Μετά από ένα πολύ επεισοδιακό δεκαπενθήμερο που αναστάτωσε τα διεθνή χρηματιστήρια, οι αγορές προσπαθούν να βρουν την ηρεμία τους. Από την 7η Μαρτίου που ο διοικητής της Fed τρόμαξε τις αγορές μιλώντας προς την Γερουσία και την 8η του μηνός που ξεκίνησαν τα προβλήματα της Silicon Valley Bank, οι αγορές πέρασαν από μία καθημερινή δοκιμασία, με τις εκτιμήσεις για την πορεία των επιτοκίων να αλλάζουν δραματικά από μέρα σε μέρα (μερικές φορές και από ώρα σε ώρα) και τις ανησυχίες για την υγεία του τραπεζικού συστήματος να κυριεύουν απότομα τους επενδυτές.
Μετά τις παρεμβάσεις των εποπτικών αρχών για την διασφάλιση των καταθετών των προβληματικών τραπεζών στις ΗΠΑ και την αναγκαστική πώληση της Credit Suisse, αυτή η «παλαβή» περίοδος φαίνεται πως ίσως τελείωσε χθες με την ολοκλήρωση των ανακοινώσεων των βασικών κεντρικών τραπεζών σχετικά με την νομισματική πολιτική και το ύψος των επιτοκίων αναφοράς.
Λέμε ίσως γιατί από την μία παρατηρούμε μία σταδιακή υποχώρηση της μεταβλητότητας στους διεθνείς χρηματιστηριακούς δείκτες αλλά από την άλλη είναι σαφές πως από το μυαλό των επενδυτών δεν έχουν φύγει οι ανησυχίες σχετικά με τον τραπεζικό κλάδο και τις εξελίξεις στα μέτωπα της οικονομίας, του πληθωρισμού και των επιτοκίων.
Δεν θα πούμε πολλά για το ζήτημα των τραπεζών. Από ό,τι ακούμε και βλέπουμε, μπορούμε να υποθέσουμε πως η τωρινή περίοδος δεν έχει καμία ουσιαστική ομοιότητα με την μεγάλη κρίση του 2008, καθώς οι μεγάλες τράπεζες βρίσκονται σε πολύ καλύτερη κατάσταση από τότε και οι εποπτικές αρχές έχουν διδαχθεί πολλά πράγματα από εκείνη την μεγάλη περιπέτεια. Δεν μπορούμε βέβαια να αγνοήσουμε εντελώς την προβληματική κατάσταση πολλών περιφερειακών τραπεζών στις ΗΠΑ και δεν ξεχνάμε πως όσα και να έχει διδαχθεί κάποιος, πάντα υπάρχει περιθώριο να μάθει (και να πάθει) και άλλα.
Όμως, όπως είπαμε και νωρίτερα, οι επενδυτές δεν προβληματίζονται μόνο από τις εξελίξεις στις τράπεζες. Τους απασχολούν έντονα τα τρία πράγματα που δεν έχουν βγάλει από το μυαλό τους εδώ και έναν χρόνο, από την στιγμή που η Fed προχώρησε στην πρώτη αύξηση επιτοκίων. Τον πληθωρισμό, το ύψος των επιτοκίων και την οικονομική ανάπτυξη. Όπως λένε συχνά οι επαγγελματίες των κεφαλαιαγορών, οι επενδυτές έχουν στο μυαλό τους τα «macros» {εκ του ελληνικού όρου «μακροοικονομικά μεγέθη»}. Προφανώς, και τα τρία αυτά μεγέθη είναι αλληλένδετα μεταξύ τους και η εξέλιξη του ενός επηρεάζει τα άλλα.
Για ένα διάστημα, μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου, οι αγορές είχαν αρχίσει να πιστεύουν στο πολύ ωραίο σενάριο της ομαλής προσγείωσης της οικονομίας, δηλαδή της υποχώρησης του πληθωρισμού χωρίς την πρόκληση οικονομικής ύφεσης και την επακόλουθη σταδιακή υποχώρηση των επιτοκίων αναφοράς. Από το τέλος του Ιανουαρίου μέχρι τώρα όμως, η κατάσταση έχει μπερδευτεί αρκετά και τα οικονομικά δεδομένα, όπως και οι αντιδράσεις των αγορών, αλλάζουν πολύ συχνά.
Ο πληθωρισμός φαίνεται αυτή την στιγμή πιο ανθεκτικός απ’ όσο υποθέταμε πριν δύο μήνες, και στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη και αυτό περιπλέκει αρκετά τα πράγματα, ειδικά μετά τις εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα. Στην Ευρώπη, οι νομισματικές αρχές εξακολουθούν να τηρούν πολύ επιθετική στάση και κάνουν τους επενδυτές να μην ελπίζουν σύντομα σε αλλαγή στάσης και στο σταμάτημα των αυξήσεων επιτοκίων. Μέχρι πριν λίγες μέρες, το ίδιο θα λέγαμε και για τις ΗΠΑ.
Ο πληθωρισμός, ειδικά στον τομέα της παροχής υπηρεσιών, παραμένει αρκετά δυνατός και η αγορά εργασίας δείχνει να μην επηρεάζεται από τις αυξήσεις επιτοκίων, με το ποσοστό ανεργίας να βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Ακόμα και τα οικονομικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν χθες στις ΗΠΑ ήταν ισχυρά, και στον τομέα της απασχόλησης και στον τομέα της ανέγερσης κατοικιών.
Πριν δύο εβδομάδες, ο διοικητής Πάουελ έδωσε στις αγορές να καταλάβουν πως οι αυξήσεις επιτοκίων δεν θα σταματήσουν σύντομα. Προχθές όμως το μήνυμα ήταν διαφορετικό, τουλάχιστον κατά την πλειοψηφία των αναλυτών και των επενδυτών. Η αύξηση κατά 0,25% ίσως να είναι η τελευταία σε αυτή την σειρά που ξεκίνησε πριν ένα χρόνο. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, αυτό θα ενθουσίαζε τις αγορές.
Οι συνθήκες όμως δεν είναι καθόλου φυσιολογικές: στις δηλώσεις του ο διοικητής Πάουελ είπε κάτι πολύ σημαντικό: τα προβλήματα στις τράπεζες πιθανότατα θα προκαλέσουν μία σημαντική αλλαγή – προς το πιο συντηρητικό – στην χρηματοδοτική πολιτική των τραπεζών προς τις επιχειρήσεις και τους ιδιώτες. Ο διοικητής πρόσθεσε πως αυτή η αλλαγή θα κάνει το οικονομικό περιβάλλον λιγότερο υποστηρικτικό και θα έχει συνέπειες παρόμοιες με μία αύξηση των επιτοκίων.
Μας είπε με λίγα λόγια πως δεν πρέπει να χαρούμε ακόμα, καθώς οι συνθήκες στην οικονομία κατά πάσα πιθανότητα θα χειροτερέψουν και οι αυξήσεις των επιτοκίων (απαραίτητες για την καταπολέμηση του πληθωρισμού) θα γίνουν με έμμεσο τρόπο.
Μπορούμε να πούμε λοιπόν πως στα δύο από τα τρία «macro» μέτωπα η κατάσταση δεν είναι αυτή που θα ήθελαν οι αγορές. Ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι δυνατός και η νομισματική πολιτική και το οικονομικό περιβάλλον θα εξακολουθούν να περιορίζουν την οικονομική δραστηριότητα. Τι σημαίνει αυτό για το τρίτο μέτωπο, αυτό της οικονομικής ανάπτυξης; Μάλλον πως αυξάνονται οι πιθανότητες να δούμε τελικά τις δυτικές οικονομίες να υποχωρούν.
Η αλήθεια είναι πως μέχρι τώρα έχουν πάει πολύ καλύτερα από όσο πρόβλεπαν οι αναλυτές και οι οικονομολόγοι. Ούτε η αμερικανική οικονομία, ούτε η ευρωπαϊκή πέρασαν τελικά σε φάση συρρίκνωσης, σε ύφεση δηλαδή όπως λέμε συνήθως. Κανείς όμως δεν είναι ανίκητος. Όσο περισσότερο διαρκέσει μία περίοδος που το οικονομικό περιβάλλον παραμένει περιοριστικό, τόσο μεγαλώνουν οι πιθανότητες να δούμε κάποια στιγμή την οικονομική ανάπτυξη να ξεφουσκώνει και τα κέρδη των επιχειρήσεων να πλήττονται. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο ίσως να παραπέμπει και η μεγάλη αδυναμία που δείχνουν οι τιμές των ενεργειακών πρώτων υλών τις τελευταίες δύο εβδομάδες.
Είναι φανερό πως το σενάριο της ομαλής προσγείωσης δεν μπορεί ακόμα να επιστρέψει στις αγορές μετοχών. Παρά την μερική ανακούφιση από τις προχθεσινές αποφάσεις της Fed και τα «κέφια» των μετοχών του τομέα της τεχνολογίας, οι επενδυτές παραμένουν σε γενικές γραμμές διστακτικοί.
Ο προβληματισμός για την εξέλιξη των τριών άρρηκτα συνδεδεμένων μακροοικονομικών μεγεθών και οι ανανεωμένες ανησυχίες για την υγεία των τραπεζών σκιάζουν την εικόνα των αγορών και δυσκολεύουν τις ανοδικές κινήσεις των χρηματιστηρίων. Προς το παρόν, οι ωφελημένοι του τελευταίου δεκαπενθήμερου φαίνεται να είναι οι κάτοχοι κρατικών ομολόγων, τα νομίσματα εκτός από το δολάριο ΗΠΑ και τα πολύτιμα μέταλλα, όχι όμως η πλειοψηφία των μετοχών.