Σε εξαιρετική θέση με μεγάλη επάρκεια σε κεφάλαια και πλεονάζουσα ρευστότητα έχουν βρεθεί οι ελληνικές τράπεζες ειδικά μετά τις εκδόσεις ομολόγων 3,4 δισ. ευρώ φέτος.
Οι ελληνικές τράπεζες υπολογίζεται ότι έχουν μπροστά τους περίπου δύο χρόνια μέχρι τον Ιανουάριο 2026 για να καλύψουν με εκδόσεις περί τα 4 δισ. ευρώ τις απαιτήσεις που υπολογίζονται σε δείκτες MREL από 27% και άνω για όλες με τη μεγαλύτερη τελική απαίτηση σε δείκτη 27,77% να έχει η Eurobank.
Μεταξύ 27% και 27,77% είναι οι τελικοί στόχοι των ελληνικών τραπεζών για κεφάλαια MREL τον Ιανουάριο 2026 και οι ενδιάμεσοι στόχοι των τραπεζών για τον Ιανουάριο του 2024 έχουν ήδη καλυφθεί και πολύ παραπάνω, αν και η Fitch, ενδέχεται να αποδειχθεί ρυθμιστής για εισροές κεφαλαίων στην ελληνική αγορά προκαλώντας ίσως και μία έκδοση ακόμα για φέτος.
Τα κεφάλαια MREL που υποχρεώνουν τις τράπεζες σε ακριβές εκδόσεις ομολόγων με αλμυρά επιτόκια και αυξάνουν έτσι ουσιαστικά τα επιτόκια των δανείων και τις χρεώσεις των τραπεζών, είναι μία από τις ασφαλιστικές δικλείδες που έχει επιβάλει η ΕΚΤ για να ενισχύσει τον τραπεζικό κλάδο, ώστε να μην αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες προβλήματα με διασώσεις όπως αυτά που τρόμαξαν τις αγορές στην αρχή της χρονιάς.
Βεβαίως, υπάρχει και ο σιωπηρός αντίλογος καθώς με αυτά τα ακριβά επιτόκια και με τη συγκεκριμένη πολιτική των εκδόσεων που κάνει ακόμα ακριβότερη τη χρηματοδότηση σε βάρος των δανειοληπτών, οι επόπτες μοιάζει να προκαλούν τη γέννηση επισφαλειών στις τράπεζες, αυτών που θα γιατρέψει σε περίπτωση μεγάλου προβλήματος το εμβόλιο των MREL. Αλλά οι επόπτες δεν αρέσουν πουθενά, ούτε στις αγορές, γιατί αυτοί σφυρίζουν τα οφσάιντ ενώ το κοινό θέλει γκολ και θέαμα και η ανάπτυξη χρειάζεται δάνεια που η ΕΚΤ κάνει τα πάντα για να περιορίσει.
Ωστόσο, μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας οι ελληνικές τράπεζες πέτυχαν να μειώσουν σημαντικά τα επιτόκιά τους, αν και ασφαλώς δεν φθάνουν τις πρώτες φθηνότερες εκδόσεις μεταξύ 2020 και 2022 πριν ακόμα η ΕΚΤ εκτοξεύσει τα επιτόκια. Ωστόσο, η ΕΤΕ ήδη πέτυχε επιτόκιο 8% για ομόλογο Tier 2 και οι Eurobank και Πειραιώς επιτόκια 5,875% και 6,875% για senior ομόλογα όταν τα επιτόκια που πλήρωσαν φέτος στο πρώτο εξάμηνο για αντίστοιχες εκδόσεις οι δύο τράπεζες ήταν 7% και 7,25% αντίστοιχα.
Τα επιτόκια αυτά, υπάρχει προοπτική να μειωθούν στη συνέχεια εφόσον δεν υπάρξει πληθωριστική έκρηξη προκαλούμενη από γεωπολιτικό παράγοντα και ήδη αναμένεται την 1η Δεκεμβρίου και ο χρησμός της Fitch που καθώς ανήκει στους τρεις μεγάλους των οίκων αξιολόγησης μπορεί να θέσει άμεσα αν δώσει με τη σειρά της επενδυτική βαθμίδα στην ελληνική οικονομία, το ζήτημα αναβάθμισης της αγοράς. Και μία ώριμη αγορά συγκεντρώνει μεγάλα κεφάλαια σε ομόλογα και μετοχές…
Ένα άλλο θετικό στοιχείο είναι ότι πλέον τα ενέχυρα των τραπεζών σε ομόλογα για δάνεια από την ΕΚΤ έχουν μικρότερο κούρεμα, άρα η επιβάρυνση στο δανεισμό είναι συνολικά μικρότερη για τις ελληνικές τράπεζες, όπως επισημαίνει και η ΤτΕ.
Τι δείκτες MREL έχουν τώρα οι τράπεζες
- Η Alpha είναι αυτή τη στιγμή 2% πάνω από τον στόχο του 2024 έχοντας δείκτη MREL στο 24,43% από το τέλος Σεπτεμβρίου με στόχο τα 22,4% για τον Ιανουάριο 2024. Είναι στην καλύτερη θέση συγκριτικά και δεν έχει μεγάλες εκδόσεις μπροστά της, ενώ η πώληση της Ρουμανίας απελευθέρωσε κεφάλαια που δεσμεύονταν χάριν της στάθμισης του ενεργητικού της που ενείχε ρίσκο (RWA) και μάλιστα υπάρχει ένα επιπλέον 0,5% που θα φανεί στο τελευταίο τρίμηνο της χρονιάς.
- Η Alpha Bank προχώρησε τον Ιούνιο σε έκδοση senior ομολόγου 500 εκατ. ευρώ και πέτυχε επιτόκιο 6,88% δηλαδή κάτω από 7% πριν τις αναβαθμίσεις. Είχε επίσης κάνει μία έκδοση perpetual ομολόγου της πολύ χαμηλής κατηγορίας ΑΤ1 για 400 εκατ. ευρώ το Φεβρουάριο με αναλογικά πολύ καλό επιτόκιο 11,875%. Η τράπεζα υπολογίζει σε μόλις 900 εκατ. ευρώ εκδόσεων ενώ η περυσινή ανανέωση του Νοεμβρίου 400 εκατ. ευρώ λήγει το Νοέμβριο του 2025.
Σημειωτέον ότι τα δάνεια από την ΕΚΤ μέσω του προγράμματος TLTRO III της Alpha Bank είχαν μειωθεί σε 5 δισ. μετά τις αποπληρωμές συνολικού ποσού 8 δισ. ευρώ φέτος. Στο πρώτο τρίμηνο ο τελικός στόχος MREL προσδιοριζόταν περίπου στο 27,2%.
- Η Εθνική Τράπεζα είναι επίσης σε προνομιακή θέση καθώς βρίσκεται 1,8% πάνω από τον ενδιάμεσο στόχο MREL το 2024, αλλά να θέλει μπορεί να κάνει και μία επιπλέον έκδοση με το κοινό ζεστό εφόσον η Fitch κάνει το καθήκον της…
Μετά την επιτυχή έκδοση του Tier II ο δείκτης MREL του ομίλου διαμορφώθηκε σε 24,5%, έναντι απαίτησης 22,7% για τον Ιανουάριο του 2024, ενώ ο τελικός στόχος για το 2026 προσδιοριζόταν στο 27% κατά το πρώτο εξάμηνο. Τα δάνεια TLTRO στην ΕΚΤ έχουν υποχωρήσει μόλις στα 1,9 δισ. ευρώ.
- Η Πειραιώς είχε ισοφαρίσει την ενδιάμεση απαίτηση του Ιανουαρίου 2024 για δείκτη MREL 21,8% ήδη από το Σεπτέμβριο. Πάντως, προχώρησε και σε μία τελευταία έκδοση με senior ομόλογο το δεύτερο στην χρονιά και για το ίδιο ποσό. Στις 23 Ιουλίου η Πειραιώς, είχε προχωρήσει σε έκδοση senior ομολόγου επίσης και άντλησε 500 εκατ. ευρώ με επιτόκιο τότε 7,25%. Ο τελικός στόχος MREL για το 2026 προσδιοριζόταν στα 27,3% στο πρώτο εξάμηνο.
Το υπόλοιπο χρηματοδότησης από την ΕΚΤ με TLTRO του Ομίλου Πειραιώς είναι στα 5,5 δισ. ευρώ, και θα μειωθεί στα 3,5 δισ. ευρώ καθώς φέτος το Δεκέμβριο λήγουν δάνεια.
- Η Eurobank με βάση τα στοιχεία εννεαμήνου και πριν την τελευταία έκδοση, ήταν ήδη μισή ποσοστιαία μονάδα πάνω από τις απαιτήσεις MREL για τον Ιανουάριο 2024, με δείκτη στο 23,69 έναντι απαίτησης 23,19. Βεβαίως, οι απαιτήσεις μεγαλώνουν μελλοντικά, με τελικό στόχο τα 27,77% τον Ιανουάριο 2026.
Ήταν η δεύτερη έκδοση της Eurobank φέτος καθώς με αντίστοιχο senior preferred ομόλογο 500 εκατ. ευρώ είχε υποχρεωθεί να προσφέρει επιτόκιο στην αρχή της χρονιάς 7% το οποίο μείωσε στο 6,875% τώρα. Δεν αποκλείεται μία ή δύο εκδόσεις Tier II, καθώς η τράπεζα έχει ομόλογο που λήγει το 2025.
Η τράπεζα έχει κινηθεί πιο έντονα αναπτυξιακά κι αυτό υποχρέωση σε δάνεια και χρηματοδότηση των κινήσεών της κι εκτός TLTRO. Έκανε μέσα στη χρονιά χρήση άλλων εργαλείων που διαθέτει για να μειώσει τα TLTRO.
Στα ύψη η ρευστότητα και η δυνατότητα εύκολου δανεισμού
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος στο εννεάμηνο του 2023 συνεχίστηκε η αποπληρωμή του δανεισμού από το Ευρωσύστημα (18,6 δισ. ευρώ) με χρήση χρηματικών διαθεσίμων.
Επιπλέον, όπως και το 2022, αυξήθηκαν (κατά 2,4 δισ. ευρώ) οι υποχρεώσεις προς λοιπά νομισματικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (Σεπτέμβριος 2023: 11,1 δισ. ευρώ, έναντι 8,6 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο 2022.
Στο πρώτο εξάμηνο του 2023 οι ελληνικές τράπεζες διατήρησαν τη ρευστότητά τους σε υψηλό επίπεδο. Ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (Liquidity Coverage Ratio – LCR) κινήθηκε ανοδικά και έκλεισε στο 213,1% και είναι υπερδιπλάσιος της υποχρεωτικής εποπτικής απαίτησης, η οποία ορίζεται στο 100%.
Η διατήρησή του σε υψηλό επίπεδο, παρά τις σημαντικές αποπληρωμές του δανεισμού μέσω των πράξεων TLTRO III, οφείλεται αφενός στην αύξηση των καταθέσεων που ενίσχυσε τη ρευστότητα των τραπεζών και αφετέρου στην απελευθέρωση στοιχείων ενεργητικού από το ενέχυρο που κατατίθεται στο πλαίσιο των πράξεων αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος, τα οποία είναι επιλέξιμα στο απόθεμα ρευστών διαθεσίμων που διακρατούν οι τράπεζες.
Ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας για τις ελληνικές τράπεζες διατηρήθηκε σε σημαντικά υψηλότερο επίπεδο από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο των τραπεζών του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (161,27% για τα σημαντικά ιδρύματα –και 200,21% για τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα στο πρώτο τρίμηνο του 2023)
Ο Δείκτης Καθαρής Σταθερής Χρηματοδότησης (Net Stable Funding Ratio – NSFR), μετά τη σημαντική αύξηση που παρουσίασε το 2022, διαμορφώθηκε σε 134,6% το Ιούνιο του 2023, από 127,3% τον Ιούνιο του 2022, αντανακλώντας την επαρκή κάλυψη των μακροπρόθεσμων υποχρεώσεων των τραπεζών χωρίς να απαιτείται η υπέρμετρη χρήση βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης
Και ο Δείκτης Καθαρής Σταθερής Χρηματοδότησης για τις ελληνικές τράπεζες διατηρήθηκε σε επίπεδο λίγο υψηλότερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο των τραπεζών του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού.