Οι προσδοκίες των επενδυτών παραμένουν θετικές στο ξεκίνημα της νέας χρονιάς, χαρακτηριστικό που μπορεί να οδηγήσει τη χρηματιστηριακή αγορά σε αναταράξεις σε περίπτωση που δεν επαληθευτούν.
Παρά το ταρακούνημα στο ξεκίνημα του 2024, ο δείκτης S&P500 βρίσκεται μόνο 2% κάτω από το τελευταίο του ιστορικό υψηλό. Οι περισσότεροι επενδυτές διατηρούν την ευρύτερη αισιοδοξια τους τόσο για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων όσο και για τη νομισματική πολιτική της Fed τη νέα χρονιά.
Το αφήγημα της ανθεκτικής ανάπτυξης με αποκλιμάκωση του πληθωρισμού που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην άνοδο του 24% που πέτυχε ο S&P500 πέρυσι έχει υιοθετηθεί ως η consensus άποψη.
Σύμφωνα με έρευνα της BofA Global Research τον Δεκέμβριο, το 66% των διαχειριστών θεσμικών χαρτοφυλακίων εκτιμά οτι η οικονομία των ΗΠΑ θα πετύχει ήπια προσγείωση φέτος και μόνο 15% περιμένει ύφεση το επόμενο 12μηνο. Πρόκειται για σημαντική μεταβολή καθώς το 68% προέβλεπε ύφεση την ίδια περίοδο πέρυσι.
Οι προσδοκίες για χαλαρότερη νομισματική πολιτική πηγαίνουν χέρι-χέρι με τις προοπτικές απαλής προσγείωσης της οικονομίας. Στην αγορά παραγώγων τα επιτοκιακά futures τιμολογούν μειώσεις επιτοκίων γύρω στις 140 μονάδες βάσης φέτος, σχεδόν διπλάσιες από τις προβολές της ίδιας της Fed.
Με τις αποτιμήσεις των μετοχών κοντά σε ιστορικά υψηλά επίπεδα υπάρχουν ανησυχίες οτι οι ηλιόλουστες προοπτικές της χρηματιστηριακής αγοράς αφήνουν περιθώρια απογοήτευσης σε περίπτωση που τα σενάρια αυτά δεν επιβεβαιωθούν.
Οτιδήποτε μπορεί να ανατρέψει το αφήγημα που πιστεύει η αγορά κάνει το ρίσκο απογοήτευσης μεγαλύτερο.
Ένα τεστ της αισιοδοξίας των επενδυτών θα έλθει με τα νέα στοιχεία για τον πληθωρισμό την εβδομάδα που έρχεται που θα δείξουν αν τα πρόσφατα πονταρίσματα για αποκλιμάκωση των πιέσεων ήταν πρόωρα.
Οι προσδοκίες αποθέρμανσης της οικονομίας που θα ανοίξει τον δρόμο των επιτοκιακών μειώσεων από πλευράς Fed δέχτηκαν πλήγμα από τα στοιχεία της αγοράς εργασίας την Παρασκευή καθώς έδειξαν αύξηση των μισθών και μεγαλύτερο του αναμενόμενου αριθμό προσλήψεων.
Ο δείκτης S&P500 έχασε 1,54% την εβδομάδα που πέρασε. Ήταν η μεγαλύτερη εβδομαδιαία πτώση του από τον Οκτώβριο.
Παράλληλα, μεγάλες αμερικανικές τράπεζες όπως η JPMorgan και η Citigroup ανοίγουν την αυλαία των αποτελεσμάτων την εβδομάδα που έρχεται και οι επιδόσεις τους θα τεστάρουν τις υψηλές προσδοκίες για την κερδοφορία. Οι αναλυτές περιμένουν τα κέρδη των εταιρειών του S&P500 να σημειώσουν αύξηση 11% το 2024 μετά από αύξηση 3% το 2023.
Η πίεση στις επιχειρήσεις να πιάσουν τους στόχους κερδοφορίας είναι πιο έντονη φέτος από πέρυσι καθώς τα επίπεδα αποτιμήσεων έχουν ανεβεί. Ο S&P500 διαπραγματεύεται με πολλαπλασιαστή 19,5 με βάση τα προσδοκώμενα κέρδη σε σύγκριση με Ρ/Ε 17 στο ξεκίνημα της περυσινής χρονιάς.
Λίγο αργότερα οι επενδυτές θα ξεψαχνίσουν το μήνυμα της Fed στη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής στις 30-31 Ιανουαρίου. Οι αγορές περιμένουν την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ να αφήσει τα επιτόκια αμετάβλητα αυτόν τον μήνα και τα στοιχήματα για μια μείωση τον Μάρτιο έχουν υποχωρήσει.
Την Παρασκευή τα futures τιμολογούσαν 62% πιθανότητα μιας μείωσης 25 μονάδων βάσης τον Μάρτιο σε σύγκριση με πιθανότητα 73% πριν μια εβδομάδα.
Πάντως, η ιστορία δείχνει ότι οι μετοχές αντιδρούν θετικά στις μειώσεις επιτοκίων. Στους προηγούμενους 12 κύκλους χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής από το 1970, ο δείκτης S&P500 κατέγραψε ράλι τους πρώτους έξη με επτά μήνες μετά την πρώτη μείωση με την άνοδο κατά μέσο όρο να ανέρχεται σε 12%.