Τρεις μεγάλους κινδύνους στις ευρωπαϊκές τράπεζες και το σύνολο του χρηματοπιστωτικού κλάδου από την έκθεση σε εμπορικά ακίνητα (με τις πρώτες ανησυχίες να εκδηλώνονται και για τα οικιστικά ακίνητα) στην Ευρώπη, βλέπει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ESRB).
Τους αυξημένους κινδύνους εντόπισε το Συμβούλιο στην τελευταία συνεδρίασή του και πηγάζουν από την αδύναμη ανάπτυξη, το κόστος δανεισμού των τραπεζών και τη μείωση των δανείων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Αν και η ανακοίνωση των συμπερασμάτων του Συμβουλίου αφορά κυρίως τους κινδύνους στα εμπορικά ακίνητα και η ανάλυση για τα οικιστικά ακίνητα θα δημοσιοποιηθεί στις αρχές του 2024, υπάρχει ήδη αναφορά καθώς συμπεραίνεται ότι η αγορά οικιστικών ακινήτων στην Ευρώπη έχει επιβραδυνθεί, τα χρέη των νοικοκυριών είναι μεγάλα, όπως και η υπερτίμηση των ακινήτων επίσης στις περισσότερες χώρες.
Σύμφωνα με το Συμβούλιο η αβεβαιότητα και οι καθοδικοί κίνδυνοι για τις προοπτικές ανάπτυξης έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, κυρίως λόγω των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων. Όπως αναφέρεται «το δύσκολο μακροοικονομικό περιβάλλον θα μπορούσε να προκαλέσει πιέσεις στα νοικοκυριά και τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, καθώς η ικανότητα της δημοσιονομικής πολιτικής να στηρίξει αυτούς τους τομείς είναι πιο περιορισμένη από ότι στο παρελθόν».
Επίσης, το ESRB βλέπει «την υψηλή αστάθεια στις αγορές ομολόγων και την πιθανότητα άτακτης προσαρμογής στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η οποία θα μπορούσε να ενισχυθεί από το υψηλό πιστωτικό ρίσκο και τον κίνδυνο ρευστότητας στον τομέα της μη τραπεζικής χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης».
Επιπλέον, το Γενικό Συμβούλιο συζήτησε τις πρόσφατες πιέσεις στον τομέα των εμπορικών ακινήτων σε αρκετές χώρες του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και τόνισε τη σημασία των συστάσεων που έχει ήδη κάνει από τον Ιανουάριο του 2023, για τα ανοίγματα στα εμπορικά ακίνητα, σε ολόκληρο τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Τι συστάσεις είχαν γίνει για τα εμπορικά ακίνητα
Η σύσταση απαιτούσε μεσοπρόθεσμες ενέργειες από τις εποπτικές αρχές για τη βελτίωση της παρακολούθησης των κινδύνων που σχετίζονται με τα εμπορικά ακίνητα, τη διασφάλιση υγιών πρακτικών χρηματοδότησης και την αύξηση της ανθεκτικότητας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Τόνιζε ότι ο τομέας των εμπορικών ακινήτων είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στη σύσφιξη των οικονομικών συνθηκών και σημείωνε τις μέτριες προοπτικές ανάπτυξής του υπό το πρίσμα των διαρθρωτικών αλλαγών όπως η στροφή προς το ηλεκτρονικό εμπόριο, η εργασία εξ’ αποστάσεως και τα αυστηρότερα πρότυπα δόμησης ως αποτέλεσμα των πολιτικών για το κλίμα. .
Τέλος, η σύσταση ζητούσε επίσης την ανάπτυξη εργαλείων εποπτείας βάσει δραστηριοτήτων για τα ανοίγματα σε εμπορικά ακίνητα στην ΕΕ, τα οποία θα εφαρμόζονται με συνέπεια σε όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Οι τρεις κίνδυνοι
Όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα του Συμβουλίου τρεις είναι οι παράγοντες κινδύνων που πρέπει να προσέξουν οι τράπεζες όσον αφορά στα ακίνητα
«Ο τραπεζικός τομέας εξακολουθεί να επωφελείται από την ισχυρή κερδοφορία και την ισχυρή ρευστότητα χρηματοδότησης, αλλά η αβεβαιότητα επηρεάζει επίσης τις προοπτικές του.
Πρώτον, το αδύναμο μακροοικονομικό περιβάλλον μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα του ενεργητικού, ιδιαίτερα για τις τράπεζες με υψηλή έκθεση σε καταναλωτικά δάνεια και τον τομέα των εμπορικών ακινήτων.
Δεύτερον, το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών αναμένεται να επιβαρύνει τα καθαρά έσοδα από τόκους.
Τρίτον, η μειωμένη πιστωτική ζήτηση και οι υποτονικές προοπτικές ανάπτυξης είναι πιθανό να περιορίσουν τον όγκο δανεισμού προς νοικοκυριά και τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις».
Έτσι το Συμβούλιο θεωρεί ζωτικής σημασίας Οι Αρχές, να συνεχίσουν να παρακολουθούν τον αντίκτυπο του μεταβαλλόμενου μακροοικονομικού περιβάλλοντος στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, με σκοπό την προσαρμογή των πολιτικών απαντήσεων κατά περίπτωση.
Επιπλέον, όμως το Συμβούλιο έχει ασχοληθεί με θέματα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που αφορούν τις αγορές οικιστικών ακινήτων. Εκτιμά συνολικά, ότι «οι αγορές κατοικιών έχουν επιβραδυνθεί σε πολλές χώρες της Ευρώπης, με ορισμένες να υποβάλλονται σε ομαλή διόρθωση των τιμών των κατοικιών και των στεγαστικών δανείων. Ωστόσο, το επίπεδο των συσσωρευμένων τρωτών σημείων – όπως το υψηλό χρέος των νοικοκυριών και η υπερτίμηση των τιμών των κατοικιών – παραμένει υψηλό ή μεσαίο στις περισσότερες χώρες». Έτσι εξακολουθούν οι συστάσεις του για τα οικιστικά ακίνητα και θα δημοσιοποιηθεί πλήρης ανάλυση στις αρχές του 2024.
Οι κλιματικοί κίνδυνοι στα τραπεζικά δάνεια
Τέλος, το Συμβούλιο οριστικοποίησε τα δυσμενή σενάρια για την εφάπαξ ανάλυση σεναρίων κλιματικού κινδύνου σύμφωνα με το πακέτο Fit for 55. Η ΕΚΤ και οι Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές θα διεξάγουν την ανάλυση σεναρίων, χρησιμοποιώντας αυτά τα δυσμενή σενάρια. Τα λεπτομερή σενάρια θα συμπεριληφθούν στην τελική τους έκθεση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα αποτελέσματα της άσκησης.
Το ESRB ολοκλήρωσε τις διερευνητικές του εργασίες για τη μέτρηση και τη μοντελοποίηση της συστημικής διάστασης των κλιματικών κινδύνων και σχετικά με πιθανές επιλογές μακροπροληπτικής πολιτικής. Το Γενικό Συμβούλιο συζήτησε τρεις πτυχές αυτής της εργασίας, η οποία διεξήχθη από κοινού με την ΕΚΤ.
Πρώτον, έκανε απολογισμό των τρόπων με τους οποίους ο κλιματικός κίνδυνος θα μπορούσε να προκαλέσει συστημικό κίνδυνο, σημειώνοντας ότι οι τράπεζες της ΕΕ θα πρέπει να αξιολογούν σωστά τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα των δανειακών χαρτοφυλακίων που είναι σαφώς στραμμένα προς τμήματα της οικονομίας με υψηλότερες εκπομπές.
Δεύτερον, το Διοικητικό Συμβούλιο συζήτησε την εργαλειοθήκη της μακροπροληπτικής πολιτικής και τη δυνατότητα εφαρμογής μέσων που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία για την αντιμετώπιση κινδύνων για τις τράπεζες, τους δανειολήπτες και τους μη τραπεζικούς χρηματοπιστωτικούς διαμεσολαβητές.
Τρίτον, το Διοικητικό Συμβούλιο είχε μια αρχική ανταλλαγή απόψεων σχετικά με τους κινδύνους της υποβάθμισης της φύσης, που θα μπορούσαν να επιδεινώσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, με επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Αυτά τα ευρήματα συνοψίζονται στην τελική κοινή έκθεση ESRB/ΕΚΤ, η οποία πρόκειται να δημοσιευθεί στα μέσα Δεκεμβρίου.