Η Σύνοδος της Μαδρίτης θα μείνει στην ιστορία για μια σειρά από λόγους. Πρώτα-πρώτα, είναι η σύνοδος που σφραγίζει την πλήρη και ομολογουμένως θεαματική επιστροφή των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Σε επίπεδο τόσο συμβολικό όσο και απτών δεσμεύσεων, μεταξύ άλλων για αυξημένη στρατιωτική παρουσία. Το πόσο θα διαρκέσει αυτή η επιστροφή είναι μια μεγάλη αλλά διακριτή συζήτηση.
Μετά υπάρχει η σαφής αναφορά στη Ρωσική Ομοσπονδία ως τη σημαντικότερη και αμεσότερη απειλή για την ασφάλεια των Συμμάχων και για την ειρήνη και τη σταθερότητα στον ευρωατλαντικό χώρο. Σε αυτό το πλαίσιο, των απειλών και προκλήσεων, εμφανίζονται βέβαια και η τρομοκρατία και οι απειλές στον κυβερνοχώρο, το διάστημα, οι υβριδικές και άλλες ασύμμετρες απειλές. Εμφανίζεται όμως για πρώτη φορά και η Κίνα, όχι ως «άμεση απειλή» όπως η Ρωσία αλλά ως χώρα που αντιπροσωπεύει «συστημικό ανταγωνισμό» και αμφισβητεί «τα συμφέροντα, την ασφάλεια και τις αξίες» των Συμμάχων. Ως προς τις σχέσεις με την Κίνα κάθε άλλο παρά ομοφωνία υπάρχει μεταξύ των Συμμάχων – και είναι απολύτως αναμενόμενο.
Τρίτον, επιβεβαιώνεται η λεγόμενη «πολιτική ανοικτών θυρών» του ΝΑΤΟ, δηλαδή η συνεχιζόμενη διεύρυνση της Συμμαχίας. Μετά την άρση των τουρκικών αντιρρήσεων, το ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη κάλεσε τη Φινλανδία και τη Σουηδία να γίνουν μέλη του.
Όμως η διαπραγμάτευση που οδήγησε στην άρση των τουρκικών αντιρρήσεων αποκαλύπτει μια επιπλέον διάσταση, η οποία θα απασχολήσει συνολικά την ΕΕ – όχι απαραίτητα το ΝΑΤΟ – τους επόμενους μήνες και χρόνια. Μεταξύ άλλων σημαντικών δεσμεύσεων που ανέλαβαν, η Σουηδία και η Φινλανδία υποσχέθηκαν με το σχετικό τρισέλιδο έγγραφο να στηρίξουν τη συμμετοχή της Τουρκίας σε δράσεις της PESCO, δηλαδή της «Μόνιμης διαρθρωμένης συνεργασίας στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας», η οποία από το 2017 είναι η σημαντικότερη μορφή της Κοινής Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας της ΕΕ. Στην οποία βεβαίως η Τουρκία δεν ανήκει.
Σε δράσεις και projects της PESCO συμμετέχουν ήδη, εκτός ΕΕ, τρεις χώρες: ΗΠΑ, Καναδάς, Νορβηγία. Οι διαδικασίες για την εισδοχή στην PESCO μελών εκτός ΕΕ προϋποθέτουν ομοφωνία (άρθρο 46.6 ΣΕΕ), όμως θα πρέπει να θυμόμαστε ότι (α) η PESCO βασίζεται σε εθελοντική συμμετοχή των μελών και οι αποφάσεις δεσμεύουν μόνον τα κράτη που έχουν επιλέξει να συμμετάσχουν σε επιμέρους δράσεις και (β) έχει ξεκινήσει ήδη η γενικότερη συζήτηση για την πιθανότητα κατάργησης της ομοφωνίας και στα πεδία της εξωτερικής πολιτικής, άμυνας και ασφάλειας. Έχω εξηγήσει αναλυτικά προ ετών γιατί η κατάργηση (την οποία παραδόξως υποστηρίζουν και ορισμένοι από την ελληνική πλευρά) θα είναι εξαιρετικά προβληματική για τα λιγότερο ισχυρά κράτη της ΕΕ.
Στα εκδήλως θετικά της Μαδρίτης είναι η αναμφισβήτητη διαπίστωση ότι η συλλογική ασφάλεια ενισχύεται με τρόπο δραστικό και πολυεπίπεδο. Ιδιαίτερα οι χώρες που αισθάνονται απειλούμενες, όπως οι Βαλτικές χώρες, όπως επίσης η Πολωνία και άλλες που βλέπουν απειλή στα ανατολικά, καλύπτονται πια σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Όμως προβληματισμό δημιουργεί η συστηματοποίηση της υπαγωγής της ευρωπαϊκής στην ευρωατλαντική άμυνα και ασφάλεια, τόσο γενικότερα – λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία – αλλά τώρα και ειδικότερα – λόγω της δέσμευσης της Σουηδίας και της Φινλανδίας για τον ρόλο της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια. Με τη δέσμευση αυτή, οι δυο χώρες προστίθενται σε εκείνες που ήδη υποστηρίζουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Με τα δεδομένα της αναθεωρητικής Τουρκίας της «Γαλάζιας Πατρίδας» η οποία αμφισβητεί ευθέως την ελληνική κυριαρχία, αυτό το ενδεχόμενο αποτελεί πρόκληση.
Αποχαιρέτα την, την «ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία» που χάνεις
Το ευρωατλαντικό πλαίσιο είναι σπουδαίο και εν πολλοίς αναντικατάστατο, στο μέτρο που συνδυάζει συντονισμό αλλά και γνήσια διαβούλευση για τους στόχους και τα περιεχόμενα των σχεδιαζόμενων και εφαρμοζόμενων πολιτικών. Όμως όσο διαρκεί ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος, η ευρωατλαντική διάσταση θα κυριαρχεί επί της ευρωπαϊκής και η αμυντική διάσταση της ΕΕ θα αδυνατεί να αποκτήσει στοιχειώδη αυτονομία. Παράλληλα, η Τουρκία θα βλέπει στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας μια ευκαιρία για αναβάθμιση του ρόλου της στη συνολική ευρωατλαντική περιοχή και πέρα από αυτή. Αποχαιρέτα την, την «ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία» που χάνεις.
Επιπρόσθετα, κράτη όπως η Ουκρανία, η Μολδαβία και η Γεωργία προσφέρουν και διαφορετικής κατηγορίας ερεθίσματα. Εάν υποτεθεί ότι η ειρήνευση στην Ουκρανία συνοδευτεί από μια φόρμουλα που ενθαρρύνει την ουδετερότητα αλλά παράλληλα οδηγεί σε ταχεία έναρξη της διαδικασίας ενσωμάτωσης στην ΕΕ, μια τέτοια εξέλιξη θα συμβάλλει από μόνη της στη μετατόπιση του γεωπολιτικού στίγματος της Ανατολικής Ευρώπης. Με την ΕΕ να καθίσταται μεταξύ άλλων και έμμεση προέκταση του ΝΑΤΟ ως προς τη γεωπολιτική αναπλήρωση του ευρωατλαντικού αμυντικού συμμαχικού ελλείμματος για συγκεκριμένες χώρες που έτσι θα αποκτήσουν και ανανεωμένη (αλλά όχι άμεσα ΝΑΤΟϊκή) αμυντική υπόσταση.
Αλλά το πραγματικό πρόβλημα θα είναι να συρθεί η Ευρώπη σε μια συνεχή απομείωση επιλογών γεωπολιτικής τοποθέτησης. Μέχρι ο επόμενος Τραμπ (ή κάτι αντίστοιχο) να μας υπενθυμίσει ότι το ευρωατλαντικό πλαίσιο είναι πράγματι και σπουδαίο και απαραίτητο αλλά η ΕΕ θα πρέπει παράλληλα να έχει και η ίδια αναπτύξει στόχους, μηχανισμούς και ένα επεξεργασμένο πεδίο πολιτικού λόγου για τον δικό της ρόλο στην παγκόσμια πολιτική.
*Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει εργαστεί σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Βιβλία και επιστημονικά άρθρα του έχουν δημοσιευτεί στα ελληνικά, τα αγγλικά και τα γερμανικά.