Τις ελληνικές τράπεζες αναβάθμισε ο οίκος Fitch σε συνέχεια της αναβάθμισης του ελληνικού χρέους. Ειδικότερα αναβάθμισε τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Eurobank, της Εθνικής Τράπεζας και της Alpha Bank, των μητρικών Holdings, καθώς και τη διαβάθμιση βιωσιμότητας (VR), αξιολογώντας τις προοπτικές τους ως σταθερές. Η αναβάθμιση της Alpha Bank έρχεται ενόψει εξόδου της τράπεζας στις αγορές για άντληση τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα ο οίκος Fitch αναβάθμισε:
- Τη Μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα (IDR) της Eurobank και της Eurobank Ergasias Services and Holdings σε BB- από B+ και το Viability Rating (VR) σε bb- από b+ με το Outlook να είναι σταθερό.
- Τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα (IDR) της Εθνικής Τράπεζας σε BB- από B+' και το Viability Rating (VR) σε bb- από b+ με το Outlook να είναι σταθερό.
- Τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα (IDR) της Alpha Bank και της Alpha Services and Holdings σε B+ από B και το Viability Ratings (VR) σε b+ από b προηγουμένως, με το Outlook να είναι σταθερό.
Εθνική Τράπεζα
Για την Εθνική Τράπεζα η Fitch αναφέρει ότι η αναβάθμιση είναι αποτέλεσμα των διαρθρωτικών βελτιώσεων της τράπεζας και της μείωση των κινδύνων, ενώ αναφέρεται στην κερδοφορία που υποστηρίζεται από την αύξηση των επιτοκίων και την οικονομική ανάπτυξη στη χώρα.
Εκτιμά ότι τα κεφάλαια έχουν αυξηθεί και αναμένει να συνεχίσουν να αναπτύσσονται οργανικά. Η αναβάθμιση είναι επίσης αποτέλεσμα του βελτιωμένου προφίλ χρηματοδότησης και ρευστότητας μετά τη σταθερή ανάπτυξη των καταθέσεων και τις πρόσφατες εκδόσεις χρέους. Η ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας το 2023, παρά την αβεβαιότητα που επικρατεί υποστηρίζει την αναβάθμιση.
Ο οίκος σημειώνει ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPE) της ΕΤΕ στο 6,7% στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2022 έχουν μειωθεί σημαντικά και είναι καλύτερη από τον μέσο όρο της τραπεζικής βιομηχανίας, αν και παραμένουν μέτρια με βάση τα διεθνή πρότυπα. Τονίζει όμως ότι η ΕΤΕ έχει κορυφαία στον κλάδο επίπεδα κάλυψης για τα επισφαλή δάνεια πάνω από 75%, κάτι που δημιουργεί ένα απόθεμα για την απορρόφηση μιας πιθανής επιδείνωσης στην ποιότητα του ενεργητικού.
Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (CET1 fully loaded) της ΕΤΕ στο 15,2% στο τέλος του Σεπτεμβρίου (τέλος 2021: 14,9%) διαθέτει άφθονα περιθώρια έναντι των κανονιστικών απαιτήσεων, έχοντας ωφεληθεί από τα βελτιωμένα κέρδη, καταλήγει.
Eurobank
Η αναβάθμιση απεικονίζει τις διαρθρωτικές βελτιώσεις στην κερδοφορία της Eurobank ως αποτέλεσμα της επιτυχούς μείωσης των κινδύνων και της αναδιάρθρωσης, ενώ υποστηρίζεται επίσης από την αύξηση των επιτοκίων και την οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα.
Τα κεφάλαια σε σχέση με τις κανονιστικές απαιτήσεις έχουν ενισχυθεί και περιμένουμε η οργανική ανάπτυξη να συνεχίσει να στηρίζει τους δείκτες. Η αναβάθμιση είναι αποτέλεσμα επίσης της χρηματοδοτικής σταθερότητας και διαφοροποίησης της Eurobank που έχουν βελτιωθεί μετά τη σταθερή άνοδο των καταθέσεων και τις πρόσφατες εκδόσεις χρέους. Η αναμενόμενη ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας το 2023, παρά την αβεβαιότητα που επικρατεί, υποστηρίζει την αναβάθμιση.
Η Fitch επισημαίνει ότι ο δείκτης για τα ΜΕΑ (NPE) της Eurobank βρισκόταν στο 6,3% στα τέλη του Σεπτεμβρίου 2022, που είναι καλύτερος από τον μέσο όρο στη χώρα, αλλά μέτριος για τα διεθνή πρότυπα. Η κάλυψη επισφαλών δανείων άνω του 70% είναι επαρκής και στο υψηλό όριο μεταξύ των εγχώριων ανταγωνιστών της και παρέχει περιθώρια για απορρόφηση ενδεχόμενης υποβάθμισης της ποιότητας των assets περιουσιακών της στοιχείων.
O δείκτης κεφαλαίων CET1 (Tier 1) στο 14,2% στα τέλη Σεπτεμβρίου είναι επαρκής σε σχέση με τις κανονιστικές απαιτήσεις, ενώ η επιβάρυνση από προβληματικά δάνεια έχει υποχωρήσει σημαντικά και πλέον είναι διαχειρίσιμη.
Alpha Bank
Ο οίκος αναφέρει ότι η αναβάθμιση έρχεται να αναγνωρίσει την ισχυροποιημένη κεφαλαιακή θέση της Alpha Bank ως αποτέλεσμα της βελτιωμένης ποιότητας κερδοφορίας της και την ενίσχυση των κεφαλαιακών αποθεμάτων της, ενώ προσθέτει ότι έχει μειωθεί το βάρος για τα κεφάλαια της τράπεζας από τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, για τα οποία δεν έχουν σχηματιστεί προβλέψεις. Όπως σημειώνει η Fitch, «η αναβάθμιση αντανακλά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στη δραστική μείωση των ΜΕΑ, τόσο μέσω πωλήσεων και τιτλοποιήσεων όσο και οργανικά».
Παράλληλα, όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν οι αναλυτές του οίκου, η αναβάθμιση της Alpha Bank συμβαδίζει με την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας το 2023 και τις προβλέψεις για υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης της χώρας συγκριτικά με την Ευρωζώνη, παρά την αβεβαιότητα που υπάρχει σε διεθνές επίπεδο.
Ο δείκτης ΜΕΑ (NPE) της Alpha υποχώρησε στο 9,3% στα τέλη του Σεπτέμβρη του 2022 και στο επίπεδο αυτό παραμένει πάνω από ελληνικούς και διεθνείς ομολόγους της με υψηλότερη αξιολόγηση. Παράλληλα, ο δείκτης CET1 (Tier 1) της Alpha βελτιώθηκε στο 12,1% στα τέλη του Σεπτεμβρίου και η τράπεζα οδεύει προς το μεσοπρόθεσμο στόχο της για 15%. Αν και επιβαρύνεται ακόμα από την αναλογία προβληματικών δανείων, η Fitch περιμένει βελτίωση της κεφαλαιοποίησης της μέσω μείωσης των προβληματικών assets και υψηλότερων κερδών.
Παράλληλα, όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν οι αναλυτές του οίκου, η αναβάθμιση της Alpha Bank συμβαδίζει με την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας το 2023 και τις προβλέψεις για υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης της χώρας συγκριτικά με την Ευρωζώνη, παρά την αβεβαιότητα που υπάρχει σε διεθνές επίπεδο.
Οι αναλυτές δεν αναμένουν αύξηση των ΜΕΑ μέσα στο 2023, ενώ θετικά αξιολογούν την ταχύτητα και την αποφασιστικότητα της Alpha Bank, ήδη μέσα στο 2022, να αποτρέψει τη δημιουργία «νέας γενιάς» καθυστερήσεων, μέσω νέων πωλήσεων δανείων αλλά και οργανικών κινήσεων.
Επίσης, ο οίκος προβλέπει περαιτέρω βελτίωση της κερδοφορίας, λόγω της επιτυχούς υλοποίησης του Προγράμματος Μετασχηματισμού, σημειώνοντας ότι «τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο στοιχεία ενεργητικού αναμένεται να αυξηθούν περίπου στο 2% μεσοπρόθεσμα, λόγω των σταθερών και βελτιούμενων εσόδων από τόκους και προμήθειες, καθώς και ως αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών για μείωση των εξόδων και των ζημιών απομείωσης (LICs) στο πλαίσιο εξυγίανσης του Ισολογισμού χαρτοφυλακίων».
Τέλος, θετικά είναι τα σχόλια για την καταθετική βάση και τη ρευστότητα της Alpha Bank, που χαρακτηρίζεται ως «υγιής», ιδίως «λόγω της ισχυρής της παρουσίας στις αγορές χρέους το 2022, μέσω εκδόσεων ομολόγων συνολικού ύψους Ευρώ 900 εκατ. και της ανταπόκρισής της, νωρίτερα από τα χρονοδιαγράμματα, στην υλοποίηση των εποπτικών απαιτήσεων (MREL)».