Στο ραντάρ ξένων επενδυτών οι ελληνικές τράπεζες - Τα «στοιχήματα» των συστημικών
Roadshow Morgan Stanley

Στο ραντάρ ξένων επενδυτών οι ελληνικές τράπεζες - Τα «στοιχήματα» των συστημικών

Το αυξημένο ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών για τις ελληνικές τράπεζες διαπίστωσαν οι CEOs των συστημικών κατά τη διάρκεια του roadshow της Morgan Stanley στο Λονδίνο. Μετά το επιτυχημένο placement της Εθνικής Τράπεζας και το deal της Alpha Bank με την Unicredit, τη σκυτάλη παίρνει η Τράπεζα Πειραιώς με την αποεπένδυση του ΤΧΣ να δρομολογείται για το νέο έτος.

Κρίσιμο μέγεθος για τη συνέχεια θα είναι η επιστροφή κεφαλαίων στους μετόχους με μερίσματα και επαναγορές μετοχών που βρίσκονται ήδη πολύ ψηλά στην ατζέντα των ελληνικών τραπεζών, ανέφεραν οι τραπεζίτες.

Το ζήτημα ανακινούσαν οι επενδυτές στο Λονδίνο, τόσο εκείνοι που έχουν ήδη θέση στις ελληνικές τραπεζικές μετοχές, όσο κι εκείνοι που σκέπτονται να πάρουν θέσεις ή ήθελαν στη διάθεση μετοχών της ΕΤΕ, αλλά δεν τα κατάφεραν λόγω της πολύ μεγάλης ζήτησης και του έντονου ενδιαφέροντος που άφησε ανικανοποίητα όχι μόνο κάποια hedge funds που δεν ήθελαν οι ανάδοχοι το ΤΧΣ και η ΕΤΕ, αλλά και μακροχρόνια funds.

Όλο αυτό το κλίμα λειτουργεί πολλαπλασιαστικά και ενισχυτικά, καθώς υπάρχει επίσης η περίπτωση της Alpha Bank που έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον και κεντρίζει την περιέργεια και για τις άλλες ελληνικές τράπεζες. Η Alpha Bank έχει ήδη στο μετοχολόγιό της με ποσοστό 9,62% την ιταλική UniCredit και ουσιαστικά ανοίγει το δρόμο για τη συμμετοχή κι άλλων σημαντικών θεσμικών στις ελληνικές τράπεζες.

Η σκυτάλη έχει περάσει τώρα στην Τράπεζα Πειραιώς η οποία επιταχύνει για τον τελευταίο μήνα της χρονιάς καθώς αναμένεται στο τέλος Φεβρουαρίου να ανακοινώσει τα αποτελέσματα του 2023 μαζί με τους στόχους της για την επόμενη τριετία.

Η τράπεζα παρουσιάζει έντονη ανάπτυξη και είναι σε πορεία περαιτέρω μείωσης των κόκκινων δανείων και αύξησης στην απόδοση των ιδίων κεφαλαίων, με ταυτόχρονη μείωση σημαντική μείωση του κόστους που επιτυγχάνει.

Δύο μάλιστα είναι τα στοιχεία που δεν λείπουν από καμία παρουσίαση του CEO Χρήστου Μεγάλου μετά από κάθε τρίμηνο της τράπεζας. Το πρώτο είναι η μείωση του κόστους που η τράπεζα επιτυγχάνει εδώ και πολλά διαδοχικά τρίμηνα, αυξάνοντας ταυτόχρονα την απόδοση των ιδίων κεφαλαίων.

Το άλλο είναι η συμπερίληψη στα ίδια κεφάλαια της τράπεζας του πιθανού μερίσματος 10% που θέλει να διαθέσει η Πειραιώς από τα κέρδη της φετινής χρονιάς, ως ένδειξη της βελτίωσης των επιδόσεων της τράπεζας.

Τα μερίσματα καθαυτά θα παίξουν σημαντικό ρόλο. Κορυφαία θα είναι τα μερίσματα των ΕΤΕ και Eurobank ειδικά αν συμπεριληφθεί και η απόκτηση ιδίων μετοχών που έκανε ήδη από το ΤΧΣ με την πλήρη ιδιωτικοποίηση, ενώ στην πιθανότητα επαναγοράς μετοχών έχει ήδη αναφερθεί και ο CEO της ΕΤΕ Παύλος Μυλωνάς, εκτιμώντας ότι η επιστροφή κεφαλαίων στους μετόχους μπορεί να φθάσει το 30%.

Η πιθανότητα για επαναγορά ιδίων μετοχών από το υπόλοιπο μερίδιο του ΤΧΣ 18,39% κεντρίζει το ενδιαφέρον των επενδυτών γιατί μειώνει περαιτέρω το ποσοστό συμμετοχής του δημοσίου, ενώ εκλαμβάνεται ως πιο αμυντική κίνηση για τα πλεονάζοντα κεφάλαια της ΕΤΕ στα μάτια των εποπτικών αρχών.

Βεβαίως, η ΕΤΕ αξιοποιεί τα κεφάλαιά της με επενδύσεις στη ψηφιακή τραπεζική και στην επέκταση της τράπεζας σε νέες αγορές με τη δημιουργία συνεργασιών στο χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου.

Στην περίπτωση της Eurobank πάλι η τράπεζα επεκτείνεται διαρκώς και το 2024 θα είναι η χρονιά που θα φέρει καρπούς από την επένδυση στην Κύπρο με την απόκτηση της Ελληνικής Τράπεζας.

Το στοίχημα για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο είναι η αύξηση των νέων δανείων. Όπως αποκάλυψε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς, Χρήστος Μεγάλου, οι ελληνικές τράπεζες έκαναν πολύ μεγάλη προσπάθεια και πέτυχαν να δώσουν νέα δάνεια έως και 25 δισ. ευρώ στο εννεάμηνο φέτος, που είναι πολύ μεγάλη επίδοση.

Ταυτόχρονα όμως αντιμετώπισαν ασυνήθιστα μεγάλες εξοφλήσεις άλλων δανείων, οι οποίες ξεπέρασαν τα 24 δισ. ευρώ, αφήνοντας μικρότερη την καθαρή πιστωτική επέκταση.

Εκτιμάται ότι αυτό το φαινόμενο θα αμβλυνθεί σημαντικά τον επόμενο χρόνο, πολύ απλά γιατί όποιες πρόωρες εξοφλήσεις μπορούσαν να γίνουν εν μέσω αύξησης επιτοκίων της ΕΚΤ έχουν ήδη γίνει κι έχουν απορροφηθεί από τις τράπεζες.

Οι κινήσεις εξόφλησης για μερικές μεγάλες επιχειρήσεις ή μεσαίες με μεγάλη ρευστότητα, αντισταθμίστηκαν από νέα δάνεια τα οποία συνήψαν για να ενταχθούν στα επενδυτικά σχέδια που ενισχύουν τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης. Οπότε τουλάχιστον ως ένα βαθμό οι εξοφλήσεις αντηλλάγησαν με δάνεια για επενδύσεις.

Οι κινήσεις αυτές άφησαν τις τράπεζες με ενισχυμένη ρευστότητα παρά τις μεγάλες εκταμιεύσεις δανείων κι έτσι θα εξοφλήσουν τα δαπανηρά δάνεια της ΕΚΤ μέχρι τον Ιούνιο του 2024, χωρίς να μειωθεί η δυνατότητά τους να δώσουν νέα κερδοφόρα δάνεια στις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές.