Έχει απάντηση το ερώτημα «Μετά την πανδημία, τι;»

Έχει απάντηση το ερώτημα «Μετά την πανδημία, τι;»

Μετά τις ανακοινώσεις της διοίκησης της Alpha Bank, η αγορά φαίνεται να προσαρμόζεται σε σχέση με την πιθανολογούμενη τιμή αύξησης, αλλά ταυτόχρονα έδειξε στοιχεία εκτεταμένων πωλήσεων κατά τη χθεσινή συνεδρίαση, καθώς αρκετοί δεικτοβαρείς τίτλοι δέχτηκαν πιέσεις, με τον Γενικό Δείκτη να «κρατά» τις 868 μονάδες. Ενδεχομένως πολλά μοχλευμένα  χαρτοφυλάκια που επλήγησαν με το -27% της Αlpha της Παρασκευής, να έκλεισαν θέσεις, κάτι που θα φανεί στη σημερινή συνεδρίαση. Όπως και να έχει η αγορά κινείται με επιφυλακτικότητα και προσμονή σχετικά με την αύξηση της μεγαλύτερης σε μετοχική βάση εισηγμένης εταιρείας.

Με τις προηγούμενες εβδομάδες να έχουν ως κύρια ανησυχία τις ενδεχόμενες πληθωριστικές πιέσεις στην Αμερική αλλά και στην Ευρώπη, συνδεδεμένη με τον «φόβο» μιας μεταβολής της νομισματικής πολιτικής της FED, είχαμε για τρίτη συνεχόμενη ημέρα μια αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ομολόγων του ευρώ, που πυροδότησε κυρίως η Κριστίν Λαγκάρντ δηλώνοντας πως θεωρεί ότι είναι υπερβολικά πρόωρο η ΕΚΤ να αποσύρει τα μέτρα στήριξης.

Σε ανάλογο κλίμα και οι δηλώσεις του Έλληνα Κεντρικού Τραπεζίτη, που σε συνέντευξή του τόνισε ότι η ανάκαμψη παραμένει εύθραυστη και καθώς δεν υπάρχουν ενδείξεις για μια περίοδο υψηλού πληθωρισμού στο μέλλον, είναι πολύ νωρίς για την ΕΚΤ να επιβραδύνει τις έκτακτες αγορές ομολόγων.  Αν και υπήρξε αποκλιμάκωση  των αποδόσεων και στις μεγάλες χώρες της Ευρωζώνης, στην περιφέρεια υπήρξε πιο έντονη με την απόδοση του Ελληνικού Δεκαετούς Ομολόγου να βρίσκεται κάτω από το 0,89%, τη στιγμή που μια εβδομάδα πριν είχε καταγράψει υψηλό στο 1,125%.

ΓΡΑΦΗΜΑ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΔΕΚΑΕΤΟΥΣ ΟΜΟΛΟΓΟΥ

Αυτές οι διακυμάνσεις αποτυπώνουν και τη μεταβλητότητα στις απόψεις  των αναλυτών αλλά και τις σκέψεις για την επόμενη ημέρα με την απάντηση στο ερώτημα «Μετά την πανδημία τι;»

Ο εμβολιαστικός ρυθμός κινείται ικανοποιητικά στις χώρες του Δυτικού Κόσμου, αλλά το εάν θα υπάρξει και τέταρτο ενδεχόμενο κύμα, προβληματίζει τις κυβερνήσεις καθώς σε τέτοια περίπτωση εμφανίζονται με το σύστημα «ακορντεόν» περιοριστικά μέτρα , πλήττοντας την οικονομική ανάκαμψη ή στην καλύτερη περίπτωση ανακόπτοντας τον ρυθμό της. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο οι πιθανότητες εμφάνισης προβλημάτων στην αγορά εργασίας αυξάνουν με δεδομένο το γεγονός ότι είναι  άγνωστο κατά πόσο και για πόσο οι κυβερνήσεις θα μπορούν παρέχουν στήριξη στο εισόδημα των εργαζομένων που οι επιχειρήσεις δε θα είναι σε θέση να τους κρατήσουν, πληττόμενες από μειωμένη ζήτηση.

Από την άλλη δυσαπάντητο παραμένει το ερώτημα που αφορά το σωστό μείγμα νομισματικής και φορολογικής πολιτικής καθώς μια υπερβολική δράση θα οδηγήσει σε απότομη αύξηση του πληθωρισμού. Πρόκειται για ασκήσεις ισορροπίας, καθώς οι θεσμικοί παράγοντες  θα πρέπει να επιτύχουν την κατάλληλη δόση «στήριξης» της οικονομίας, μια ισχυρή ανάκαμψη, αποφεύγοντας ταυτόχρονα την υπερθέρμανση των οικονομιών.

Ειδικότερα στην Ευρώπη, δε διαφαίνεται προς το παρόν η δυναμική που αναπτύσσεται σε Κίνα και Αμερική, με την ανάκαμψη να ενισχύεται κυρίως στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, υπό την προϋπόθεση της αύξησης του εμβολιαστικού ρυθμού, το ξεκίνημα εκροών από το Ταμείο Ανάκαμψης και τη συνέχεια του έκτακτου προγράμματος αγορών ομολόγων (PEPP) με το σημερινό ρυθμό. 

Σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα, πρέπει να επιταχύνει το μεταρρυθμιστικό της έργο και να αξιοποιήσει κατά το καλύτερο δυνατόν τα ευρωπαϊκά κονδύλια  μεταβάλλοντας και το παραγωγικό της μοντέλο, προκειμένου να «χαμηλώσει» και τον υψηλό δείκτη δημοσίου χρέους. Ο στόχος της επενδυτικής βαθμίδας  εντός του α' τριμήνου του 2023 είναι εφικτός και εάν και εφόσον επιτευχθεί, τα κεφάλαια που θα εισρεύσουν και στη χρηματαγορά θα είναι άλλου, ευρύτερου και ισχυρότερου βεληνεκούς.