2% και υπάρχουν ενδείξεις για μια αναδυόμενη πληθωριστική σπείρα μισθών-τιμών. Δεδομένης της τρέχουσας συμβιβαστικής στάσης της νομισματικής πολιτικής, της ισχυρής καταναλωτικής ζήτησης, των συνεχιζόμενων αναταράξεων στις εφοδιαστικές αλυσίδες και της πραγματικότητας ότι θα περάσουν αρκετοί μήνες μέχρι η Γερουσία να επικυρώσει την ηγεσία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας ώστε η τελευταία να αναλάβει καθοριστικές πρωτοβουλίες, οι πληθωριστικές πιέσεις δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό να υποχωρήσουν σύντομα.
Οι καλώς αγκυροβολημένες προσδοκίες για τον πληθωρισμό είναι το «ιερό δισκοπότηρο» του συστήματος στόχευσης πληθωρισμού της Fed. Αν οι προσδοκίες του κοινού για τον πληθωρισμό παραμένουν αγκυροβολημένες, τότε η Fed δεν θα αυστηροποιήσει τη νομισματική πολιτική για να εξισορροπήσει μια μεταβατική αύξηση του πληθωρισμού. Αυτή η άποψη διατυπώθηκε με σαφήνεια από την επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Yellen το 2015:
«Η ύπαρξη καλώς αγκυροβολημένων προσδοκιών για τον πληθωρισμό ενισχύει σημαντικά τη δυνατότητα μιας κεντρικής τράπεζας να επιδιώξει τις δύο της στοχεύσεις - δηλαδή, τη σταθερότητα των τιμών και την πλήρη απασχόληση. Καθώς οι προσωρινές μεταβολές στον ρυθμό αλλαγής των τιμών εισαγωγών ή άλλα μεταβατικά σοκ δεν έχουν μόνιμη επίδραση στις προσδοκίες, παρουσιάζουν μόνο μια πρόσκαιρη επιρροή στον πληθωρισμό. Έτσι, η κεντρική τράπεζα μπορεί να δει πέρα από τέτοιες βραχυπρόθεσμες πληθωριστικές αναταράξεις καθώς διαμορφώνει τη νομισματική πολιτική, γεγονός που της επιτρέπει να επικεντρωθεί στην επιστροφή της οικονομίας στην πλήρη απασχόληση χωρίς τη διακινδύνευση της σταθερότητας των τιμών».
Με άλλα λόγια, οι επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και οι επενδυτές δεν θα αντιδράσουν σε μια μεταβατική αύξηση του πληθωρισμού αν εμπιστεύονται τη Fed ότι θα υιοθετήσει την κατάλληλη νομισματική πολιτική για να πετύχει τον μακροπρόθεσμο στόχο της για τον πληθωρισμό.
Αν η εξάρτηση από «αγκυροβολημένες προσδοκίες για τον μακροπρόθεσμο πληθωρισμό» ως τον κύριο μηχανισμό για τη χαλιναγώγηση του πληθωρισμού σας φαίνεται σαν μια νομισματική πολιτική που ισοδυναμεί με κόλπα του νου των Τζεντάι, μάλλον έχετε δίκιο. Οι οικονομολόγοι δεν έχουν κάποια θεωρία που να εξηγεί τεκμηριωμένα το πώς οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά διαμορφώνουν τις προσδοκίες τους για τον πληθωρισμό.
Δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα ενδείξεις ότι η προ της πανδημίας εμπειρία του χαμηλού και σταθερού πληθωρισμού αντανακλά την εμπιστοσύνη του κοινού στην ικανότητα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας να τον αντιμετωπίζει. Υπάρχουν και άλλες πειστικές θεωρίες για τη διαμόρφωση των προσδοκιών που δεν είναι τόσο επιεικείς ως προς τα πρόσκαιρα πληθωριστικά σοκ.
Υπάρχουν οικονομολόγοι στη Fed και αλλού που πιστεύουν ότι οι προσδοκίες ως προς τον μακροπρόθεσμο πληθωρισμό προσαρμόζονται με έναν τρόπο συνεπή προς την οριοθετημένη ορθολογικότητα. Ο λόγος που οι προσδοκίες μπορεί να φάνηκαν σταθερά αγκυροβολημένες περί τον στόχο της Fed για 2% πληθωρισμό μπορεί να είναι ότι ο πληθωρισμός κινήθηκε περί το 2% για περισσότερο από μια δεκαετία - αρκετά χαμηλά ώστε να μην αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική ανησυχία για τις αποφάσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τον Rudd (2021).
Η πρόσφατη ιστορική περίοδος με τις «αγκυροβολημένες προσδοκίες για τον πληθωρισμό μπορεί να αντανακλά «μια περίοδο όπου ο πληθωρισμός δεν είναι βρίσκεται πια στις ?οθόνες ραντάρ? των εργαζομένων (ή τουλάχιστον υπάρχει ως μια πολύ μικρή κουκίδα), πράγμα που με τη σειρά του παράγει ένα αποτέλεσμα όπου ο τρέχων τιμάριθμος δεν αντιστοιχεί (ιδιαίτερα) στον προηγούμενο πληθωρισμό (καθώς ο πληθωρισμός δεν είναι σημαντικός παράγοντας στον καθορισμό των μισθών)».
Υπό αυτή τη θεώρηση μιας οριοθετημένης ορθολογικότητας, αν ο πληθωρισμός αυξηθεί πέρα από ένα στενό εύρος περί το 2%, τότε οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θα αρχίσουν να εστιάζουν σ? αυτόν και να αναθεωρούν τις προσδοκίες τους ως προς τον μελλοντικό πληθωρισμό. Αυτό ακριβώς φαίνεται πως συμβαίνει σήμερα. Το διάγραμμα που ακολουθεί καταδεικνύει τις προσδοκίες των νοικοκυριών για τον μελλοντικό πληθωρισμό όπως καταγράφηκαν από μια έρευνα που διεξήχθη από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Νέας Υόρκης.
Οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά όχι μόνο καταδεικνύουν ότι περιμένουν υψηλότερο πληθωρισμό τα επόμενα χρόνια, αλλά αλλάζουν και τη συμπεριφορά τους προσαρμόζοντάς της στη νέα τους αυτή προσδοκία για τον πληθωρισμό. Οι εργαζόμενοι εγκαταλείπουν τις δουλειές τους σε ιστορικά υψηλά ποσοστά αναζητώντας υψηλότερους μισθούς καθώς οι επιχειρήσεις δελεάζουν τους υποψήφιους εργαζόμενους με προσφορές για υψηλότερους μισθούς και δίνουν μπόνους καθώς προσπαθούν να καλύψουν εκατομμύρια κενές θέσεις εργασίας.
Τα συνδικάτα περιλαμβάνουν ξανά ρήτρες προσαρμογής στο κόστος διαβίωσης στις μακροχρόνιες εργασιακές συμβάσεις. Πρόσφατες συμβάσεις που διαπραγματεύθηκαν οι εργαζόμενοι στην Kellogg Company και την Deere & Company περιλαμβάνουν ρήτρες κόστους διαβίωσης που προσαρμόζουν τους μισθούς στον πληθωρισμό κάθε τρεις μήνες. Ακόμη, πολλοί πολιτειακοί νόμοι περί κατώτατου μισθού περιλαμβάνουν ετήσιες προσαρμογές στον πληθωρισμό του υποχρεωτικού κατώτατου μισθού. Αυτές οι εξελίξεις θυμίζουν τις σπείρες μισθών-τιμών που χαρακτήρισαν την εποχή του Μεγάλου Πληθωρισμού που έπληξε τις προεδρίες Νίξον, Φορντ και Κάρτερ.
Αντί αυτή η φαινομενική σταθερότητα των προσδοκιών για τον μακροπρόθεσμο πληθωρισμό πριν την πανδημία να αντανακλά την εμπιστοσύνη στην αποφασιστικότητα της Fed να αντιμετωπίζει τον πληθωρισμό, μπορεί αντιθέτως να αντανακλούσε το γεγονός ότι, μέχρι πρόσφατα, το κοινό δεν είχε κανένα λόγο να αναθεωρήσει τις προσδοκίες του για τον πληθωρισμό. Σήμερα όμως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν την άνοδο του πληθωρισμού καθώς ανακάμπτουμε από την πανδημία.
Όχι μόνο η εμπειρία αυτή οδήγησε τους ανθρώπους να αναθεωρήσουν τις προσδοκίες τους για τον μελλοντικό πληθωρισμό, αλλά και αλλάζουν τη συμπεριφορά τους σε ό,τι αφορά τη σύναψη συμβάσεων με τρόπο που αυτές οι νέες προσδοκίες να καθίστανται αυτοεκπληρούμενες. Όσο περισσότερο συνεχιστεί αυτό, τόσο πιθανότερο είναι ότι θα χρειαστεί μια βαθιά ύφεση που θα προκληθεί από τη Fed για να σπάσει την πληθωριστική σπείρα.
* Ο Paul H. Kupiec είναι διακεκριμένο στέλεχος του American Enterprise Institute, όπου μελετά το συστημικό ρίσκο, τη διοίκηση και το ρυθμιστικό περιβάλλον των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών αγορών.
** To άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 22 Δεκεμβρίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Entreprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.