Έχω έναν γνωστό που διηγείται την ακόλουθη προσωπική ιστοριούλα. «Πήγα σούπερ μάρκετ, φούρνο, μανάβη, χασάπη, πλήρωσα δεν ξέρω πόσα, φορτώθηκα δέκα ξέχειλες τσάντες στα δυο μου χέρια και ανέβηκα ασθμαίνοντας τη σκάλα του σπιτιού μου διότι μένω σε όροφο και δεν υπάρχει ασανσέρ. Κι όταν κατάφερα να φτάσω στην πόρτα κάθιδρος, για να μην αφήσω χάμω τις τσάντες κι ύστερα τις ξαναμαζεύω, σκύβω και χτυπάω το κουδούνι με τη μύτη μου. Οπότε ανοίγει η άλλη, με βλέπει σε τι κατάσταση ήμουν κι αντί να πάρει μερικές τσάντες να με ξαλαφρώσει, με ρωτά. Άνηθο έφερες;».
Όποτε την έλεγε την ιστοριούλα του γελούσαμε. Είχε βέβαια η διήγηση μια στερεοτυπική αύρα σεξισμού, με τον άντρα να εμφανίζεται ως ο κουβαλητής, ο εργατικός και ο ταλαιπωριασμένος, ενώ η γυναίκα περιγράφεται ως άχρηστη, η ακαμάτα και η καταπιέστρια. Πλην η εικόνα από μόνη της, παρά το λάθος (ιδεολογικά και κοινωνιολογικά) βάθρο στο οποίο πατούσε, είχε την πλάκα της. Και μη μου πείτε ότι γύρω σας, δεν έχετε δει τέτοιου είδους σχέσεις, διότι και υπάρχουν και κοινωνοί τους έχετε γίνει.
Δεν αναφέρομαι μόνο σε διαπροσωπικές ή οικογενειακές σχέσεις, αλλά και σε σχέσεις πιο συλλογικές, μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό μας περιβάλλον. Υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν κι άνθρωποι που μόνο απαιτούν. Υπάρχουν άτομα που πράττουν και άτομα που κάνουν μόνο κριτική. Υπάρχουν εκείνοι που είναι χαίρονται με τα επιτεύγματα τους και τα βήματα που κάνει η κοινωνία μαζί τους, υπάρχουν και οι άλλοι που ποτέ δεν είναι ικανοποιημένοι με τίποτα και με κανέναν. Υπάρχουν κοινωνικές ομάδες που κυρίως συνεισφέρουν και κοινωνικές ή επαγγελματικές ομάδες που πρωτίστως καταναλώνουν, δίχως να παράγουν.
Υπάρχουν εκείνοι που όταν κολλήσει το κάρο πηδάνε, βουτάνε στη λάσπη ως τη μέση τους και προσπαθούν να το ξεκολλήσουν. Υπάρχουν κι εκείνοι που στρογγυλοκαθισμένοι στην πολυθρόνα τους πάνω στην καρότσα, κοιτάζουν με σιχασιά τους λερούς που σπρώχνουν και δυσανασχετούν διότι αργούν να φτάσουν στον προορισμό τους. Τα ξέρετε, τα βλέπουμε κάθε μέρα αυτά. Φυσικά, η εύκολη επιλογή είναι να μπει κανείς στην ομάδα εκείνων που προτιμούν τα λόγια απ’ τις πράξεις και τη λούφα από τον κόπο. Αλλά το συστηματάκι αυτό έχει ένα μικρό πρόβλημα. Αν μείνουμε όλοι πάνω στο κολλημένο κάρο και απλώς φωνάζουμε, το όχημα θα μείνει οριστικά στη λάσπη. Αυτό το ταγκό που εξελίσσεται γύρω μας, χρειάζεται δυο. Τους μάγκες και τα κορόιδα. Μόνο έτσι δουλεύει.
Και μη μου πείτε ότι θεωρητικολογώ, διότι κάνετε λάθος. Μια παραλλαγή στην εικόνα του προλόγου κάντε και θα αντιληφθείτε τι λέω. Γέμισε ο Μητσοτάκης τις δέκα τσάντες με λεφτά που βρήκε από τη φοροδιαφυγή, τις ανέβασε στους ορόφους, χτύπησε την πόρτα με τη μύτη και μόλις εκείνη άνοιξε, εμφανίστηκαν με σμιχτά φρύδια ο Ανδρουλάκης, η Ζωή, ο Φάμελλος, ο Κουτσούμπας, ο Βελόπουλος, τα εσωκομματικά του λαϊκοδεξιά αστεράκια της ΝΔ… και με οργισμένη φωνή τον ρώτησαν. «Άνηθο έφερες;»