Το συνέδριο του Λονδίνου τελείωσε και σιγά-σιγά οι αποστολές των εισηγμένων εταιριών επιστρέφουν στη βάση τους. Το αποτέλεσμα θα κριθεί στο μέλλον αφού μετά από δύο χρόνια φυσικής απουσίας λόγω της πανδημίας η εκδήλωση αυτή είχε περισσότερο σκοπό να υπενθυμίσει την παρουσία της Λεωφ. Αθηνών στους επενδυτές.
Από τα λεγόμενα που μας μεταφέρθηκαν -αφού το συνέδριο ήταν κλειστό για μικρότερες χρηματιστηριακές (γιατί άραγε;) και για δημοσιογράφους (γιατί άραγε δις;)- η διοίκηση του Χρηματιστηρίου έθεσε σαν στόχο έως το 2030 η σχέση της κεφαλαιοποίησης του Ελληνικού Χρηματιστηρίου με το ΑΕΠ της χώρας να φθάσει το 100% από 35% που είναι περίπου σήμερα. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει ο Γενικός Δείκτης να πάει στις 2.700 μονάδες ή να μπουν νέες εταιρίες ή και τα δύο. Υπάρχει βέβαια και το σενάριο να μειωθεί το ΑΕΠ, αλλά σε αυτήν την περίπτωση θα μιλάμε για κρίση η οποία κάθε άλλο ευνοεί τις εισαγωγές στο ΧΑ όπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία. Ο στόχος, αν και ακούγεται φιλόδοξος, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
Πάνω από 130 εισηγμένες εταιρίες έχουν αποχωρήσει από την Αγορά μετά το 2009 ως αποτέλεσμα εξαγορών, συγχωνεύσεων ή πτωχεύσεων λόγω της πολυετούς κρίσης. Παράλληλα υπήρξαν σε αυτήν την περίοδο και εγχειρήματα, ευτυχώς όχι πολύ πετυχημένα, διπλής εισαγωγής σε αγορές. Σήμερα 122 εταιρίες διαπραγματεύονται στην Κύρια Αγορά, 11 στην Εναλλακτική, 18 στην Επιτήρηση και 8 είναι σε Αναστολή Διαπραγμάτευσης επ’ αόριστον.
Το ταμπλό είναι φτωχό αφού το 1998 είχε σχεδόν τις διπλάσιες εταιρίες (251) οι οποίες κορύφωσαν στις 350 το 2005. Μάλιστα ενδέχεται αυτή η ένδεια επενδυτικών επιλογών να ενταθεί στο ξεκίνημα της επόμενης χρονιάς: Οι διαρροές εταιριών από το ταμπλό δεν φαίνεται να σταματούν και η προεκλογική περίοδος του 2023 ήδη βάζει μια σοβαρή αναστολή -τουλάχιστον σε κεφάλαια ξένων επενδυτών - σε εγχειρήματα άντλησης κεφαλαίων σε νέες Δημόσιες Προσφορές.
Το ζητούμενο ωστόσο δεν είναι να πλημμυρίσουμε από εισαγωγές κάθε λογής εταιριών για να γεμίσει το ταμπλό με ονόματα, αλλά με εταιρίες με ειδικό βάρος που εκφράζουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της χώρας: Τουρισμός, Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειες, Ναυτιλία, Υποδομές, Βιομηχανίες Τροφίμων, Φαρμακοβιομηχανίες, ορυκτά οτιδήποτε μπορεί να έχει νόημα σαν σοβαρό άκουσμα σε έναν ξένο επενδυτή.
Αξιόλογες εταιρίες υπάρχουν σε όλους τους κλάδους όμως το σωστό «μαρκετάρισμα» της Αγοράς μπορεί να γίνει μόνο σε κλάδους που μπορούν να συνδέσουν οι ξένοι με το προφίλ της χώρας. Αλλιώς πουλάει στο εξωτερικό μια τουριστική εκμετάλλευση στη Μύκονο και αλλιώς μια εμπορική εταιρία ρούχων. Επίσης, τώρα που το κόστος χρήματος έγινε πιο ακριβό, ίσως έχει νόημα να ενταθούν οι προσπάθειες προσέλκυσης εταιριών αφού οι επιχειρηματίες θα δουν με διαφορετικό μάτι μια ενέργεια που θα τους δώσει την δυνατότητα άντλησης φθηνών κεφαλαίων.
To 2030 απέχει 7 χρόνια από το τώρα. Αν δεν υπάρξουν εξαιρετικά απρόβλεπτοι παράγοντες μέχρι τότε, το ΑΕΠ της Ελλάδας θα προσεγγίσει τα 240 δισ. ευρώ. Αν είμαστε στο 70% της σχέσης με το ΑΕΠ – δηλαδή δύο φόρες από ότι είμαστε σήμερα- θα μιλάμε για μια μεγάλη νίκη αφού ακόμα και στα καλύτερα του 1999 η αποτίμηση της αγοράς είχε φθάσει τα 214,8 δισ. ευρώ. Και αυτός ο στόχος όμως θέλει πολύ προσπάθεια και συντονισμό. Και κυρίως βούληση που δεν εξαντλείται σε ευχολόγια και ωραία λόγια.