Της Γιάννας Σουλάκη
Είναι πραγματικότητα ότι το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία εμφανίζουν συσχέτιση με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης των συχνά απαντούμενων μορφών καρκίνου, όπως του ενδομητρίου, των ωοθηκών, του μαστού, του προστάτη και του θυρεοειδούς.
Πρόσφατες μελέτες συσχετίζουν την εμφάνιση κακοήθων νεοπλασμάτων του γαστρεντερικού συστήματος (στομάχου, ήπατος, παγκρέατος, χοληδόχου κύστης και παχέος εντέρου) με την αυξημένη κατανάλωση λιπαρών τροφών και την αύξηση του σωματικού βάρους και ιδιαίτερα του υπερβολικού σπλαχνικού λίπους.
Οι μελέτες καταδεικνύουν αιτιώδη σχέση παχυσαρκίας και εμφάνισης καρκίνου, μιας που φαίνεται ότι η συσσώρευση υπερβολικής ποσότητας λίπους προκαλεί αύξηση των επιπέδων των ορμονών του φύλου (οιστρογόνων και τεστοστερόνης), καθώς και αυξητικών παραγόντων, οι οποίοι εμπλέκονται στην εμφάνιση καρκίνου. Επίσης, τα υψηλά επίπεδα ινσουλίνης στο αίμα των παχύσαρκων, πιθανώς σχετίζονται με τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των κυττάρων και την ανάπτυξη κακοηθειών, παρόλο που ο ακριβής μηχανισμός δεν έχει αποδειχθεί. Ακόμα και οι υπερβολικές ποσότητες της ορμόνης λεπτίνης, η οποία εκκρίνεται από τα λιποκύτταρα, φαίνεται να παρουσιάζουν αποπτωτική δράση, οδηγώντας πιθανώς σε καρκινογένεση. Ήδη διενεργούνται έρευνες σχετικά με τις αλλαγές στο μικροβίωμα του εντέρου, τη φλεγμονή και τις διαταραχές του μεταβολισμού που μπορεί να οδηγήσουν τα παχύσαρκα άτομα σε νόσηση από διάφορες μορφές καρκίνου.
Η Παχυσαρκία ως αιτία θανάτου σε άνδρες και γυναίκες
Τα ιστορικά δεδομένα των τελευταίων 25 ετών καταδεικνύουν και αναδεικνύουν την παχυσαρκία ως μια από τις κύριες αιτίες για περίπου το 14% των θανάτων από καρκίνο στους άνδρες και για έως το 20% των θανάτων από καρκίνο στις γυναίκες. Εκτιμάται ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο 1 στους 20 περιπτώσεις εμφάνισης καρκίνου σχετίζεται με υπέρβαρο ή παχυσαρκία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής το National Cancer Institute ανακοίνωσε, το 2016, στατιστικά δεδομένα από αναδρομικές μελέτες παρατήρησης, σύμφωνα με τα οποία, τα άτομα με παχυσαρκία είχαν σημαντικά μεγαλύτερα ποσοστά εμφάνισης κακοηθειών από αυτά με φυσιολογικό βάρος. Συγκεκριμένα, στους παχύσαρκους παρατηρήθηκε 10-20% μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης πολλαπλού μυελώματος, διπλάσια πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου ήπατος και νεφρού, 30% αυξημένη πιθανότητα καρκίνου εντέρου και 2-4 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου ενδομητρίου.
Επιπρόσθετα, διάφορες μεγάλης κλίμακας κλινικές μελέτες επιβεβαίωσαν ότι η παχυσαρκία συμβάλλει σημαντικά στην αύξηση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας, επιδεινώνοντας τη γενικότερη κλινική εικόνα και υγεία των ατόμων. Είναι κοινά αποδεκτό ότι η παχυσαρκία είναι νόσος που συνοδεύεται σχεδόν πάντα από συννοσηρότητες, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις αποδεικνύονται απειλητικές για τη ζωή των ασθενών.
Γενικά, έχει εξακριβωθεί μείωση τόσο των ποιοτικά σταθμισμένων ετών ζωής, όσο και των ετών ζωής. Για παράδειγμα, τα άτομα με υψηλό Δείκτη Μάζας Σώματος (?35 kg/m2) θα χάσουν 9-13 έτη ζωής!
Παχυσαρκία και ποιότητα ζωής
Μεταξύ των ετών 1990-1995, υπολογίστηκε ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες χάθηκαν 1,9 εκατομμύρια και 3,4 εκατομμύρια ποιοτικά σταθμισμένων ετών ζωής για τους άνδρες και τις γυναίκες με παχυσαρκία. Αντίστοιχα, και η ποιότητα ζωής τους από πλευράς υγείας ήταν χαμηλότερη, συγκριτικά με τα άτομα που είχαν φυσιολογικό βάρος. Έπασχαν τόσο από μεταβολικά και καρδιαγγειακά νοσήματα (υπέρταση, υπερλιπιδαιμία, σακχαρώδη διαβήτη), όσο και από κατάθλιψη και μυοσκελετικά νοσήματα (π.χ. Οστεοαρθρίτιδα) που τους καθιστούσαν μη λειτουργικούς στην καθημερινότητά τους και την εργασία τους. Η πολυπαραγοντική και ιδιάζουσα πολυπλοκότητα της παχυσαρκίας την καθιστούν πιθανώς ένα από τα δυσκολότερα ζητήματα δημόσιας υγείας που αντιμετωπίζει η κοινωνία.
Παρά τις σημαντικές συνέπειες της παχυσαρκίας, η απώλεια βάρους που επιτυγχάνεται μέσω μιας ποικιλίας μεθόδων μπορεί να προκαλέσει σημαντική μείωση του κινδύνου πολλών συναφών συννοσηροτήτων. Σε σχέση με την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας στη χώρα μας, συστήνεται στους υπέρβαρους και παχύσαρκους να απευθυνθούν στο γιατρό τους, ο οποίος θα τους υποδείξει τον κατάλληλο τρόπο (δίαιτα, άσκηση και φαρμακευτική αγωγή), όχι μόνο για την απώλεια σωματικού βάρους, αλλά και για τη διατήρησή του σε φυσιολογικά επίπεδα στο μέλλον.