Ένας ενδιαφέρων διάλογος έχει ξεκινήσει εντός της επενδυτικής κοινότητας τα τελευταία έτη που αφορά στις μερισματικές πολιτικές των εταιρειών των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στα χρηματιστήρια. Ο διάλογος αυτός ο οποίος αναπτύχθηκε μέσα σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων, έφτασε μέχρι του σημείου να αμφισβητεί τις αποφάσεις των εταιρειών να διανείμουν μερίσματα, την ίδια στιγμή που δανείζονται από τις αγορές «ακριβό χρήμα».
Στις χρηματιστηριακές αγορές υπάρχουν δυο εντελώς διαφορετικές επενδυτικές σχολές. Η πρώτη θεωρεί ότι οι εταιρείες οφείλουν κάθε χρόνο να διανέμουν μερίσματα στους μετόχους, από ένα μέρος των κερδών τους. Τα μερίσματα αποτελούν τρόπον τινά, μια επιβράβευση προς τους μετόχους.
Γι’ αυτόν τον λόγο ανάμεσα στους χρηματοοικονομικούς δείκτες όσον αφορά τα θεμελιώδη μεγέθη των μετοχών, συγκαταλέγεται και η μερισματική απόδοση. Η απόδοση αυτή είναι ένα ποσοστό. Το μέρισμα προς την τιμή της μετοχής. Όσο υψηλότερο είναι το ποσοστό, τόσο μεγαλύτερη είναι και η απόδοση, που καθιστά τη μετοχή δελεαστική. Για την ιστορία, να αναφέρουμε ότι η πρώτη διανομή μερίσματος στην οικονομική ιστορία είχε πραγματοποιηθεί πριν από 400 χρόνια προς τους μετόχους της Dutch East Indies Company.
Η δεύτερη επενδυτική σχολή που συναντάται κυρίως στο χρηματιστήριο της Wall Street, υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει λόγος να εισπράττουν οι μέτοχοι μερίσματα. Αλλά αντίθετα το σύνολο των κερδών μιας οικονομικής χρήσης θα πρέπει να παραμένουν στα ταμεία της εταιρείας. Με αυτόν τον τρόπο οι διοικήσεις των εταιρειών έχουν περισσότερους διαθέσιμους χρηματικούς πόρους και υψηλότερη ρευστότητα.
Έτσι μπορούν χρηματοδοτήσουν τις υπάρχουσες δραστηριότητες, να επενδύσουν σε νέες δραστηριότητες, αποφεύγοντας την έκθεση των εταιρειών τους στον τραπεζικό δανεισμό, ειδικά δε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων. Παράλληλα τα ισχυρά ταμειακά διαθέσιμα προσφέρουν τη δυνατότητα στις διοικήσεις να επαναγοράσουν μετοχές των εταιρειών τους μέσα από το χρηματιστήριο, όταν για διάφορες εξωγενείς αιτίες αυτές υποχωρούν χαμηλότερα από τις «δίκαιες» αποτιμήσεις των μετοχών, τις οποίες οι insiders γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα.
Κλασσικός εκπρόσωπος αυτής της δεύτερης επενδυτικής σχολής είναι ο γκουρού των χρηματιστηριακών αγορών Warren Buffett. Η εταιρεία του, η εμβληματική Berkshire Hathaway (BRK) δεν έχει διανείμει μερίσματα στους μετόχους της, κατά τη διάρκεια της 53χρονης ιστορίας της. Αντιθέτως, κατευθύνει το σύνολο των κερδών της στις επενδύσεις της. Υπάρχει βέβαια η ένσταση ότι η BRK είναι επενδυτική εταιρεία και εξ αυτού το λόγου επιλέγει τη συγκεκριμένη τακτική. Όμως αυτό δεν είναι η ακριβές.
Η μετοχή της Alphabet (GOOG, GOOGL) επίσης δεν διανέμει μέρισμα. Ενώ διαθέτει λόγω των μεγεθών της αυτήν τη δυνατότητα, αφού μέσα στο 2023 είχε έσοδα της τάξης των $307 δισ., λειτουργικά έσοδα $89 δισ. και $70 δισ. cash flow. Την ίδια στιγμή διαθέτει ταμειακά διαθέσιμα και βραχυπρόθεσμες τοποθετήσεις ύψους $100 δισ. Η Google έχει επιλέξει αντί να μοιράζει μερίσματα, να επενδύει σε έρευνα και ανάπτυξη (R&D), σε εξαγορές και σε επαναγορές μετοχών μέσα από το χρηματιστήριο, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο την «αξία των μετοχών» και την «περιουσία των μετόχων» της.
Εκτός από την Alphabet (GOOG, GOOGL), δεν διανέμουν μερίσματα και άλλες κορυφαίες μετοχές της Wall Street όπως η Amazon.inc (AMZN), η Tesla (TSLA), η Netflix (NFLX), η PayPal (PYPL), η Advanced Micro Devices (AMD), η Monster Beverage Corporation (MNST), η Biogen (BIIB), η Regeneron Pharmaceuticals (REGN), η Adobe (ADBE), η Salesforce (CRM) και άλλες.
Η Microsoft (MSFT) δεν έχει καταβάλει μερίσματα από το 1986 που προχώρησε στο ΙΡΟ και εισήλθε στη Wall Street μέχρι και σήμερα, διοχετεύοντας όλα αυτά τα χρόνια το σύνολο των κερδών στην ανάπτυξη της. Η δε Meta Systems/Facebook (META) ανακοίνωσε για πρώτη φορά στην ιστορία της, ότι θα δώσει μέρισμα στους μετόχους της μέσα στο 2024.
Εδώ, στο Χρηματιστήριο Αθηνών, το μέρισμα αποτελεί κάτι σαν το επενδυτικό Ιερό Δισκοπότηρο. Κυριαρχεί η αντίληψη ότι το μέρισμα πιστοποιεί την οικονομική ευρωστία μιας μετοχής. Ταυτόχρονα επικρατεί η άποψη ότι το μέρισμα προσφέρει ρευστότητα στους επενδυτές, η οποία ανταγωνίζεται ευθέως την καταβολή των τόκων των ομολογιακών εκδόσεων. Δηλαδή με δυο λόγια, το εγχώριο αφήγημα περί μερισμάτων υποστηρίζει ότι η πορεία μιας μετοχής και συνεπακόλουθα η αξία του χαρτοφυλακίου ενός επενδυτή καθορίζεται από τη διανομή μερισμάτων.
Συναντάται λοιπόν ευρέως η άποψη ότι το μέρισμα παίζει καθοριστικό ρόλο στις επιλογές των επενδυτών. Και μέσα από αυτό το πρίσμα πριμοδοτήθηκε και η είδηση της διανομής μερισμάτων από τις εγχώριες τράπεζες. Ένα γεγονός που προσέλκυσε ακόμα περισσότερους ιδιώτες μικρομετόχους.
Ωστόσο, εδώ υπάρχουν δυο σοβαρές ενστάσεις.
Η πρώτη αφορά την ανοδική πορεία των μετοχών μέχρι σήμερα. Οι μετοχές των συστημικών τραπεζών πήραν την ανιούσα από το 2020 και μετά, όχι διότι υπήρχε προσδοκία μερίσματος, αλλά διότι υπήρξε ένα ευρύτερο αναπτυξιακό κύμα και μια ραγδαία βελτίωση των τραπεζικών λογιστικών καταστάσεων.
Οι τραπεζικές μετοχές παρουσίασαν άνοδο μέχρι και 300%, πριν καν τεθεί στο τραπέζι το θέμα της διανομής μερισμάτων, ως επιβράβευση των μετόχων. Επομένως, χωρίς τη διανομή μερισμάτων, οι τραπεζικές μετοχές έχουν προσφέρει ήδη ασύλληπτα κέρδη και υπεραξίες στους μετοχές. Αντιθέτως, πριν από την κρίση χρέους της χώρας που «μηδένισε» τις τραπεζικές μετοχές, είχε προηγηθεί μια περίοδος «παχέων αγελάδων» όσον αφορά τις μερισματικές αποδόσεις.
Η δεύτερη ένσταση αφορά το κόστος χρήματος με το οποίο δανείζονται οι τράπεζες, μέσω των ομολογιακών τους εκδόσεων. Είναι λογικό να δανείζονται με επιτόκια της τάξης του 5% και του 6,25% οι συστημικές τράπεζες για ομολογιακές εκδόσεις ύψους 400 εκατ. και 600 εκατ. και την ίδια στιγμή να διανέμουν μερίσματα, αντί να εξοικονομούν τόκους και να ισχυροποιούν την κεφαλαιακή τους βάση; Τι προσθέτει αξία στις τραπεζικές μετοχές; Η διανομή μερισμάτων ή η περαιτέρω ανάπτυξη των τραπεζικών δραστηριοτήτων και η αύξηση της κεφαλαιακής επάρκειας τους;
Εξ άλλου η σημαντικότατη αύξηση των τραπεζικών εσόδων έχει προέλθει από τα υψηλά επιτόκια που όρισε η Ευρωπαϊκή Τράπεζα. Οπότε ίσως θα ήταν φρονιμότερο αυτά τα «έκτακτα» -λόγω συγκυρίας- κέρδη να παραμείνουν στο εσωτερικό των τραπεζών και να μην διανεμηθούν στους μετόχους. Άλλωστε όλοι γνωρίζουμε, από τους πιο συντηρητικούς μέχρι και τους πιο επιθετικούς επενδυτές ότι τα κέρδη προσφέρονται από τις χρηματιστηριακές υπεραξίες και όχι από τις μερισματικές αποδόσεις.