Στις κορυφαίες τράπεζες της Ευρώπης από πλευράς επενδυτικών κατατάσσει η Deutsche Bank τη Eurobank σε σχετικό της report, λίγες ημέρες μετά τα θετικά σχόλια από την Morgan Stanley για τις ελληνικές τράπεζες και τις προειδοποιήσεις της ΕΚΤ για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ε.Ε.
Οι αναλυτές της Deutsche Bank ακολουθούν ανάλογη στάση τόσο με τη Morgan Stanley όσο και τη Goldman Sachs, ειδικά στο θέμα της διαφοροποίησης, καθώς, όπως αναφέρουν, η αγορά εμφανίζεται διαφοροποιημένη σε ό,τι αφορά τις ελληνικές συστημικές τράπεζες
Η Deutsche Bank κάνει σαφή την προτίμησή της στις διαφοροποιημένες τράπεζες, δηλαδή σε αυτές που παρουσιάζουν ευκαιρίες για αύξηση εσόδων από προμήθειες, που έχουν έκθεση σε τομείς με υψηλή ανάπτυξη και την ίδια στιγμή έχουν την ικανότητα αντιστάθμισης κινδύνου, πλεονάζοντα κεφάλαια αλλά και ελκυστικές διανομές κεφαλαίων προς τους μετόχους και ευκαιρίες συγχωνεύσεων και εξαγορών, με στόχο την περαιτέρω ισχυροποίησή τους.
Με βάση αυτό το σκεπτικό, οι αναλυτές της Deutsche Bank συγκαταλέγουν τη Eurobank, μεταξύ άλλων, στις κορυφαίες της επιλογές στην Ευρώπη. Μάλιστα η γερμανική τράπεζα όρισε ως τιμή στόχο τα 2,95 ευρώ με upside κοντά στο 50%.
Σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές τράπεζες η Deutsche Bank παρατηρεί ότι ενώ οι καταθέσεις και καθαρά έσοδα από τόκους έχουν σημειώσει σημαντικά κέρδη πρόσφατα, η παραγωγή προϊόντων στους τομείς asset και wealth management, και της ασφαλιστικής και επενδυτικής τραπεζικής έχουν μείνει πίσω από πλευράς κερδοφορίας.
Βέβαια, τα χαμηλότερα επιτόκια και οι χρηματοπιστωτικές αγορές παρέχουν και άλλες ευκαιρίες, οι οποίες οδηγούν τους αναλυτές της γερμανικής τράπεζας στο συμπέρασμα ότι οι προμήθειες θα υπερβαίνουν τα καθαρά έσοδα από τόκους σε σχετικούς και ακόμη και απόλυτους όρους. Αυτό σημαίνει ότι κάποια στιγμή θα αποτελέσουν τον κύριο μοχλό της μελλοντικής αύξησης των καθαρών κερδών.
Εξαγορές και συγχωνεύσεις
Σε ό,τι αφορά το κεφάλαιο των στρατηγικών συγχωνεύσεων και εξαγορών η Deutsche Bank αναμένει την επιτάχυνσή τους, με έμφαση στην παραγωγή προϊόντων, καθώς και την εγχώρια ενοποίηση, προκειμένου να τοποθετηθούν σωστά σε ένα περιβάλλον επιτοκίων ύψους 2%, να αυξήσουν την κερδοφορία τους και να ενισχύσουν τις αποτιμήσεις με την πάροδο του χρόνου.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Deutsche Bank, το 2025 θα είναι το πρώτο έτος πτώσης για τα καθαρά έσοδα από τόκους για κάποιο χρονικό διάστημα, λόγω των μειώσεων των επιτοκίων. Οι αντισταθμίσεις, η αύξηση του όγκου (μια μέτρια επιτάχυνση σε χαμηλά μονοψήφια νούμερα) και η ανατιμολόγηση περιουσιακών στοιχείων θα εξομαλύνουν την πτώση.
Παράλληλα, η γερμανική τράπεζα θεωρεί ότι η αύξηση των εταιρικών δανείων είναι η καλύτερη στην Ελλάδα και την Ισπανία, ενώ η ζήτηση εταιρικών δανείων βελτιώθηκε μέτρια στην Ολλανδία, ενώ τις χαμηλότερες επιδόσεις παρουσιάζουν οι τράπεζες των χωρών του πυρήνα της Ευρώπης.
Με δεδομένα τα παραπάνω, η Deutsche Bank προσθέτει την Eurobank, τη Barclays και τη Julius Baer στις κορυφαίες επιλογές της αντικαθιστώντας τις Lloyds, Santander και Commerzbank. Παράλληλα, οι Erste Group, BNP Paribas και Monte dei Paschi di Siena συνεχίζουν συμπληρώνουν το χαρτοφυλάκιο των κορυφαίων επιλογών της.
Σε ό,τι αφορά τα έσοδα από αμοιβές και προμήθειες επισημαίνει ότι με τις μειώσεις των επιτοκίων και την πτώση των καθαρών εσόδων από τόκους, η εστίαση θα μετατοπισθεί σε άλλες γραμμές εσόδων.
Μάλιστα, σε ό,τι αφορά τις κορυφαίες επιλογές που έχουν σημαντικά μη καθαρά έσοδα από τόκους, η γερμανική τράπεζα εμμένει στον τομέα της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, καθώς και του investment banking.
Οι μελλοντικές μειώσεις επιτοκίων, προσθέτουν οι αναλυτές της γερμανικής τράπεζας, αναμένεται να επιδεινώσουν την πίεση σε ολόκληρη την Ευρώπη, με τη Βρετανία να βρίσκεται σε καλύτερη θέση. Αντίθετα, οι αντισταθμίσεις, η αύξηση του όγκου και η ανατιμολόγηση περιουσιακών στοιχείων είναι πλέον τα βασικά ζητούμενα για τα καθαρά έσοδα από τόκους κατά την άποψη της Deutsche Bank.
Έτσι, οι κορυφαίες επιλογές της επωφελούνται από την έκθεση σε αγορές υψηλότερης ανάπτυξης, όπως για την Erste και τη Eurobank, η οποία προβλέπεται ότι θα παραμείνει και η καλύτερη στην κατηγορία της με δείκτη κόστους - εσόδων περίπου 30%.