Ανεγχείρητος καρκίνος πνεύμονος: Η στρατηγική αντιμετώπισης για το βέλτιστο αποτέλεσμα
Shutterstock
Shutterstock

Ανεγχείρητος καρκίνος πνεύμονος: Η στρατηγική αντιμετώπισης για το βέλτιστο αποτέλεσμα

Ο ανεγχείρητος καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί μία από τις πιο δύσκολες και απαιτητικές καταστάσεις στην ιατρική, καθώς η αντιμετώπισή του απαιτεί συνδυαστική προσέγγιση και εξειδίκευση.

Η διάγνωση ενός καρκίνου του πνεύμονα που δεν είναι χειρουργήσιμος μπορεί να είναι απογοητευτική για τους ασθενείς και τις οικογένειές τους. Ωστόσο, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι οι σύγχρονες ιατρικές τεχνικές, σε συνδυασμό με την έγκαιρη και ολοκληρωμένη θεραπευτική στρατηγική, μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την πρόγνωση.

Η συνεργασία μεταξύ εξειδικευμένων ιατρών, όπως πνευμονολόγοι, ογκολόγοι και θωρακοχειρουργοί, παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξατομικευμένη προσέγγιση κάθε περιστατικού, προσφέροντας στους ασθενείς μια δεύτερη ευκαιρία για ζωή και βελτίωση της ποιότητας ζωής τους.

O κ. Κωνσταντίνος Μαρκόπουλος, Θωρακοχειρουργός-Αγγειοχειρουργός και Διευθυντής Κλινικής Ιατρικού Κέντρου Ψυχικού, μιλά στο Liberal και φωτίζει τις στρατηγικές και τις θεραπευτικές επιλογές που μπορούν να οδηγήσουν σε βέλτιστα αποτελέσματα, ακόμη και για τους πιο δύσκολους και ανεγχείρητους καρκίνους του πνεύμονα. 

Πότε μιλάμε για ανεγχείρητο καρκίνο πνεύμονος; 

Αρχικά, θα πρέπει να ορίσουμε τον ανεγχείρητο καρκίνο του πνεύμονος. Πρόκειται για έναν καρκινικό όγκο, ο οποίος εντοπίζεται στον πνεύμονα και δεν επιδέχεται ως πρώτη ιατρική παρέμβαση την αφαίρεσή του. Ειδικότερα, ποσοστό 10-15% των καρκίνων στον πνεύμονα είναι μικροκυτταρικού τύπου και είναι ανεγχείρητοι ανεξαρτήτως μεγέθους.

Θεωρείται ότι ο συνδυασμός χημειοθεραπείας με ακτινοβολίες έχει τα ίδια αποτελέσματα με το χειρουργείο. Στο υπόλοιπο 85-90% των περιπτώσεων, η ριζική αφαίρεση αποτελεί τη μοναδική παρέμβαση που μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη ίαση. Αν και άλλες θεραπείες είναι συχνά αποτελεσματικές, έχουν κυρίως παρηγορητικό χαρακτήρα. 

Αξιοσημείωτο είναι και το ότι περίπου το 50% των περιπτώσεων καρκίνου του πνεύμονα διαγιγνώσκονται τυχαία, κατά τη διάρκεια μιας απλής ακτινογραφίας θώρακος που πραγματοποιείται λόγω άλλης πάθησης, όπως ένα κρυολόγημα ή ένας προληπτικός έλεγχος. Αυτό υπογραμμίζει το γεγονός ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, ο καρκίνος του πνεύμονα αναπτύσσεται χωρίς εμφανή συμπτώματα. Δυστυχώς, αυτό σημαίνει πως όταν διαγνωστεί, είναι ήδη σε προχωρημένο στάδιο, με το 30-40% των περιπτώσεων να θεωρούνται μη εγχειρήσιμες. 

 Ένας καρκίνος του πνεύμονα θεωρείται ανεγχείρητος όταν πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια που καθιστούν τη χειρουργική αφαίρεση αδύνατη ή υπερβολικά επικίνδυνη για τον ασθενή. Πιο συγκεκριμένα, αυτά τα κριτήρια περιλαμβάνουν: 

  1. Απομακρυσμένες μεταστάσεις σε ζωτικά όργανα, όπως ο εγκέφαλος, το ήπαρ, τα επινεφρίδια ή τα οστά, γεγονός που σημαίνει ότι η νόσος έχει ήδη εξαπλωθεί σε όλο το σώμα. 
  2. Περιορισμένες αναπνευστικές εφεδρείες, όπου η λειτουργία των πνευμόνων δεν επιτρέπει την αφαίρεση μεγάλου τμήματος (πνευμονεκτομή). 
  3. Όταν υπάρχουν block λεμφαδένων που έχουν περάσει στο αντίθετο μεσοθωράκιο (δηλαδή ο όγκος είναι δεξιά και υπάρχουν λεμφαδένες και αριστερά). 
  4. Όταν οι λεμφαδένες είναι ομόπλευροι αλλά είναι τόσο πολλοί που δε μας επιτρέπουν την προσέγγιση πνευμονικής αρτηρίας ή βρόγχου. 
  5. Διήθηση ζωτικών αγγείων και δομών, όπως η άνω κοίλη φλέβα, η αορτή, η πνευμονική αρτηρία, το περικάρδιο και η υποκλείδιος φλέβα, καθιστώντας τη χειρουργική επέμβαση εξαιρετικά δύσκολη ή αδύνατη. 
  6. Παρουσία πλευριτικού υγρού με καρκινικά κύτταρα, που είναι ένδειξη προχωρημένης νόσου. 
  7. Σοβαρές συνυπάρχουσες παθήσεις, όπως καρδιακή ανεπάρκεια 4ου βαθμού, σοβαρές αιματολογικές διαταραχές ή νεφρική ανεπάρκεια υπό τεχνητό νεδρό, οι οποίες αυξάνουν δραματικά τον κίνδυνο του χειρουργείου. 

Η θεραπευτική προσέγγιση και ο σημαντικός ρόλος του χειρουργού 

Ο βασικός στόχος του χειρουργού είναι η ριζική αφαίρεση του όγκου από τον πνεύμονα, μαζί με τους τοπικούς (επιχώριους) λεμφαδένες, διασφαλίζοντας έτσι τη βέλτιστη δυνατή πρόγνωση για τον ασθενή. Είναι ο μόνος που έχει την υποχρέωση, αλλά και την ευθύνη να αξιολογήσει αν ένας καρκίνος είναι πραγματικά ανεγχείρητος, τόσο από τεχνική άποψη όσο και λαμβάνοντας υπόψη τη μετεγχειρητική πορεία χωρίς επιπλοκές. Ωστόσο, δυστυχώς, πολλές φορές παρατηρείται το φαινόμενο να χαρακτηρίζεται ένας όγκος ανεγχείρητος χωρίς τη γνώμη ενός χειρουργού, κάτι που συμβαίνει παγκοσμίως αλλά είναι ιδιαίτερα σύνηθες και στην Ελλάδα. 

Μολονότι ορισμένες περιπτώσεις είναι αναμφισβήτητα ανεγχείρητες (όπως οι περιπτώσεις 1, 5 και 6), άλλες περιπτώσεις ενδέχεται να καταστούν εγχειρήσιμες. Συγκεκριμένα, οι περιπτώσεις 2, 3, 4 και 7, που αφορούν περίπου το 30% των περιπτώσεων, μπορούν να οδηγηθούν με συνδυασμένη θεραπεία (χημειοθεραπεία, ανοσοθεραπεία και ενδεχομένως ακτινοθεραπεία) σε ριζική χειρουργική αφαίρεση. 

Η πραγματικότητα δείχνει ότι 1 στα 3 από αυτά τα περιστατικά μπορεί τελικά να οδηγηθεί με ασφάλεια στο χειρουργείο. Σε εθνικό επίπεδο, αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 1.000 ασθενείς ετησίως, που ίσως χάνουν την ευκαιρία για ριζική θεραπεία. Αναμφίβολα, η προσέγγιση αυτών των περιστατικών δεν είναι κάτι εύκολο. Απαιτεί εξειδικευμένη χειρουργική ομάδα, εμπειρία και συνεργασία μεταξύ των ογκολογικών ειδικοτήτων, εντούτοις σίγουρα αξίζει την προσπάθεια. Κάθε ασθενής αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία και η σύγχρονη ιατρική μπορεί να τη δώσει. 

Η φωτοδυναμική θεραπεία είναι αποτελεσματική σε περιπτώσεις ανεγχείρητου καρκίνου πνεύμονος; 

Η φωτοδυναμική θεραπεία βασίζεται στην ενεργειακή αποδόμηση των καρκινικών κυττάρων μέσω ίνας laser, η οποία ενεργοποιεί την φωτοευαίσθητη ουσία Porfimer Sodium, που έχει προηγουμένως χορηγηθεί στον ασθενή για να «σκοτώσει» τα καρκινικά κύτταρα. Τα οφέλη της περιλαμβάνουν κυρίως τη μείωση του μεγέθους του όγκου, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και την παράταση της επιβίωσης, όμως δεν αφορά τους λεμφαδένες, οπότε ενώ μειώνει τον όγκο, σπανιότερα τον καθιστά χειρουργήσιμο. Η μέθοδος ανήκει στις συμπληρωματικές, δεδομένου ότι η βασική και πλέον σωτήρια μέθοδος για τον καρκίνο του πνεύμονος είναι, όπως αναφέρθηκε, η ριζική χειρουργική αφαίρεση. 

Πότε θεωρείται επιβεβλημένη η επέμβαση σε έναν ανεγχείρητο όγκο στον πνεύμονα; 

Παρόλο που ένας καρκίνος του πνεύμονα μπορεί να θεωρείται ανεγχείρητος, υπάρχουν επείγουσες καταστάσεις και επιπλοκές που καθιστούν τη χειρουργική επέμβαση ή άλλες παρεμβάσεις απαραίτητες για τη διάσωση της ζωής του ασθενούς ή τη βελτίωση της ποιότητάς της. Κύριες επιπλοκές που απαιτούν αυτού του είδους την παρέμβαση περιλαμβάνουν: 

    • Απόστημα στο κέντρο του όγκου, που εμφανίζεται σε ταχέως αναπτυσσόμενους όγκους, οι οποίοι νεκρώνονται κεντρικά, σχηματίζοντας απόστημα. Αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε σηψαιμία. 

    • Μεγάλη αιμορραγία λόγω διήθησης αγγείου, που θεραπεύεται με επέμβαση βρογχοσκόπησης ή και με κανονικό χειρουργείο. 

    • Στένωση της τραχείας ή στελεχιαίου βρόγχου, για την οποία η λύση είναι η τοποθέτηση stent. 

    • Μεγάλη πλευριτική συλλογή, που αποκλείει τον πνεύμονα και πιέζει και τον υγιή. Η περίπτωση αυτή θέλει παροχέτευση και χημική πλευροδεσία ή και θωρακοσκόπηση. Απλή σε κόπο, χωρίς πόνο, δίνει απόλυτη ανακούφιση στον ασθενή άμεσα. 

    • Σύνδρομο άνω κοίλης φλέβας, σε όγκους άνω λοβού δεξιού πνεύμονα που προκαλεί τεράστιο οίδημα κεφαλής και τραχήλου και χεριών και αίσθημα πνιγμού. Η ανακούφιση είναι η τοποθέτηση φλεβικού stent στην άνω κοίλη φλέβα. Είναι προφανές ότι ο ρόλος του χειρουργού στον καρκίνο του πνεύμονα χαρίζει ζωή ή έστω ποιότητα ζωής σε χιλιάδες ασθενείς. 

Ο σημαντικός ρόλος του Ογκολογικού Συμβουλίου 

Συμπερασματικά, αξίζει να τονιστεί πως ο καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί μια δύσκολη, απαιτητική νόσο για τα περισσότερα περιστατικά, με εξαίρεση εκείνα που διαγιγνώσκονται σε αρχικό στάδιο, όταν δηλαδή η διάμετρος όγκου είναι 1-2 εκ. Η επιτυχής αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα βασίζεται στην καλή συνεργασία πολλών ιατρικών ειδικοτήτων. Η λήψη αποφάσεων δεν μπορεί, συνεπώς, να είναι αποσπασματική, αλλά αντίθετα απαιτεί διεπιστημονική προσέγγιση. Ο ρόλος του Ογκολογικού Συμβουλίου είναι καθοριστικός, καθώς επιτρέπει την ανάλυση κάθε περίπτωσης από την πλευρά διαφορετικών ειδικοτήτων και τη συνδιαμόρφωση μιας ενιαίας στρατηγικής θεραπείας. 

Η συνεργασία του πνευμονολόγου, του θωρακοχειρουργού, του ογκολόγου και του ακτινοθεραπευτή είναι απαραίτητη, ώστε να αποφασιστεί η καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση για τον ασθενή. Τέλος, είναι επίσης σημαντικό το ογκολογικό συμβούλιο να πραγματοποιείται εξαρχής, αμέσως μετά τη διάγνωση, και όχι καθυστερημένα, όταν οι θεραπείες έχουν ήδη ξεκινήσει ή όταν προκύψουν επιπλοκές. Μια έγκαιρη και ορθολογική χάραξη θεραπευτικής στρατηγικής είναι ικανή να αυξήσει τις πιθανότητες για μια πιο ευνοϊκή έκβαση και να προσφέρει στον ασθενή την καλύτερη δυνατή ποιότητα ζωής.