Περισσότερα από το ένα τρίτο των νηπίων που διαγνώστηκαν με διαταραχή στο φάσμα του αυτισμού, την ξεπέρασαν όταν ήταν περίπου 6 ετών, σύμφωνα με μια νέα μελέτη από ερευνητές του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστώνης.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν αυτό το μήνα στο JAMA Pediatrics. Η έρευνα περιελάμβανε 213 παιδιά που είχαν διαγνωστεί με διαταραχή στο φάσμα του αυτισμού (ΔΑΦ) όταν ήταν μεταξύ 1 και 3 ετών. Κατά μέσο όρο, τα παιδιά διαγνώστηκαν στην ηλικία των 2½ ετών περίπου ενώ το 83% των συμμετεχόντων στη μελέτη ήταν αγόρια.
Όλα τα παιδιά έλαβαν παρεμβάσεις με βάση τη διάγνωση. Η πιο κοινή παρέμβαση που χρησιμοποιήθηκε ήταν η εφαρμοσμένη ανάλυση συμπεριφοράς, η οποία εστιάζει στην αύξηση των βοηθητικών συμπεριφορών.
Η εφαρμοσμένη ανάλυση συμπεριφοράς διδάσκει στους ανθρώπους τη βελτίωση των δεξιοτήτων τους σε τομείς όπως η επικοινωνία, η εστίαση και η κοινωνικοποίηση.
Τα παιδιά στη μελέτη επαναξιολογήθηκαν για αυτισμό στις ηλικίες των 5 και 7 ετών. Οι αξιολογήσεις πραγματοποιήθηκαν το χρονικό διάστημα μεταξύ 2018 και 2022.
Τα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα έφτασαν περίπου τα 6 τους χρόνια, με το 37% από αυτά να μην πληροί τα κριτήρια για αυτή τη διαταραχή. Τα 79 παιδιά της μελέτης που ξεπέρασαν τον αυτισμό ήταν κορίτσια ή είχαν αυτό που οι ερευνητές αποκαλούσαν «υψηλότερη βασική προσαρμοστική λειτουργία». Ο παραπάνω όρος αναφέρεται σε βασικές καθημερινές δεξιότητες όπως η επικοινωνία, η αυτοφροντίδα και η λήψη αποφάσεων.
«Τα παιδιά που ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία δεν έχουν πλέον αυτισμό στην ηλικία των 6 ετών», δήλωσε ο συν-συγγραφέας της μελέτης William Barbaresi, MD, επικεφαλής αναπτυξιακής ιατρικής στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης.
Τα ευρήματα της μελέτης θα πρέπει να προκαλέσουν περισσότερη έρευνα για να γίνει κατανοητό εάν η τρέχουσα θεραπεία για τον αυτισμό λειτουργεί ή εάν χρειάζονται σημαντικές νέες προσπάθειες για την ανάπτυξη θεραπευτικών προσεγγίσεων, δήλωσε ο ίδιος.
Τα παιδιά των οποίων η ΔΑΦ δεν συνέχισε, είχαν βαθμολογία IQ 70 ή υψηλότερη. Οι βαθμολογίες IQ από 70 έως 75 υποδηλώνουν σημαντικό περιορισμό στη διανοητική λειτουργία, σύμφωνα με την Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία, ενώ μια βαθμολογία κάτω από το 70 θεωρείται σημάδι νοητικής αναπηρίας.
Η ΔΑΦ είναι μια αναπτυξιακή αναπηρία που συνήθως μπορεί να διαγνωστεί πριν από την ηλικία των 3 ετών και επηρεάζει τον εγκέφαλο με τρόπους που αναγκάζουν τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται, να επικοινωνούν, να αλληλεπιδρούν και να μαθαίνουν διαφορετικά από τους άλλους.
Σύμφωνα με το CDC, καθώς τα άτομα με αυτισμό γερνούν, μπορεί να αντιμετωπίσουν διάφορες προκλήσεις, όπως δύσκολες στιγμές στις σχέσεις ή κατανόηση του τι αναμένεται στο σχολείο ή την εργασία. Τα ποσοστά της διαταραχής αυτής έχουν αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια, με περίπου 1 στα 36 παιδιά να έχουν διαγνωστεί με αυτισμό μέχρι την ηλικία των 8 ετών, σύμφωνα με δημοσιευμένα στοιχεία από το 2020.
Τα ευρήματα αυτής της τελευταίας μελέτης δείχνουν ότι οι γονείς παιδιών που έχουν διαγνωστεί με αυτισμό πρέπει να παραμείνουν ανοιχτόμυαλοι, δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας Elizabeth Harstad, MD, MPH, θεράπων ιατρός στην αναπτυξιακή ιατρική στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης.
«Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι οι διαγνώσεις μπορούν να εξελιχθούν καθώς αναπτύσσεται ένα παιδί», είπε σε δήλωσή της. «Η έρευνά μας δείχνει πόσο σημαντικό είναι να παρακολουθούμε τα παιδιά με την πάροδο του χρόνου, επειδή ορισμένα από αυτά μπορεί να έχουν αλλαγές στην κοινωνική τους επικοινωνία και στη συμπεριφορά τους. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για συνεχείς αξιολογήσεις και προσαρμόσιμες στρατηγικές παρέμβασης».