H Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, (UNCLOS 1982) αποτελεί τη μόνη βάση για διαπραγματεύσεις επί των διεκδικήσεων στην Νότια Κινεζική Θάλασσα τόνισαν σήμερα οι ηγέτες της Ένωσης Χώρων της Νοτιοανατολικής Ασίας, σε ένα σαφές μήνυμα προς την επιθετική πολιτική της Κίνας στην θαλάσσια περιοχή.
Εξι χώρες –Κίνα, Ταϊβάν, Φιλιππίνες, Βιετνάμ, Μαλαισία και Μπρουνέι– εμπλέκονται σε εδαφικές διεκδικήσεις στη Νότια Κινεζική Θάλασσα η οποία θεωρείται ότι έχει καίρια σημασία για την παγκόσμια ναυτιλία, με τον όγκο των εμπορευμάτων που μεταφέρονται σε ετήσια βάση να κυμαίνεται γύρω από τα πέντε τρισ. ευρώ, αλλά και με τεράστια αποθέματα αλιευμάτων και υδρογονανθράκων.
Η Κίνα θεωρεί ότι έχει ιστορικά τεκμηριωμένη κυριαρχία στο μεγαλύτερο μέρος της Νότιας Σινικής Θάλασσας. Για να στηρίξει τις διεκδικήσεις της, επεξέτεινε νησάκια και υφάλους και κατασκεύασε εκεί διαδρόμους προσγείωσης αεροσκαφών, λιμάνια και άλλες εγκαταστάσεις.
Το 2016, με ομόφωνη απόφασή του, το υποστηριζόμενο από τον ΟΗΕ Μόνιμο Διαιτητικό Δικαστήριο της Χάγης αποδέχθηκε την προσφυγή που είχαν καταθέσει μονομερώς, από τον Ιανουάριο του 2013, οι Φιλιππίνες, υποστηρίζοντας ότι οι κινεζικές αξιώσεις στη Νότια Σινική Θάλασσα παραβιάζουν τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, την οποία έχουν υπογράψει και οι δύο χώρες.
Σημειώνεται ότι η Διάσκεψη του ΟΗΕ το 1982 στο Montego Bay της Τζαμάικα κατέληξεσε ένα ενιαίο και συνεκτικό νομικό πλαίσιο που θέτει κανόνες στην χρήση των θαλασσών και ωκεανών, για όλα τα συναφή θέματα που αφορούν τον ωκεάνιο πλούτο, το περιβάλλον και την ορθολογική διαχείρισή τους θεωρώντας ότι τα σχετικά με τις θάλασσες προβλήματα είναι αλληλεξαρτώμενα και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με μία ολιστική αντίληψη.