Εάν συνεχισθούν οι σημερινές τάσεις αύξησης του βάρους των ανθρώπων, σχεδόν το ένα τέταρτο των ανθρώπων στη Γη (το 22%) θα είναι παχύσαρκοι το 2045, από 14% το 2017, ενώ περίπου ένας στους οκτώ (12%) θα έχει διαβήτη τύπου 2 (από 9% πέρυσι), σύμφωνα με εκτιμήσεις Δανών και Βρετανών ερευνητών.
Οι επιστήμονες από τη δανική Novo Nordisk και το Πανεπιστημιακό Κολλέγιο του Λονδίνου (UCL), που έκαναν τη σχετική ανακοίνωση στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Παχυσαρκίας στη Βιέννη (23-26 Μαΐου), εκτιμούν ότι για να μην ξεπεράσει το ποσοστό των διαβητικών το 10% το 2045, πρέπει τα επίπεδα της παγκόσμιας παχυσαρκίας να μειωθούν κατά περίπου 25%, από το 14% στο 10%.
Μια άλλη μελέτη ερευνητών του ολλανδικού Πανεπιστημίου Έρασμος του Ρότερνταμ, που έγινε σε 9.641 άτομα με μέση ηλικία 62 ετών και παρουσιάσθηκε στο ίδιο συνέδριο, δείχνει ότι η φυτοφαγική διατροφή προστατεύει από την παχυσαρκία στη μέση και στην τρίτη ηλικία, ακόμη κι αν δεν ακολουθείται με απόλυτη αυστηρότητα.
Η αποφυγή της κατανάλωσης ζωικών προϊόντων και η έμφαση στη διατροφή με φυτικά προϊόντα μειώνει τον κίνδυνο ένας άνθρωπος να γίνει υπέρβαρος ή παχύσαρκος. Η έρευνα διαπίστωσε ότι όσο πιο πιστά κανείς τηρεί τη φυτοφαγική διατροφή, τόσο μικρότερο δείκτη μάζας σώματος έχει μακροπρόθεσμα, κυρίως λόγω του λιγότερου λίπους στο σώμα του. Η θετική αυτή επίπτωση στο βάρος είναι μεγαλύτερη στην ηλικιακή ομάδα των 45-65 ετών (μέση ηλικία) από ό,τι στους άνω των 65 ετών (τρίτη ηλικία).
Μια τρίτη μελέτη στο ίδιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη της Παχυσαρκίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα, μια φυτοφαγική διατροφή πλούσια σε φρούτα, λαχανικά και πλήρη δημητριακά δεν είναι μόνο καλή για την υγεία αλλά για το πορτοφόλι, ιδίως αν κανείς ψωνίζει online, όπου μπορεί να βρει φθηνότερες τιμές στα ηλεκτρονικά μανάβικα και στα άλλα ηλεκτρονικά παντοπωλεία.
Η μελέτη, που έγινε από επιστήμονες του Κέντρου Ερευνών της εταιρείας Nestle στη Λοζάνη, βρήκε ότι η φυτοφαγική διατροφή μπορεί να κοστίζει έως δύο δολάρια τη μέρα λιγότερα από τη μεσογειακή διατροφή.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ