Πώς μειώνεται το κόστος χρήματος  - Ανοίγει ο δρόμος για ανταγωνιστικά επιτόκια
Τράπεζες

Πώς μειώνεται το κόστος χρήματος - Ανοίγει ο δρόμος για ανταγωνιστικά επιτόκια

Κλείνουν την ψαλίδα στο κόστος χρηματοδότησής τους από τις ευρωπαϊκές τράπεζες οι ελληνικές συστημικές τράπεζες και η πτωτική τάση έχει μόλις ξεκινήσει και εκτιμάται ότι θα επιταχυνθεί για μία σειρά λόγων, ο βασικότερος από τους οποίους - αλλά όχι ο μοναδικός - είναι η μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ.

Στο μεταξύ, όμως, οι τράπεζες αξιοποίησαν από την πλευρά τους, κάθε διαθέσιμο εργαλείο που είχαν για να μειώσουν τα κόστη χρηματοδότησης, ακόμα και στην κορύφωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, φέτος τον Ιούνιο.

Με την πρώτη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ να ξεκινά από τον Ιούνιο, το μέσο κόστος χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών είχε διαμορφωθεί στο 1,4%, ουσιαστικά αμετάβλητο σε σχέση με το μέσο επιτόκιο του 2023, που με σημαντικά μικρότερα επιτόκια ΕΚΤ ήταν στο 1,2%, σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ.

Τώρα, με τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης εκτιμάται ότι οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να αξιοποιήσουν τη μεγάλη ρευστότητά τους για να διαθέσουν δάνεια με πιο ανταγωνιστικά επιτόκια, γεγονός που μπορεί να βοηθήσει με επιχειρήσεις που επενδύουν και το ευρύτερο κοινό.

Οι βασικοί λόγοι για το «πάγωμα» του χρηματοδοτικού κόστους στο πρώτο εξάμηνο φέτος ήταν:

  • Η αναβάθμιση των εκδόσεων ομολόγων και της φερεγγυότητάς τους από τους οίκους αξιολόγησης και η μείωση των αποδόσεων στις εκδόσεις τραπεζικών ομολόγων.
  • Η μείωση της εξάρτησης από την ΕΚΤ, σταδιακές αλλά αδιάλειπτες μειώσεις στα δανεικά κεφάλαια από τα προγράμματα TLTRO.
  • Η αξιοσημείωτη χαμηλή μετάβαση καταθέσεων σε ακριβές για τις τράπεζες προθεσμιακές καταθέσεις, που κράτησε σταθερά χαμηλά το κόστος των τόκων, το προηγούμενο διάστημα.

Έτσι, το τελευταίο διάστημα, οι ελληνικές τράπεζες αξιολογούνται από τους διεθνείς οίκους με βαθμολογίες από BB έως BBB - και οι αποδόσεις των ομολόγων τους έχουν μειωθεί στα ομόλογα πρώτης εξοφλητικής προτεραιότητας κατά 160 μονάδες βάσης (1,60%) από την αρχή του έτους και κατά 250 μονάδες βάσης για τα ομόλογα της χαμηλότερης κατηγορίας.

Οι μέσες αποδόσεις των τραπεζικών ομολόγων διαμορφώνονται σε 3,37% για τα senior ομόλογα τις τελευταίες ημέρες και σε 5,08% για τα ομόλογα της χαμηλότερης κατηγορίας (subordinated bonds).

Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνον τις δύο τελευταίες εβδομάδες οι αποδόσεις - επιτόκια μειώθηκαν κατά μέσο όρο 9 μονάδες στα ομόλογα senior και κατά 33 μονάδες στα ομόλογα της χαμηλότερης κατηγορίας.

Στο μεταξύ, οι ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει την εξάρτησή τους από τη χρηματοδότηση του Ευρωσυστήματος.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, από πέρυσι το Σεπτέμβριο μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου, φέτος τα δάνεια είχαν μειωθεί κατά 10 δισ. ευρώ, ενώ τα δάνεια TLTRO αναμένεται να μηδενίσουν το Δεκέμβριο.

Οι ελληνικές τράπεζες αντικαθιστούν και υπερκαλύπτουν αυτή τη ρευστότητα, με ίδια κεφάλαια από την οργανική ανάπτυξή τους, κατά 3,7 δισ. ευρώ, με εκδόσεις τραπεζικών ομολόγων κατά 5,5 δισ. ευρώ και με αύξηση καταθέσεων που έφθασε τα 2,4 δισ. ευρώ.

Στο μεταξύ, όλες οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη καλύψει το στόχο MREL για το 2025, ενώ οι τρεις στις τέσσερις τράπεζες έχουν καλύψει και τον τελικό στόχο MREL, για τον Ιανουάριο 2026, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης συνδυασμένου buffer.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Εθνικής Τράπεζας και πρόεδρο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Γκίκα Χαρδούβελη, θα πρέπει να αναμένεται αναπροσαρμογή των τελικών στόχων MREL για τις ελληνικές τράπεζες προς τα κάτω, λόγω της μεγάλης εκδοτικής δραστηριότητας των ελληνικών τραπεζών, η οποία όμως τις τοποθετεί σε προνομιακή θέση, ενόψει των επερχόμενων εποπτικών απαιτήσεων που θέτει η «Βασιλεία 4» για τις διεθνείς τράπεζες.

Να σημειωθεί ότι οι αμερικανικές τράπεζες δεν θα ακολουθήσουν σε αυτές τις αυξημένες απαιτήσεις ασφαλείας, οι οποίες ανεβάζουν τα τραπεζικά κόστη…

Τα στοιχεία της ΤτΕ για τους δείκτες MREL των τραπεζών (με τους τελικούς στόχους του 2026 που αναπροσαρμόζονται και επικαιροποιούνται ετησίως) και περιλαμβάνουν και ένα συνδυασμένο απόθεμα-μαξιλάρι.

Ο τελικός στόχος για το 2026, έχει ήδη καλυφθεί από τις περισσότερες τράπεζες (σε παρένθεση ο τρέχων τελικός στόχος). Οι δείκτες MREL διαμορφώνονται, για τη Eurobank σε 29,% (28,0%), την Πειραιώς σε 29,2% (27,9%), την Εθνική Τράπεζα σε 26,6% (30,1%) και την Alpha Bank σε 30,7% (28,7%).