Το μέλλον των Βαλκανίων είναι εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης» - τώρα γνωρίζουμε ότι αυτή η δήλωση που έγινε μετά τη Σύνοδο Κορυφής της Θεσσαλονίκης το 2003 ήταν περισσότερο μια έκφραση συναισθημάτων παρά μια πραγματική έκκληση για δράση. Μετά τη διεύρυνση της «μεγάλης έκρηξης», κατά την οποία 10 από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης εντάχθηκαν στην ΕΕ το 2004, και η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Κροατία τα επόμενα χρόνια, η διεύρυνση τέθηκε σε δεύτερη μοίρα. Τα Δυτικά Βαλκάνια (WB6) - Μαυροβούνιο, Σερβία, Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βόρεια Μακεδονία και Κοσσυφοπέδιο - παραμένουν στην αίθουσα αναμονής.
Αυτή η έλλειψη προόδου αποβαίνει σε μεγάλο βαθμό εις βάρος τόσο των Δυτικών Βαλκανίων όσο και της ίδιας της ΕΕ. Μολονότι έχουν ξεκινήσει οι ενταξιακές συνομιλίες - με αυτές με το Μαυροβούνιο και τη Σερβία να έχουν προχωρήσει περισσότερο - οι στόχοι που τέθηκαν το 2003 απέτυχαν και απαιτείται μια νέα προσέγγιση.
Μια χώρα που φιλοδοξεί να γίνει μέλος της ΕΕ πρέπει να πληροί τα κριτήρια της Κοπεγχάγης σε θέματα όπως το κράτος δικαίου, η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και η οικονομία και να υιοθετήσει όλη την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ, γνωστή και ως κοινοτικό κεκτημένο. Δεδομένου ότι τα Δυτικά Βαλκάνια δεν έχουν εκπληρώσει όλους αυτούς τους όρους, ορισμένα από τα ήδη κράτη μέλη της ΕΕ δεν είναι πρόθυμα να δεσμευτούν πλήρως για την ένταξή τους, κάτι που απαιτεί ομοφωνία μεταξύ της ΕΕ των 27.
Στο πρόσφατο φόρουμ GLOBSEC της Μπρατισλάβα, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν υποστήριξε ότι απαιτείται περαιτέρω ευθυγράμμιση μεταξύ της ΕΕ και των Δυτικών Βαλκανίων. Ένας τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι η επιτάχυνση της διαδικασίας διεύρυνσης με τη χορήγηση προενταξιακών ωφελημάτων. Ακόμη και πριν εκπληρωθούν όλα τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, δύο ακρογωνιαίοι λίθοι της πολιτικής της ΕΕ μπορούν να γίνουν προσβάσιμοι στα επίδοξα μέλη: η ενιαία αγορά και η τελωνειακή ένωση. Αυτό θα ήταν ωφέλιμο με πολλούς τρόπους.
Πρώτον, αυτό θα ήταν ένα ευεργετικό βήμα από κοινωνικοοικονομική άποψη. Εάν κάποιο από τα κράτη του WB6 πρόκειται να ενταχθεί στην ΕΕ, θα δει το πραγματικό του ΑΕΠ να αυξάνεται μετά την είσοδο στην ενιαία αγορά. Επειδή οι κύριοι εμπορικοί εταίροι κάθε χώρας, οι άλλες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, θα ήταν επίσης στην ενιαία αγορά, το εμπόριο θα αποκτούσε ώθηση. Τα εμπόδια και οι δασμοί που εμποδίζουν την ανάπτυξή τους θα αποτελέσουν παρελθόν, ανοίγοντας την ευρύτερη αγορά της ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια. Αντίθετα, οι επιχειρήσεις της ΕΕ27 θα αντιμετωπίσουν μικρότερες παρεμβάσεις κατά την επέκταση των αγορών τους σε αυτές τις χώρες.
Μετά την ένταξή τους στην τελωνειακή ένωση, οι πολίτες των Δυτικών Βαλκανίων θα μπορούν να μετακινηθούν ελεύθερα για εργασία και σπουδές στην υπόλοιπη Ένωση, ενώ η ΕΕ των 27, με τη σειρά της, θα επωφεληθεί από τους μετανάστες εργαζομένους που μπορούν να καλύψουν αναγκαίες κενές θέσεις. Αυτό μπορεί να φαίνεται να επιβαρύνει σημαντικά τα υπάρχοντα κράτη μέλη, αλλά η είσοδος των κρατών του WB6 στην ενιαία αγορά στο εγγύς μέλλον εκτιμάται ότι θα κοστίσει μεταξύ 1,60 και 10,80 ευρώ επιπλέον κατά κεφαλήν ετησίως.
Δεύτερον, αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να εδραιωθούν τα δημοκρατικά και φιλελεύθερα στοιχεία στα Δυτικά Βαλκάνια. Η προσωπική ελευθερία και το κράτος δικαίου εξακολουθούν να είναι εύθραυστα σε ορισμένες από τις χώρες, καθυστερώντας την έγκριση εισόδου από την ΕΕ27. Η ένταξη απαιτεί από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις να ευθυγραμμιστούν με το κράτος δικαίου της ΕΕ. Αυτό θα σήμαινε ότι η επιρροή των κυβερνήσεων, για παράδειγμα, στις εκλογές ή στα μέσα ενημέρωσης θα έπαυε. Αλλά η εκπλήρωση όλων αυτών των κριτηρίων θα πάρει χρόνο, ειδικά εάν δεν έχει ως αφετηρία αξιόπιστες υποσχέσεις. Για να αποτραπούν οι χώρες από το να καταφύγουν σε πιο αυταρχικές τάσεις και να απομακρυνθούν περισσότερο από την ΕΕ, απαιτείται άμεση δράση.
Τρίτον, αυτά τα βήματα θα είναι επίσης ωφέλιμα από την άποψη της ασφάλειας. Παρ’ ό,τι η συντριπτική πλειονότητα του εμπορίου στις χώρες του WB6 γίνεται με την ΕΕ (81% εξαγωγές και 57,9% εισαγωγές, έναντι 3,2% και 11,6% για την Κίνα), το χρέος και τα δάνεια από την Κίνα κυμαίνονται από 7% έως 22% και οι κινεζικές επενδύσεις αυξάνονται. Τέτοιες επενδύσεις συνδέονται με κοινωνικοπολιτική επιρροή, που χαρακτηρίζεται από έλλειψη διαφάνειας και την ύπαρξη ελάχιστων ελέγχων και ισορροπιών στη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το ίδιο ισχύει και για τη Ρωσία, η επιρροή της οποίας καταδεικνύεται από την απροθυμία ορισμένων από τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων να υιοθετήσουν κυρώσεις της ΕΕ μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Η ΕΕ θα πρέπει να επιβραβεύει το γεγονός ότι οι χώρες αυτές επιλέγουν την ΕΕ έναντι των εναλλακτικών. Η χορήγηση προενταξιακών ωφελημέτων θα αποτρέψει τα Δυτικά Βαλκάνια από το να δεχθούν υπερβολική επιρροή από φορείς εκτός ΕΕ.
Επιπλέον, δεδομένης της έλλειψης προόδου, η αισιοδοξία για την ΕΕ έχει υποστεί πλήγματα μεταξύ των κρατών του WB6 τα τελευταία χρόνια. Η κοινή γνώμη στη Σερβία και το Μαυροβούνιο εκτιμά τους φορείς εκτός ΕΕ ως εξίσου σημαντικούς εταίρους για το μέλλον.
Για να αλλάξει αυτό, η ΕΕ πρέπει να δείξει ότι λαμβάνει σοβαρά υπόψη τη διεύρυνση. Δεδομένου ότι δεν έχουν ακόμη εκπληρωθεί όλα τα ενταξιακά κριτήρια, είναι δικαιολογημένο η ΕΕ να μην θέλει να βιαστεί να προχωρήσει στη διεύρυνση. Ωστόσο, οι συνθήκες στα Δυτικά Βαλκάνια δεν θα βελτιωθούν εάν η Κίνα και η Ρωσία συνεχίσουν ή και αυξήσουν την βλαπτική τους επιρροή. Στην περίπτωση αυτή, η εκπλήρωση των κριτηρίων προσχώρησης θα απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο.
Η προθυμία των Δυτικών Βαλκανίων να ενσωματωθούν και να μεταρρυθμιστούν καταδεικνύεται εν μέρει από τη νεοσυσταθείσα πρωτοβουλία Open Balkan, η οποία συνδέει την Αλβανία, τη Βόρεια Μακεδονία και τη Σερβία σε ζητήματα όπως η ελεύθερη κυκλοφορία. Τα κράτη της WB6 είναι μεταξύ τους οι κύριοι εμπορικοί εταίροι, και ως εκ τούτου, η αποτελεσματικότητα της πρωτοβουλίας Open Balkan μπορεί να χρησιμεύσει ως ένα καλό βαρόμετρο για το μεγαλύτερο βήμα της ένταξης στην ΕΕ. Παρ’ όλο που η πρωτοβουλία αυτή βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα, αυτό το «μίνι-Σένγκεν» υποστηρίζεται από την ΕΕ καθώς θεωρείται ότι έχει αξιόπιστο μέλλον.
Η ΕΕ πρέπει να χτίσει πάνω σε αυτήν την πρωτοβουλία και να την επεκτείνει. Πρέπει να παραχωρήσει στα Δυτικά Βαλκάνια πρόσβαση στην ενιαία αγορά και στην τελωνειακή ένωση, αντί να περιμένει την εκπλήρωση όλων των κριτηρίων της Κοπεγχάγης. Αυτό θα βελτίωνε τόσο την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των κρατών του WB6 όσο και της ίδιας της ΕΕ, ενώ θα ενίσχυε επίσης την ασφάλεια στην κρίσιμη γεωπολιτική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ευρώπη.
Επί του παρόντος, η απροθυμία της ΕΕ να δεσμευτεί και να λάβει τολμηρά βήματα έχει κάνει τα Δυτικά Βαλκάνια να αισθάνονται ότι περιφρονούνται - και έχει αμαυρώσει την αξιοπιστία της ΕΕ. Τα προενταξιακά ωφελήματα θα λειτουργήσουν αμφίδρομα: ως ανταμοιβή για την επιτευχθείσα πρόοδο, καθώς και ως κίνητρο για να συνεχίσουν τα κράτη αυτά να βελτιώνονται και να λαμβάνουν περαιτέρω επιβράβευση με περισσότερα ωφελήματα στο μέλλον, δηλαδή να πετύχουν τελικά την πλήρη ένταξη.
*Ο Guy Mulders είναι συνεργάτης του δικτύου Epicenter.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 2 Οκτωβρίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.