Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, για μια δεύτερη προεδρική θητεία, απομακρύνει τα σύννεφα ανησυχίας στον τραπεζικό κλάδο των ΗΠΑ, που προσβλέπει πλέον σε μια νέα εποχή πιο χαλαρής εποπτείας.
Ο Τραμπ έχει αυτοπροσδιοριστεί ως ένας φιλικός προς τις επιχειρήσεις πολέμιος της γραφειοκρατίας και του κανονιστικού στενού κορσέ. Καθώς ετοιμάζει τη νέα του κυβέρνηση, ο χρηματοοικονομικός κλάδος στις ΗΠΑ προσβλέπει σε μια νέα εποχή χαλαρότερης εποπτείας και στα έκτακτα κέρδη που αυτή θα φέρει.
Ήδη, τα hedge funds δεν χάνουν χρόνο να το σκέπτονται, αλλά έχουν αρχίσει να τοποθετούνται σε μετοχές τραπεζών με τον ταχύτερο ρυθμό της τελευταίας τριετίας, σύμφωνα με την επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs, που παρέχει υπηρεσίες prime brokerage στην πελατεία αυτή.
Η εποπτική ανακούφιση, που πολλοί πιστεύουν ότι θα φέρει η νέα κυβέρνηση του Τραμπ, έχει ήδη καταγραφεί στο ταμπλό. Οι μετοχές των αμερικανικών τραπεζών σημείωσαν άνοδο έως και 11,1% στις 6 Νοεμβρίου, μια μέρα μετά τη νίκη του στις προεδρικές εκλογές.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας Wells Fargo, η νίκη του Τραμπ θα είναι «game changer» για τον τραπεζικό κλάδο από πλευράς εποπτικού πλαισίου.
Η νέα κυβέρνηση θα φέρει πιθανότατα μεγαλύτερη ελευθερία στις αγορές, κάτι που μπορεί να συμβάλλει σε υψηλότερα έσοδα από δραστηριότητες επενδυτικής τραπεζικής και σε αύξηση των δανειοδοτήσεων, που θα τονώσουν την κερδοφορία των τραπεζών.
Με το που θα αναλάβει η κυβέρνηση Τραμπ τον Ιανουάριο, έως και οκτώ εποπτικοί βραχίονες μπορεί να δουν αλλαγές στην ηγεσία τους από την πρώτη κιόλας ημέρα, εκτιμούν οι αναλυτές της Keefe, Bruyette & Woods σε έκθεση του οίκου.
«Οι αλλαγές μπορεί να οδηγήσουν σε χαλαρότερη εποπτική προσέγγιση, κάτι που θα ευνοήσει τις τράπεζες, τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο του καταναλωτικού finance, και τις χρηματιστηριακές εταιρείες».
Οι αλλαγές ηγεσίας, στις οποίες αναφέρονται, περιλαμβάνουν την πρόεδρο Lina Khan στο Federal Trade Commission (Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου), τον πρόεδρο Jonathan Kanter στον βραχίονα ανταγωνισμού του υπουργείου Δικαιοσύνης αλλά και τον διευθυντή του Consumer Financial Protection Bureau, τον Rohit Chopra.
Η επιστροφή του Τραμπ, επίσης, θέτει σε αμφιβολία τους μελλοντικούς νέους κανόνες του τραπεζικού κλάδου, που είναι γνωστοί ως το τελευταίο στάδιο του πλαισίου Βασιλεία ΙΙΙ, που θα ανάγκαζε τις συστημικές τράπεζες να διατηρούν μεγαλύτερη ρευστότητα.
Οι διεθνείς κανόνες του Βασιλεία ΙΙΙ έχουν σχεδιαστεί για να ενισχύσουν την ικανότητα των τραπεζών να αντιμετωπίσουν σοκ και οι εποπτικοί βραχίονες στοχεύουν να ξεκινήσει η εφαρμογή κάποια στιγμή το 2025.
Θεωρείται αρκετά πιθανό ότι η κυβέρνηση του Τραμπ θα βάλει φρένο στις όποιες πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις τεθούν για τις τράπεζες. Η Βασιλεία ΙΙΙ μπορεί τελικά να υποστεί αλλαγές ώστε να ενθαρρύνει, ιδιαίτερα στις μεγάλες τράπεζες, την αύξηση των δανειοδοτήσεων.
Οι μεγάλες τράπεζες, σήμερα, πρέπει να ικανοποιούν ελάχιστο κεφαλαιακό δείκτη 4,5%, ώστε να είναι σε θέση να καλύψουν πιθανές επισφάλειες και άλλου είδους πλήγματα. Το κανονιστικό πλαίσιο έχει ήδη γίνει πιο χαλαρό από την αρχική του μορφή, που απαιτούσε να αυξηθούν οι κεφαλαιακές απαιτήσεις κατά 19% για τις τράπεζες που έχουν ενεργητικό άνω των $100 δισ.
Τον Σεπτέμβριο, οι επόπτες ανακοίνωσαν μια τροποποιημένη πρόταση που θα απαιτούσε αύξηση μόνο 9% στα επίπεδα κεφαλαίων των τραπεζών, μετά από σημαντική αντίσταση από τις διοικήσεις των αμερικανικών τραπεζών.
Δεν θα είναι η πρώτη φορά που ο Τραμπ θα χαλαρώσει το κανονιστικό πλαίσιο. Το 2018 υπέγραψε νόμο, ο οποίος ανέβασε το όριο που καθόριζε ποιες τράπεζες είναι συστημικά σημαντικές, από ενεργητικό $50 δισ. σε ενεργητικό $250 δισ.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι πιο μικρές και μεσαίου μεγέθους τράπεζες δεν ήταν πλέον υποχρεωμένες να υφίστανται στρες τεστ.
Ωστόσο, η κανονιστική χαλάρωση της προηγούμενης εποχής Τραμπ ήλθε στο προσκήνιο πέρυσι, καθώς η έρευνα της Federal Reserve, της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, κατέληξε στο ότι αυτός ήταν ο λόγος της κατάρρευσης της τράπεζας Silicon Valley και της τραπεζικής κρίσης που ακολούθησε.