Το πρώτο τρίμηνο των τραπεζών έδειξε ανθεκτικότητα στις οργανικές επιδόσεις και διψήφιες αποδόσεις στα ίδια κεφάλαια. Όπως αναμένονταν το δ’ τρίμηνο του 2023 ήταν το καλύτερο από πλευράς παραγωγής εσόδων από τόκους και προμήθειες, ωστόσο η διαφορά στο α’ τρίμηνο του 2024 ήρθε από την επιστροφή των πιστωτικών απομειώσεων σε περιβάλλον κανονικότητας. Δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις λειτούργησαν σε περιβάλλον υψηλών επιτοκίων για ένα ακόμα τρίμηνο είναι εξαιρετικά θετικό ότι η ροή των καθυστερήσεων ήταν οριακή.
Μάλιστα, οι τράπεζες κλήθηκαν από τον επόπτη να αποτυπώσουν τις καθυστερήσεις σε δάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου που αφορούσαν ευπαθείς κοινωνικές ομάδες ή ενισχύσεις για φυσικές καταστροφές χωρίς ωστόσο η βελόνα του δείκτη των NPEs να κουνηθεί αισθητά. Για την ακρίβεια στο τέλος Μαρτίου το σύνολο των συστημικών τραπεζών εμφάνιζε δείκτη ΜΕΔ 4,0% από 4,3% με κάλυψη 65,3% από 65% στο τέλος του του 2023.
Στην καλή εικόνα των πιστωτικών απομειώσεων έχει συμβάλει και η προληπτική πολιτική των διοικήσεων αυξημένων προβλέψεων στο περυσινό δ’ τρίμηνο με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία στο ξεκίνημα του 2024. Μάλιστα προκύπτει ότι τα επιχειρηματικά πλάνα έχουν σχηματιστεί με τρόπο που χρήζει θετικής αναθεώρησης.
Αν και όλες οι διοικήσεις παραδέχθηκαν ότι οι αρχικές εκτιμήσεις για το πώς θα εξελιχθεί η κερδοφορία του 2024 περιέχουν ρίσκο ανοδικών αποκλίσεων, επιφυλάχθηκαν να δώσουν επικαιροποιημένες προβλέψεις για μετά τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων του β’ εξαμήνου.
Σε ό,τι αφορά τη μείωση των βασικών οργανικών εσόδων οι λιγότερες ημερολογιακές ημέρες του α’ τρίμηνου σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2023, η αργή μετανάστευση των καταθέσεων όψεως σε προθεσμιακές καταθέσεις, η αντιστάθμιση κινδύνου μέσω καταθέσεων και η μηδενική πιστωτική επέκταση συνοψίζουν τις κυριότερες παραμέτρους που επηρέασαν τα έσοδα από τόκους και προμήθειες.
Τα προγράμματα εθελούσιας εξόδου των προηγούμενων ετών συγκράτησαν το λειτουργικό κόστος παρά τις πληθωριστικές τάσεις στην οικονομία, ενώ όλοι οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και MREL ενισχύθηκαν σημαντικά δικαιολογώντας αφενός το μέρισμα του 2023, αλλά και κάτι πολύ καλύτερο για το 2024.
Είναι ενδεικτικό ότι οι τράπεζες για να καλύψουν το κεφαλαιακό κενό στις αρχές του 2027 που προκύπτει από τον δείκτη επιλέξιμων απαιτήσεων χρειάζονται μόλις 2,1 δισ. ευρώ ενώ η αναμενόμενη κερδοφορία τους φέτος θα προσεγγίσει τα 3,8 δισ. ευρώ, αμιγώς από οργανική προσπάθεια.
H εικόνα της κερδοφορίας του α’ τριμήνου στις συστημικές τράπεζες
Πηγή: Beta Χρηματιστηριακή
Οι κυριότερες επιμέρους αναγνώσεις είναι οι εξής:
Για την Τράπεζα Πειραιώς το α’ τρίμηνο έκλεισε με απόδοση ιδίων κεφαλαίων 16,5% έναντι στόχου 14%, ενώ ο δείκτης NPE έπεσε στο 3,5% με κάλυψη πρόβλεψης 60,2%. Η επίδραση των απομειώσεων για τα δάνεια του Δημοσίου ήταν 70 εκατ. ευρώ με στόχο να φθάσει τα 200 εκατ. ευρώ τα επόμενα τρία χρόνια.
Η Τράπεζα Πειραιώς θα επιβαρύνει τα ίδια κεφάλαια χωρίς να περάσει τις πιστωτικές ζημιές από την κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης. Τα αποτελέσματα επιβαρύνθηκαν στο α’ τρίμηνο με έξοδα εθελουσίας εξόδου (10 εκατ. ευρώ), τα έξοδα πώλησης των μετοχών του ΤΧΣ (41 εκατ. ευρώ) καθώς και με 21 εκατ. ευρώ κόστος αντιστάθμισης επιτοκίου.
Η Εθνική Τράπεζα έχει τους υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας (18,6%) και την υψηλότερη απόδοση κεφαλαίων (18%) γεγονός που υποστηρίχθηκε από το ισχυρό επιτοκιακό περιθώριο που διαμορφώθηκε στις 326 μονάδες βάσης έναντι στόχου 290 μονάδων βάσης για το 2024. Παρά το αργό ξεκίνημα στην πιστωτική επέκταση ο Απρίλιος έκλεισε με εγκρίσεις νέων δανείων ύψους 850 εκατ. ευρώ, ενώ στο τετράμηνο ανέρχονται σε 2,9 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, οι συναλλαγές με κάρτες τρέχουν με ρυθμό 13% ετησίως. Οι πιστωτικές απομειώσεις έμειναν κάτω από τον ετήσιο στόχο (55 μονάδες βάσης έναντι 65 μ.β.). Τα καθαρά ταμειακά διαθέσιμα στο τέλος του α’ τριμήνου προσεγγίζουν τα 9,1 δισ. ευρώ. Η Εθνική ανέφερε στα επικαιροποιημένα μεγέθη του 2024 ότι προσδοκά φέτος καθαρά κέρδη 1,2 δισ. ευρώ.
Η Alpha Bank ανακοίνωσε το καλύτερο τρίμηνο κερδοφορίας από το τρίτο τρίμηνο του 2007 με την πρόβλεψη της κερδοφορίας πλέον να κινείται σε επίπεδο έτους στα 31 λεπτά ανά μετοχή και απόδοση ιδίων κεφαλαίων 13%. Σε ό,τι αφορά την επιβράβευση των μετόχων που αφορά το μέρισμα της χρήσης του 2024 και την αγορά ιδίων μετοχών, η πρόβλεψη που ενσωματώνεται στους δείκτες επάρκειας αντιστοιχεί σε 35% επί των καθαρών κερδών έναντι 20% το 2023.
Από τις συναλλαγές μείωσης των μη εξυπηρετούμενων εκθέσεων αναμένεται μείωση κατά 500 εκατ. ευρώ φέρνοντας τον σχετικό δείκτη κάτω από το 5% στο τέλος του έτους. Η διοίκηση επανέλαβε τη βασική της πρόθεση να μοιράσει συνδυαστικά 1,1 δισ. στους μετόχους την επόμενη τριετία, ενώ στο τέλος του 2026 εκτιμάται ότι τα πλεονάζοντα κεφάλαια της τράπεζας θα είναι ύψους 1,5 δισ. ευρώ.
Στην Eurobank η πρόοδος της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων εκθέσεων είναι εντυπωσιακή καθώς η τράπεζα βρίσκεται οριακά υψηλότερα του 3% με κάλυψη 92,6%. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι μόλις 110 εκατ. ευρώ είναι οι ακάλυπτες μη εξυπηρετούμενες εκθέσεις χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αξία των καλυμμάτων αυτών των δανείων. Στο α’ τρίμηνο η Eurobank επιβάρυνε τα αποτελέσματα της με πρόβλεψη εθελούσιας 96 εκατ. ευρώ (εξοικονόμηση 30 εκατ. ευρώ ετησίως) και παρόλα αυτά εμφάνισε απόδοση ιδίων κεφαλαίων 14,8%.
Στο α’ τρίμηνο το 38% των καθαρών κερδών προήλθε από τις διεθνείς δραστηριότητες. Η πρόθεση της διοίκησης είναι η πληρωμή του μερίσματος που θα διανείμει η Eurobank και που αντιστοιχεί στο 30% των κερδών του 2023 να γίνει μόνο με μετρητά. Οι στόχοι καθαρής πιστωτικής επέκτασης του δανειακού χαρτοφυλακίου της τράπεζας για το 2024 είναι στα 2,3 δισ. ευρώ, ενώ η οργανική κερδοφορία θα υπερβεί το 1,5 δισ. ευρώ.
Σε επίπεδο αποτιμήσεων έχουμε πλέον ξεκάθαρα δύο γκρουπ που κινούνται με βάση την απόδοση των κεφαλαίων, την πρόοδο της εξυγίανσης του χαρτοφυλακίου και την κεφαλαιακή επάρκεια. Η Εθνική Τράπεζα βρίσκεται ακριβώς στην αξία της εκτιμώμενης καθαρής θέσης της στο τέλος του έτους, ενώ στον αντίποδα η Alpha Bank βρίσκεται στις 0,55 φορές λόγω των υψηλότερων δεικτών μη εξυπηρετούμενων δανείων. H Eurobank διαπραγματεύεται στις 0,88 φορές με τους καλύτερους δείκτες απόδοσης, εξωστρέφεια και NPEs. H Τράπεζα Πειραιώς βρίσκεται στο 0,68 κυρίως λόγω των απόνερων της πρόσφατης διάθεσης μετοχών.
Φαίνεται λοιπόν ότι μετά από μια μακρά και κοπιώδη περίοδο αναδιαρθρώσεων τα δύσκολα για τις τράπεζες έχουν παρέλθει. Απομένει η βελτίωση της ποιότητας των κεφαλαίων, εξέλιξη που θα έρθει από τη δημιουργία νέου κεφαλαίου και τη σταδιακή απόσβεση των λογιστικών κεφαλαίων του παθητικού. Σε κάθε περίπτωση τα διψήφια ποσοστά απόδοσης ιδίων κεφαλαίων δικαιολογούν καλύτερες αποτιμήσεις και σύγκλιση των τεσσάρων τραπεζών σε δείκτες P/TBV μικρότερου εύρους.
Πανόραμα των βασικών δεικτών του α’ τριμήνου
Πηγή: Beta Χρηματιστηριακή