Ο αριθμός κρουσμάτων ιλαράς εκτινάχθηκε στα ύψη στην Ευρώπη πέρυσι, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) να κρούει τον κώδωνα του κίνδυνου για «ανησυχητική εξάπλωση» της νόσου στη Γηραιά Ήπειρο, μετά την αύξηση των κρουσμάτων σχεδόν κατά 45 φορές σε σχέση με το 2022.
Ο οργανισμός προειδοποίησε ότι τα κρούσματα έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, με τα κράτη μέλη να αναφέρουν 42.200 κρούσματα ιλαράς πέρυσι, περίπου 45 φορές περισσότερα από τον αριθμό του 2022 (941).
Δύο στα πέντε κρούσματα ήταν παιδιά ηλικίας ενός έως τεσσάρων ετών, ενώ ένα στα πέντε αφορούσαν άτομα ηλικίας 20 ετών και άνω.
Η αύξηση, η οποία συνοδεύτηκε από περίπου 21.000 εισαγωγές σε νοσοκομεία και πέντε θανάτους, απειλεί τις προσπάθειες για την εξάλειψη της νόσου, δήλωσε ο ΠΟΥ, ο οποίος προειδοποίησε ότι η ανοδική τάση αναμένεται να συνεχιστεί εάν οι άνθρωποι δεν εμβολιάσουν τα παιδιά τους κατά της νόσου.
Την περασμένη εβδομάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο ξεκίνησε εκστρατεία για να ενθαρρύνει τους γονείς να κάνουν το εμβόλιο κατά της ιλαράς, της παρωτίτιδας και της ερυθράς στα παιδιά τους.
Η ιλαρά μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, δια βίου αναπηρία και θάνατο. Μπορεί να επηρεάσει τους πνεύμονες και τον εγκέφαλο και να προκαλέσει πνευμονία, μηνιγγίτιδα, τύφλωση και επιληπτικές κρίσεις.
Ο Δρ Χανς Κλούγκε, περιφερειακός διευθυντής του ΠΟΥ για την Ευρώπη, δήλωσε: «Ο εμβολιασμός είναι ο μόνος τρόπος για την προστασία των παιδιών από αυτή τη δυνητικά επικίνδυνη ασθένεια. Απαιτούνται επείγουσες προσπάθειες εμβολιασμού για να σταματήσει η μετάδοση και να αποτραπεί η περαιτέρω εξάπλωση. Είναι ζωτικής σημασίας όλες οι χώρες να είναι προετοιμασμένες να ανιχνεύουν γρήγορα και να αντιδρούν έγκαιρα σε κρούσματα ιλαράς, τα οποία θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την πρόοδο προς την εξάλειψη της ιλαράς».
Η επανεμφάνιση αυτής της πολύ μεταδοτικής ιογενούς νόσου, που μπορεί να επιφέρει επιπλοκές μοιραίες για τη ζωή του ασθενούς και μεταδίδεται με τον αέρα, αποδίδεται στη μείωση της εμβολιαστικής κάλυψης κατά τη διάρκεια των ετών της Covid, αλλά και στο γεγονός ότι περισσότεροι άνθρωποι ταξιδεύουν πλέον στο εξωτερικό μετά το τέλος της πανδημίας, αυξάνοντας τον κίνδυνο μετάδοσης της νόσου και εξάπλωσης εντός των κοινοτήτων.
Με πληροφορίες από The National