Τράπεζες: Η ακτινογραφία των μεγεθών του 2024

Τράπεζες: Η ακτινογραφία των μεγεθών του 2024

Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ολοκλήρωσαν την Παρασκευή τη δημοσίευση των μεγεθών του 2024, επικοινώνησαν τα επικαιροποιημένα επιχειρηματικά πλάνα με τους στόχους της επόμενης τριετίας και το εύρος της ανταμοιβής των μετόχων τους. Σε κάθε τρίμηνο οι τράπεζες δεν παραλείπουν να προσθέτουν μια νέα παράμετρο στο αναπτυξιακό αφήγημα τους και το δ’ τρίμηνο δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτόν το κανόνα: Στο γ’ τρίμηνο του 2024 έβαλαν ένα χρονοδιάγραμμα εξάλειψης των αναβαλλόμενων φορολογικών υποχρεώσεων κλείνοντας μια υπόθεση που έθετε συνεχώς σκεπτικισμό ως προς την ποιότητα των κεφαλαίων τους. Σε αυτή τη συγκυρία το κεντρικό θέμα ήταν οι εξαγορές που θα φέρουν επιπλέον αξία και κέρδη στους ισολογισμούς. 

Το 2024 οι συστημικές τράπεζες εμφάνισαν καθαρά κέρδη 4,3 δις ευρώ αποδιδόμενα στους μετόχους αυξάνοντας κατά 18,7% την επίδοση του 2023. Η επίδοση θα ήταν μακράν καλύτερη (+10%) αν δεν υπήρχαν μη επαναλαμβανόμενες εγγραφές που σχετίζονται με α) Προγράμματα εθελούσιων εξόδου προσωπικού β) Έκτακτη εισφορά που αφορούσε την ενίσχυση των σχολείων γ) εμπροσθοβαρή αύξηση των προβλέψεων για τη μελλοντική τιτλοποίηση/πώληση μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το ύψος αυτών των εκτάκτων υπολογίζεται σε 460 εκατ. ευρώ τα οποία αποτελούν και ένα περιθώριο ασφαλείας για τη φετινή χρονιά. Η συνεισφορά του τραπεζικού κλάδου είναι πλέον καθοριστική για το σύνολο της κερδοφορίας των εισηγμένων εταιριών καθώς μαζί με τις Τρ. Κύπρου, Optima και Αττικής η κερδοφορία στο σύνολο θα υπερβεί τα 5 δισ. ευρώ για το 2024.

Το 36% των καθαρών κερδών (συμπ. της Τράπεζα Κύπρου) θα μοιραστεί ως χρηματική διανομή έναντι 24% πέρυσι. Όπως και να έχει τα μερίσματα των τραπεζών είναι αυξημένα φέτος κατά 57% και σε αυτό έχει συμβάλει η τακτοποίηση της μείωσης των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων σε συνδυασμό με τους υψηλούς βασικούς δείκτες επάρκειας κεφαλαίων (16,6%). Κατά περίπτωση οι τράπεζες θα χρησιμοποιήσουν μέρος της κερδοφορίας τους για να αγοράσουν και να ακυρώσουν ίδιες μετοχές όχι με την ίδια ένταση καθώς δεν διαπραγματεύονται όλες στα ίδια επίπεδα αποτιμήσεων. Ωστόσο, δεν παύει να αποτελεί μια δύναμη πυρός που μπορεί να ανέλθει ως τα 715 εκατ. ευρώ με βάση τα ποσοστά που ανακοινώθηκαν. Συνολικά η ανταμοιβή των μετόχων σε ύψος κερδοφορίας 4,8 δισ. ευρώ διαμορφώνεται σε 2,25 δισ. ευρώ (συμπ. Τρ. Κύπρου).

Εστιάζοντας στο δ’ τρίμηνο τα έσοδα από τόκους σημείωσαν μία φυσιολογική φθορά (-2,5%) έναντι του γ’ τριμήνου αποτέλεσμα της μείωσης των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα. Οι προμήθειες συνέχισαν την ανοδική τους πορεία (+8,5%) σημειώνοντας ένα ακόμα τριμηνία ιστορικό υψηλό (586 εκατ. ευρώ). Τα οργανικά έξοδα αυξήθηκαν αναμενόμενα αντανακλώντας τις πληθωριστικές πιέσεις ενώ σε αυτά περιέχονται και οι εμπροσθοβαρείς επιβαρύνσεις από τα προγράμματα εθελουσίας με τον λόγο εσόδων προς έξοδα να αυξάνεται στο 36,6% έναντι 32,2%. Τα προ-προβλέψεων αποτελέσματα μειώθηκαν στα 1,84 δισ. ευρώ από 1,94 δισ. ευρώ στο γ’ τρίμηνο.

Οι πιστωτικές απομειώσεις αυξήθηκαν στα 324 εκατ. ευρώ από 234 εκατ. ευρώ οδηγώντας το κόστος 19 μονάδες βάσης υψηλότερα. Ωστόσο, και οι επιβαρύνσεις αυτές εντάσσονται στο πλαίσιο προληπτικών που αφορούν μελλοντικές τιτλοποιήσεις ή πωλήσεις κόκκινων δανείων.

Οι μη εξυπηρετούμενες εκθέσεις υποχώρησαν κάτω από το 3% ενώ η κάλυψη πρόβλεψης αυξήθηκε στο 74,9%. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι το ακάλυπτο μέρος των δανείων είναι μόλις 1,2 δισ. ευρώ χωρίς να υπολογίζεται το ύψος των εμπράγματων εξασφαλίσεων που έχουν τα 5 δισ. ευρώ των ΜΕΔ. Τα ενήμερα δάνεια αυξήθηκαν κατά 8,3 δισ. ευρώ στα 166,65 δισ. ευρώ ενώ και οι καταθέσεις εμφάνισαν αύξηση 8,2 δισ. ευρώ σε σχέση με το γ’ τρίμηνο. 

Με βάση τα επικαιροποιημένα επιχειρηματικά πλάνα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες αναμένεται να εμφανίσουν διψήφιες αποδόσεις στις ενσώματες καθαρές θέσεις με την ανταμοιβή πλέον των μετόχων κατ’ ελάχιστο να βρίσκεται στο 50% για τα επόμενα τρία χρόνια. Αθροιστικά το 2025 η προβολή των επιχειρηματικών πλάνων προβλέπει κερδοφορία μεταξύ 4,4 – 4,5 δισ. ευρώ.

Με βάση την ενσώματη καθαρή θέση του 2024 οι τράπεζες διαπραγματεύονται 0,93 φορές τα κεφάλαια τους και έχουν ιστορικό ΡΕ 6 φορές. Για το 2025 η σχέση αυτή διαμορφώνεται στις 6,5 φορές με ρίσκο ανοδικών αναθεωρήσεων καθώς η πιστωτική επέκταση δείχνει να αποκτά momentum ενώ υπάρχει και μισό δισ. ευρώ από προβλέψεις που θα λειτουργήσουν σαν μαξιλαράκι ασφαλείας σε κάποια απρόβλεπτη αλλαγή του οικονομικού κλίματος. 

Ο επόμενος σταθμός φαίνεται ότι είναι η αύξηση των μεγεθών από νέες δραστηριότητες ή θυγατρικές. Η Eurobank ολοκληρώνει το βήμα αυτό με την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας και κοιτάζει πιο ανατολικά, η Alpha εξαγόρασε την Astrobank και θα προσθέσει άλλα 50 εκατ. ευρώ στην κερδοφορία της, η Τράπεζα Πειραιώς βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο για την απόκτηση της Εθνικής Ασφαλιστικής μια κίνηση οδηγό για εξαγορές ανάλογου μεγέθους.

Η ρευστότητα των τραπεζικών ισολογισμών και η χαμηλή μόχλευση είναι ικανή να υποστηρίξει εγχειρήματα μεγάλου βεληνεκούς με κριτήριο μια απόδοση κεφαλαίων που δε θα χαλάσει τα διψήφια ποσοστά με τα οποία θα πορευτούν τα επόμενα χρόνια οι τέσσερις συστημικές τράπεζες. 

Δικαίως οι συστημικές τράπεζες είναι στο επίκεντρο του χρηματιστηριακού ενδιαφέροντος, είναι φθηνές, έχουν εξυγιανθεί, δίνουν μερίσματα με καλές μερισματικές αποδόσεις και έχουν δυνάμεις για μη οργανική μεγέθυνση. Ακόμα και αν κάποιοι παλαιοί μέτοχοι αποφασίσουν να αποεπενδυθούν για λόγους που έχουν να κάνουν με τη μακροχρόνια παραμονή τους και την κατοχύρωση των κερδών τους δεν αποκλείεται η εμφάνιση άλλων στρατηγικών επενδυτών που θα αξιολογήσουν τη σκοπιμότητα της παρουσίας τους στη ΝΑ Ευρώπη. Και η κινητικότητα στην Ευρώπη σε αυτό τον τομέα έχει ξεκινήσει.