Όπλο για την απελευθέρωση κεφαλαίων και τη μείωση του κόστους αποδεικνύεται για τις τράπεζες, η μείωση των κόκκινων δανείων και ανοιγμάτων που έχουν επιτύχει εντός του 2023, προετοιμάζοντας το έδαφος για βελτίωση των επιδόσεών τους φέτος, ειδικά μάλιστα από το δεύτερο εξάμηνο και μετά, εφόσον αναμένεται η πρώτη μείωση επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Αυτά, εκτιμάται ότι θα ενδιαφέρουν σημαντικά τους μεγάλους ξένους διαχειριστές και επενδυτές στις διαδοχικές ενημερώσεις που εντείνουν αυτήν την εβδομάδα η Τράπεζα Πειραιώς, αλλά και οι άλλες ελληνικές τράπεζες, επικοινωνώντας την πρόοδο που έχουν σημειώσει και στον τομέα αυτό, αλλά και τα πλάνα τους για φέτος και για του χρόνου.
Τα στοιχεία του SSM έχουν μεγάλο ενδιαφέρον καθώς ήδη από το τέλος τρίτου τριμήνου ταξινομούσε σύνολο ανοιγμάτων των ελληνικών τραπεζών 12,73 δισ. ευρώ, από τα οποία όμως μεγάλο μέρος ήταν εξυπηρετούμενα δάνεια.
Ειδικότερα, το σύνολο των καθυστερούμενων NPE’s (forborne exposures) περιλαμβάνει Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα 5,63 δισ. ευρώ στο τέλος τρίτου τριμήνου, αλλά περιλαμβάνει επίσης και αντίστοιχο ποσό 5,61 δισ. ευρώ, που έχουν ταξινομηθεί ως καθυστερούμενα μεν, αλλά εξυπηρετούμενα.
Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι ρυθμίσεις του Εξωδικαστικού Συμβιβασμού που ξεκίνησαν πέρυσι, πήραν μία επιτάχυνση από τον Ιούνιο και μετά, ενώ δεν έχει ακόμα καταγραφεί η σημαντική επίπτωση από την εφαρμογή του νέου νόμου του ΥΠΕΘΟ Κωστή Χατζηδάκη, που εκτιμάται ότι θα φέρνει πολλά ΜΕΑ προς εξυπηρέτηση.
Ο μέσος συντελεστής κάλυψης των ανοιγμάτων 12,73 δισ. ευρώ, φθάνει το 48,39% και είναι από τους μεγαλύτερους στην Ευρωζώνη, πίσω μόνον από το 54,77% της Πορτογαλίας το 50,7% της Ιταλίας και το 54% της Σλοβενίας, που δεν έχει καν σημαντικό συστημικά τραπεζικό ίδρυμα.
Στο μεταξύ ο δείκτης NPL (ΜΕΑ) έχει μειωθεί στο 5,16% από το τρίτο τρίμηνο του 2023, σύμφωνα πάντα με τα με στοιχεία του SSM για τις τράπεζες και η ενεργοποίηση του προγράμματος Ηρακλής ΙΙΙ, που έχει συμβάλει καθοριστικά στη μέχρι τώρα πρόοδο, θα δώσει μία ακόμα ώθηση προς τα κάτω ώστε να προσεγγισθούν οι ευρωπαϊκοί μέσοι όροι, που εμφανίζουν σημεία σταθεροποίησης ή και αδυναμίας, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία.
Διότι μπορεί ο δείκτης των κόκκινων δανείων στην Ευρωζώνη να είναι περίπου 2%, αλλά αυτό ισχύει χάρη στις τράπεζες χωρών με μικρή μόχλευση συνολικά και μικρές τράπεζες. Αντίθετα, ο δείκτης για τις ιδιαίτερα μεγάλες και σε παγκόσμιο επίπεδο συστημικές της Ευρώπης είναι στο 2,47%.