Η μεθυλφαινιδάτη πρέπει να αποτελεί το φάρμακο πρώτης επιλογής για τη βραχυπρόθεσμη θεραπεία των παιδιών και εφήβων με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), σύμφωνα με μια νέα μεγάλη διεθνή επιστημονική μελέτη, την πιο ολοκληρωμένη του είδους της μέχρι σήμερα.
Η μελέτη (μετα-ανάλυση) αξιολόγησε 133 διπλά «τυφλές» και τυχαιοποιημένες -δημοσιευμένες και αδημοσίευτες- κλινικές δοκιμές φαρμάκων, οι οποίες αφορούσαν συνολικά περισσότερα από 14.000 παιδιά και εφήβους, καθώς και 10.000 ενήλικες. Οι επιστήμονες επεσήμαναν ότι οι αλλαγές στο περιβάλλον και οι μη φαρμακολογικές παρεμβάσεις όπως οι ψυχοθεραπευτικές πρέπει να θεωρούνται προτεραιότητα για τα άτομα με ΔΕΠΥ, αλλά τα φάρμακα επίσης μπορούν να παίξουν σημαντικό θεραπευτικό ρόλο.
Η μελέτη παρέχει πολύτιμα στοιχεία στους γιατρούς προκειμένου να συγκρίνουν τη σχετική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια κάθε διαθέσιμου φαρμάκου για τη ΔΕΠΥ. Από όλα τα φάρμακα (lisdexamfetamine, atomoxetine, bupropion, clonidine, guanfacine, methylphenidate, modafinil κ.α.), πιο αποτελεσματικό και ασφαλές κρίθηκε η μεθυλφαινιδάτη για τα παιδιά και τους εφήβους, ενώ για τους ενήλικες οι αμφεταμίνες, για χρονικό διάστημα θεραπείας έως 12 εβδομάδων. Για θεραπεία σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, τονίσθηκε ότι χρειάζεται περαιτέρω έρευνα, ώστε να μελετηθούν καλύτερα οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του κάθε φαρμάκου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Αντρέα Τσιπριάνι του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ψυχιατρικής «The Lancet Psychiatry», ανέφεραν ότι η μελέτη δεν συμπεριέλαβε τα αντιψυχωσικά και τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, καθώς αυτά δεν θεραπεύουν τα βασικά συμπτώματα της ΔΕΠΥ (παρόλα αυτά συχνά συνταγογραφούνται σε άτομα με ΔΕΠΥ).
«Η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για τους ανθρώπους με ΔΕΠΥ και η μελέτη μας δείχνει ότι βραχυπρόθεσμα συνιστά μια αποτελεσματική και ασφαλή επιλογή για παιδιά, εφήβους και ενήλικες», δήλωσε ο Τσιπριάνι.
Περίπου το 5% των μαθητών και το 2,5% των ενηλίκων παγκοσμίως εκτιμάται ότι έχουν ΔΕΠΥ, μια διαταραχή που χαρακτηρίζεται από δυσκολία εστίασης της προσοχής και συγκέντρωσης, υπερδραστηριότητα, παρορμητική συμπεριφορά κ.α.
Οι επιστήμονες διευκρινίζουν ότι τα όποια διαθέσιμα φάρμακα δεν συνιστούν μια μόνιμη θεραπεία της ΔΕΠΥ, βοηθούν όμως τους ασθενείς να συγκεντρωθούν καλύτερα, να είναι λιγότερο παρορμητικοί, να νιώθουν πιο ήρεμοι, να αναπτύσσουν νέες δεξιότητες κλπ. Συνιστούν επίσης να γίνονται περιοδικά διαλείμματα στη θεραπευτική αγωγή και να αξιολογείται κατά πόσο αυτή πρέπει να συνεχισθεί.
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχει αυξηθεί η συνταγογράφηση φαρμάκων για τη ΔΕΠΥ στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Η νέα μελέτη δείχνει ότι τα φάρμακα είναι γενικά λιγότερο αποτελεσματικά και λιγότερο καλά ανεκτά στους ενήλικες από ό,τι στα παιδιά και στους εφήβους, που ανταποκρίνονται καλύτερα. Είναι άγνωστο γιατί υπάρχει αυτή η διαφορά. Εξάλλου, αρκετά φάρμακα για τη ΔΕΠΥ προκαλούν απώλεια βάρους σε μικρούς και μεγάλους, ενώ μερικά αυξάνουν την αρτηριακή πίεση.