Επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης εντόπισαν ένα γονίδιο με αντιικές ιδιότητες, που εμποδίζει τους περισσότερους ιούς της γρίπης των πτηνών (H5N1) να μεταπηδήσουν στους ανθρώπους.
Όλοι οι άνθρωποι φέρουν το γονίδιο BTN3A3 στους πνεύμονες και την ανώτερη αναπνευστική οδό, όπου αναπαράγονται οι ιοί της γρίπης. Η ανακάλυψη αυτή θα οδηγήσει σε στοχευμένες λύσεις για την αντιμετώπιση των ιών της γρίπης των πτηνών ώστε να αποτραπεί η μετάδοση στον άνθρωπο, λένε οι ερευνητές.
Αν και σχετικά σπάνια, ορισμένα στελέχη του ιού της γρίπης των πτηνών έχουν κατά περιόδους μεταπηδήσει στον άνθρωπο. Δύο από τα πιο πρόσφατα κρούσματα του H5N1 αναφέρθηκαν σε εργαζόμενους σε πτηνοτροφικές μονάδες του Ηνωμένου Βασιλείου τον περασμένο Μάιο. Ανθρώπινα κρούσματα εντοπίστηκαν για πρώτη φορά στο Χονγκ Κονγκ το 1997. Σε παγκόσμιο επίπεδο από το 2003, έχουν καταγραφεί 873 κρούσματα και 458 θάνατοι.
Η εξαετής μελέτη διαπίστωσε ότι ορισμένοι ιοί της γρίπης των πτηνών και των χοίρων φέρουν μια γενετική μετάλλαξη που τους επιτρέπει να ξεφεύγουν από την ανασταλτική δράση του γονιδίου BTN3A3 και να μολύνουν τους ανθρώπους. Παρακολουθώντας το ιστορικό των πανδημιών της ανθρώπινης γρίπης και συνδέοντας την ανθεκτικότητα στο γονίδιο με βασικούς τύπους ιών, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όλες οι πανδημίες της ανθρώπινης γρίπης, συμπεριλαμβανομένης της ισπανικής γρίπης του 1918 και της πανδημίας της γρίπης των χοίρων του 2009, προκλήθηκαν από στελέχη του ιού που ήταν ανθεκτικά στο BTN3A3.
Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η ανθεκτικότητα στο γονίδιο BTN3A3 θα μπορούσε να βοηθήσει τους ερευνητές να προσδιορίσουν αν τα στελέχη του ιού της γρίπης έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν πανδημία ή όχι.
«Οι αντιιικές λειτουργίες του γονιδίου BTN3A3 εμφανίστηκαν πριν από 40 εκατομμύρια χρόνια στα πρωτεύοντα θηλαστικά», δήλωσε στον «Guardian» ο καθηγητής Μάσιμο Παλμαρίνι, επικεφαλής της μελέτης και διευθυντής του ερευνητικού κέντρου ιολογίας της Γλασκώβης.
Ο επικεφαλής είπε ότι αν εντοπιστεί ένας ιός που είναι ανθεκτικός στο γονίδιο, οι επιστήμονες θα μπορέσουν να εφαρμόσουν προληπτικά μέτρα για αυτούς τους ιούς νωρίτερα ώστε να αποτραπεί η διάχυση.
Η μελέτη μπόρεσε επίσης να εντοπίσει τις αυξήσεις των ανθεκτικών ιών από προηγούμενα ξεσπάσματα του ιού. Πριν από το ξέσπασμα του ιού της γρίπης των πτηνών H7N9, ο οποίος μόλυνε για πρώτη φορά ανθρώπους στην Κίνα το 2013, η μελέτη διαπίστωσε «αυξημένη συχνότητα του ανθεκτικού γονότυπου BTN3A3 στα πτηνά το 2011-2012». Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί σχεδόν 1.570 κρούσματα του ιού H7N9 και τουλάχιστον 616 θάνατοι.
Πριν από την πανδημία γρίπης των χοίρων H1N1 του 2009, η μελέτη διαπίστωσε ότι η ανθεκτικότητα του H1N1 στους χοίρους εμφανίστηκε μεταξύ 2002 και 2006. Η πανδημία της γρίπης των χοίρων εκτιμάται ότι σκότωσε μεταξύ 150.000 και 575.400 ανθρώπους κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους που ο ιός μεταπήδησε στον άνθρωπο.
Ο Παλμαρίνι δήλωσε ότι λίγο περισσότερο από το 50% των δειγμάτων των πτηνών που είχαν μολυνθεί, καθώς και τα επτά ανθρώπινα κρούσματα που καταγράφηκαν φέτος, ήταν ανθεκτικά στο γονίδιο BTN3A3.
«Αυτή είναι η μια ανησυχία, η άλλη είναι ότι ο ιός έχει εξαπλωθεί όσο ποτέ άλλοτε», δήλωσε στο BBC.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Nature».