Τα πλαστικά απορρίμματα συσσωρεύονται με τρομακτικούς ρυθμούς παγκοσμίως με την Παγκόσμια Τράπεζα να εκτιμά ότι κάθε άνθρωπος στον πλανήτη παράγει κατά μέσο όρο 0,74 κιλά πλαστικών απορριμμάτων καθημερινά.
Για τον περιορισμό αυτής της συνεχόμενης ροής, 175 κράτη διαπραγματεύονται μια δεσμευτική διεθνή συνθήκη για τη ρύπανση από τα πλαστικά, με στόχο την ολοκλήρωσή της στα τέλη του 2024. Τον Ιούλιο του 2024, η κυβέρνηση Μπάιντεν δημοσίευσε το πρώτο αμερικανικό σχέδιο για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Η νέα αμερικανική στρατηγική καλύπτει πέντε τομείς: παραγωγή πλαστικού, σχεδιασμός προϊόντων, παραγωγή αποβλήτων, διαχείριση αποβλήτων και δέσμευση και απομάκρυνση πλαστικού.
Ως η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, οι ΗΠΑ είναι ένας κρίσιμος παίκτης σε αυτή την προσπάθεια. Με βάση την έρευνά μου, παραθέτω τρεις προτάσεις στο σχέδιο των ΗΠΑ που θεωρώ σημαντικές και μια παράλειψη που θεωρώ ότι αποτελεί σημαντικό κενό.
Mικροπλαστικά που ξεβράστηκαν στο Depoe Bay (Oregon) / AP Photo/Andrew Selsky
Ένα ομοσπονδιακό πρότυπο για τη μέτρηση των μικροπλαστικών
Μελέτες έχουν ανιχνεύσει μικροσκοπικά κομμάτια πλαστικού, γνωστά ως μικροπλαστικά, στην ατμόσφαιρα, σε πηγές πόσιμου νερού, στην πανίδα και στις ανθρώπινες τροφικές αλυσίδες.
Ενώ οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει ότι στα άγρια ζώα, όπως τα θαλασσοπούλια, η κατανάλωση πλαστικού μπορεί να είναι βλαβερή, οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία είναι λιγότερο σαφείς. Σε αντίθεση με άλλους ρύπους, τα μικροπλαστικά έχουν διαφορετικές επιπτώσεις ανάλογα με το μέγεθός τους, το σχήμα τους και το πού βρίσκονται, όπως στα τρόφιμα, στον αέρα ή στο νερό. Και οι άνθρωποι μπορούν να εκτεθούν σε αυτά με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, συμπεριλαμβανομένης της εισπνοής, της κατάποσης και της αφής.
Δεν υπάρχει ομοσπονδιακό πρότυπο για τη μέτρηση των μικροπλαστικών, ωστόσο, το 2023, η Καλιφόρνια ξεκίνησε ένα πρόγραμμα παρακολούθησης μικροπλαστικών, το οποίο περιλαμβάνει την ανάπτυξη μιας τυποποιημένης μεθόδου για τη μέτρηση των μικροπλαστικών στο πόσιμο νερό.
Το σχέδιο της κυβέρνησης Μπάιντεν προβλέπει την ανάπτυξη τυποποιημένων μεθόδων για τη συλλογή, τον ποσοτικό προσδιορισμό και τον χαρακτηρισμό των μικροπλαστικών και των νανοπλαστικών, τα οποία είναι ακόμη μικρότερα. Αυτό θα βοηθήσει τους επιστήμονες να παράγουν επαρκή δεδομένα που θα μπορούν να χρησιμοποιούν οι ρυθμιστικές αρχές για να θέτουν όρια για τα μικροπλαστικά στα τρόφιμα, το νερό και τον αέρα.
Μεγαλύτερη ευθύνη στους παραγωγούς πλαστικών
Όλα τα πλαστικά περιέχουν χημικές ουσίες που προσθέτουν ιδιότητες όπως αντοχή, χρώμα και πυραντοχή. Ένα υποσύνολο αυτών των χημικών ουσιών έχουν συνδεθεί με δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία (εμβρυϊκές ανωμαλίες, προβλήματα αναπαραγωγικής υγείας, καρκίνο).
Ορισμένοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι κάποιοι τύποι πλαστικών αποβλήτων με ιδιαίτερα επιβλαβή συστατικά ή ιδιότητες, όπως το PVC, το πολυστυρένιο, η πολυουρεθάνη και το πολυκαρβονικό, θα πρέπει να ταξινομηθούν ως επικίνδυνα απόβλητα. Επί του παρόντος, οι ΗΠΑ, η Ευρώπη, η Αυστραλία και η Ιαπωνία θεωρούν τα αντικείμενα που κατασκευάζονται από αυτά τα πλαστικά ως στερεά απόβλητα και τα μεταχειρίζονται με τον ίδιο τρόπο όπως τα υπολείμματα τροφίμων ή το χαρτί γραφείου.
Το γεγονός ότι μόνο το 5% περίπου των πλαστικών αποβλήτων των ΗΠΑ ανακυκλώνεται σήμερα, ενώ το 9% αποτεφρώνεται και το 86% θάβεται σε χωματερές, έχει προκαλέσει εκκλήσεις για την ανάθεση κάποιας ευθύνης στους παραγωγούς πλαστικών.
Οι νόμοι περί διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού, που υπάρχουν για άλλα προϊόντα όπως τα χρώματα και τα ηλεκτρονικά είδη, καθιστούν τους παραγωγούς υπεύθυνους για τη συλλογή και διάθεση των προϊόντων τους ή για την καταβολή μέρους του κόστους διαχείρισης αυτών των αποβλήτων. Τέτοιες απαιτήσεις δίνουν στους παραγωγούς κίνητρα για να δημιουργήσουν πιο φιλικά προς το περιβάλλον προϊόντα και να υποστηρίξουν την ανακύκλωση.
Από τα μέσα του 2024, η Καλιφόρνια, το Κολοράντο, το Μέιν και το Όρεγκον έχουν υιοθετήσει τέτοιους νόμους και περίπου δώδεκα άλλες πολιτείες εξετάζουν παρόμοια μέτρα. Μελέτες δείχνουν ότι όταν υιοθετούνται τέτοιες πολιτικές, τα ποσοστά ανακύκλωσης αυξάνονται.
Απαγόρευση των πλαστικών μιας χρήσης
Η απαγόρευση των πλαστικών ειδών είναι ένα εργαλείο για τη μείωση της παραγωγής αποβλήτων. Τα περισσότερα από αυτά τα μέτρα εφαρμόζονται σε αντικείμενα που χρησιμοποιούνται μία φορά και απορρίπτονται, όπως οι σακούλες, τα περιτυλίγματα τροφίμων και τα πλαστικά μπουκάλια. Αυτά τα αντικείμενα είναι τα πλαστικά που βρίσκουμε συχνότερα στο περιβάλλον.
Το σχέδιο των ΗΠΑ προβλέπει την ανάπτυξη στρατηγικών για την «αντικατάσταση, μείωση και σταδιακή κατάργηση της περιττής χρήσης και αγοράς πλαστικών προϊόντων από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση», συμπεριλαμβανομένου του τερματισμού της αγοράς πλαστικών ειδών μίας χρήσης έως το 2035. Αν και η δράση αυτή αφορά μόνο τη χρήση από ομοσπονδιακές υπηρεσίες, η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος μεμονομένος αγοραστής αγαθών και υπηρεσιών στον κόσμο, οπότε το βήμα αυτό μπορεί να στείλει ένα ισχυρό μήνυμα υπέρ των εναλλακτικών προϊόντων.
Περιορισμός της παραγωγής πλαστικού
Οι τρέχουσες προβλέψεις δείχνουν ότι η παγκόσμια παραγωγή πλαστικού θα διπλασιαστεί έως το 2040, με μια συνακόλουθη αύξηση των πλαστικών αποβλήτων. Σε απάντηση, 66 χώρες έχουν σχηματίσει τον συνασπισμό High Ambition Coalition, υπό τη συμπροεδρία της Νορβηγίας και της Ρουάντα, για να υποστηρίξουν αυστηρές διατάξεις στην παγκόσμια συνθήκη για τα πλαστικά. Ένας από τους κεντρικούς τους στόχους είναι ο περιορισμός της παγκόσμιας παραγωγής πλαστικών.
Στις αρχές του 2024, πολλά έθνη που συμμετείχαν στις διαπραγματεύσεις για τη συνθήκη πρότειναν να μειωθεί η παγκόσμια παραγωγή πλαστικών κατά 40% κάτω από τα επίπεδα του 2025 μέχρι το 2040. Η ιδέα αυτή βρίσκεται ακόμη υπό συζήτηση.
Οι κατασκευαστές πλαστικών και οι εταιρείες που εξαρτώνται από το πλαστικό υποστηρίζουν ότι ένα ανώτατο όριο παραγωγής θα οδηγούσε σε αύξηση του κόστους όλων των πλαστικών. Αντ' αυτού, ομάδες όπως το World Plastics Council ζητούν μέτρα που θα μειώσουν την παραγωγή πλαστικών αποβλήτων, όπως η χρήση ρητινών με περισσότερο ανακυκλωμένο περιεχόμενο και η αύξηση των ποσοστών ανακύκλωσης.
Μέχρι τα μέσα του 2024, οι ΗΠΑ δεν είχαν εγκρίνει ανώτατο όριο στην παραγωγή πλαστικού. Ωστόσο, τον Αύγουστο, δημοσιεύματα του Τύπου ανέφεραν ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν άλλαξε τη θέση της και θα υποστηρίξει τη θέσπιση [ανώτατων] ορίων, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός παγκόσμιου καταλόγου χημικών ουσιών-στόχων προς περιορισμό.
Πρόκειται για μια σημαντική αλλαγή που εκτιμώ ότι θα μπορούσε να κινητοποιήσει περισσότερες χώρες να υποστηρίξουν τη επιβολή ορίων στην παραγωγή νέων πλαστικών. Περισσότερες λεπτομέρειες είναι πιθανό να προκύψουν καθώς πλησιάζει ο τελικός γύρος των διαπραγματεύσεων, που έχει προγραμματιστεί για τον Νοέμβριο του 2024 στη Μπουσάν της Νότιας Κορέας. Η βιομηχανία πλαστικών αντιτίθεται σθεναρά στον περιορισμό της παραγωγής, και το Κογκρέσο θα πρέπει να επικυρώσει μια παγκόσμια συνθήκη για να καταστήσει τις διατάξεις της δεσμευτικές για τις ΗΠΑ, ωστόσο, εάν οι ΗΠΑ στηρίξουν την πρωτοβουλία, αυτό θα μπορούσε να ενισχύσει τις πιθανότητες να περιοριστεί η συνεχώς αυξανόμενη ροή πλαστικού στην παγκόσμια οικονομία.
*H Sarah J. Morath είναι καθηγήτρια Νομικής και αναπληρώτρια πρύτανης Διεθνών Υποθέσεων στο Πανεπιστήμιο Wake Forest. Το άρθρο αναδημοσιεύεται στο Liberal μέσω άδειας Creative Commons από τον ιστότοπο TheConversation.com.