Στιγμιότυπο από την ευρωπαϊκή σύνοδο για την Ουκρανία στο Λονδίνο, 2 Μαΐου 2025
Προς επανασύνδεση και υπογραφή αμυντικού συμφώνου ΕΕ και Βρετανία
Justin Tallis/Pool via AP
Justin Tallis/Pool via AP
Στιγμιότυπο από την ευρωπαϊκή σύνοδο για την Ουκρανία στο Λονδίνο, 2 Μαΐου 2025

Προς επανασύνδεση και υπογραφή αμυντικού συμφώνου ΕΕ και Βρετανία

Μπροστά σε ένα όλο και πιο ασταθές παγκόσμιο γεωπολιτικό και οικονομικό περιβάλλον, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκουν ενεργά να ενισχύσουν τη σχέση τους, ξεπερνώντας τα τραύματα που προκάλεσε το Brexit. Οι πρόσφατες εξελίξεις υποδηλώνουν μία ρεαλιστική στροφή προς τη στενότερη συνεργασία, ιδίως στην άμυνα και το εμπόριο, με γνώμονα τα αμοιβαία συμφέροντα και τις εξωτερικές πιέσεις, κυρίως με φόντο την προοπτική απεμπλοκής των ΗΠΑ από την Ευρώπη και τον κίνδυνο ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου.

Το πολιτικό τοπίο στη Βρετανία έχει αλλάξει με την εκλογή της κυβέρνησης των Εργατικών του πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ, η οποία έχει θέσει εξ αρχής ως προτεραιότητα να ρίξει γέφυρες προς τις Βρυξέλλες. Η κυβέρνηση Στάρμερ, η οποία εξελέγη με σαρωτικό ποσοστό τον Ιούλιο του 2024, έχει δεσμευτεί να επαναφέρει σε τροχιά τις σχέσεις με την ΕΕ -χωρίς να επιστρέψει η Βρετανία στην Ενιαία Αγορά, την Τελωνειακή Ένωση ή να επαναφέρει την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων. Αυτή η διαφοροποιημένη προσέγγιση αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των εγχώριων πολιτικών πραγματικοτήτων με την οικονομική αναγκαιότητα για στενότερους δεσμούς.

Μια στιγμή-ορόσημο σε αυτή την «επανεκκίνηση» ήταν η συμμετοχή του Στάρμερ στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες στις αρχές Απριλίου. Ήταν η πρώτη φορά που Βρετανός πρωθυπουργός συμμετείχε σε συνάντηση των ηγετών της Ένωσης μετά το Brexit. Η Σύνοδος Κορυφής επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό στην αμυντική συνεργασία, υπογραμμίζοντας τις κοινές ανησυχίες για την ασφάλεια λόγω Ρωσίας και για τα μηνύματα που φθάνουν από την άλλη ακτή του Ατλαντικού και την Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ, που για πρώτη φορά μεταπολεμικά θέτει υπο αμφισβήτηση τον αδιάρρηκτο μέχρι σήμερα άξονα με την Ευρώπη.

Στο κλείσιμο των εργασιών, ανακοινώθηκε ότι οι επικεφαλής των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης -ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, και η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν- θα επισκεφθούν το Ηνωμένο Βασίλειο στις 19 Μαΐου, κάνοντας το πρώτο βήμα για μία Σύνοδο Κορυφής μεταξύ του Κιρ Στάρμερ και των εκπροσώπων των κοινοτικών θεσμών, με στόχο το αμοιβαίο όφελος και δέσμευση για συνεχή διάλογο και εταιρική σχέση.

Η ασφάλεια και η άμυνα έχουν αναδειχθεί σε κρίσιμους πυλώνες της ανανεωμένης σχέσης Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ. Οι δύο πλευρές φέρονται να βρίσκονται κοντά στην οριστικοποίηση ενός νέου αμυντικού συμφώνου, το οποίο αναμένεται να υπογραφεί στη σύνοδο της 19ης Μαΐου. Διπλωμάτες της ΕΕ έχουν εκφράσει την αισιοδοξία τους ότι μια τέτοια συμφωνία είναι τόσο εφικτή όσο και επιθυμητή, υπογραμμίζοντας το αμοιβαίο όφελος της συνεργασίας σε μια εποχή που που κυριεύεται από γεωπολιτική αστάθεια.

Σε επίπεδο ευρωπαϊκής ασφάλειας, η αμυντική συνεργασία αντανακλά την αναγνώριση ότι οι απειλές για την ασφάλεια υπερβαίνουν τα σύνορα και απαιτούν συντονισμένες απαντήσεις. Η στρατηγική θέση του Ηνωμένου Βασιλείου ως μεγάλη στρατιωτική δύναμη -μαζί με τη Γαλλία είναι μία από τις δύο πυρηνικές δυνάμεις της Δύσης στην Ευρώπη- συμπληρώνει τις προσπάθειες της ΕΕ για αμυντική ολοκλήρωση, καθιστώντας τη συνεργασία αμοιβαία επωφελή.

Η συνεργασία μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ έγινε προοδευτικά πιο στενή μετά την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, με τους Ευρωπαίους ηγέτες να συμφωνούν σε υψηλότερες αμυντικές δαπάνες για την αντιμετώπιση της απειλής της Ρωσίας σε έναν κόσμο όπου θα πρέπει να βασίζονται λιγότερο στην υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών.

Μετά την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, ο Στάρμερ συμμετείχε στις 7 Μαρτίου σε τηλεδιάσκεψη με τον Αντονιο Κόστα και την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μαζί με τους ηγέτες του Καναδά, της Τουρκίας, της Νορβηγίας και της Ισλανδίας, με αντικείμενο την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας. Ο Βρετανός πρωθυπουργός έχει επίσης στενή συνεργασία με τον Εμανουέλ Μακρόν της Γαλλίας και άλλους Ευρωπαίους ηγέτες, καθώς προσπαθούν να πείσουν τον Τραμπ να μην γυρίσει εντελώς την πλάτη του στην Ουκρανία.

Ωστόσο, παραμένουν  σημεία τριβής, στο ευρύτερο πλέγμα των σχέσεων Λονδίνου-Βρυξελλών, τα οποία ιστορικά περιπλέκουν τις διαπραγματεύσεις, όπως π.χ. τα αλιευτικά δικαιώματα. 

Παρά τις προκλήσεις αυτές, η γενική αντίληψη μεταξύ των πρεσβευτών της ΕΕ είναι ότι ένα σύμφωνο άμυνας και ασφάλειας είναι εφικτό, αντανακλώντας την κοινή θέση υπέρ της συνεργασίας για τη συλλογική ασφάλεια και τη στρατηγική αυτονομία. «Όσον αφορά την άμυνα, οι Βρετανοί έχουν ουσιαστικά επιστρέψει στη σκηνή», δήλωσε στους Financial Times διπλωμάτης της ΕΕ. «Χρειαζόμαστε απλώς αυτή τη συμφωνία για να το επιβεβαιώσουμε αυτό». Τέσσερις Ευρωπαίοι διπλωμάτες φέρονται να επιβεβαιώνουν ότι πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ έχει ζητήσει να υπογραφεί αυτή η συμφωνία για την άμυνα και την ασφάλεια και να υπάρξει επιπλέον μια κοινή δήλωση για ευρύτερα γεωπολιτικά ζητήματα.

Για το απομονωμένο μετά το Brexit Ηνωμένο Βασίλειο η ανάγκη να εξασφαλίσει σταθερές εμπορικές σχέσεις με την ΕΕ έχει γίνει επίσης επιτακτική.

Οι πιέσεις των βρετανικών συνδικάτων για μείωση των εμπορικών φραγμών και ευθυγράμμιση των προτύπων με την ΕΕ αποσκοπεί στον μετριασμό των οικονομικών κινδύνων και στην προστασία των εργαζομένων εν μέσω των διακυμάνσεων της παγκόσμιας αγοράς. Τα μεγαλύτερα συνδικάτα της Βρετανίας, σε συνεργασία με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά, έχουν ζητήσει σημαντική αναθεώρηση των υφιστάμενων εμπορικών ρυθμίσεων μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ, τις οποίες περιγράφουν ως «κακοτεχνίες» από την προηγούμενη συντηρητική κυβέρνηση. Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων και από τις δύο ακτές της Μάγχης ζητούν να δίνει η νέα συμφωνία προτεραιότητα στις ευκαιρίες των εργαζομένων και στις δύο πλευρές, να μειώνει τους εμπορικούς φραγμούς και τους συνοριακούς ελέγχους. 

Ενώ η δυναμική προς τη σύσφιξη των δεσμών μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ αυξάνεται, παραμένουν αρκετές προκλήσεις. Στη Βρετανία εξακολουθεί να υπάρχει αντίσταση όσον αφορά την ευθυγράμμιση με τις δομές και του κανονισμούς της ΕΕ, ιδίως αν οι συμφωνίες αγγίζουν θέματα κυριαρχίας ή τους ελέγχους για τη μετανάστευση. Η κυβέρνηση των Εργατικών επιδιώκει μια μέση οδό, ενισχύοντας τη συνεργασία χωρίς να θίγει πολιτικά ευαίσθητα σημεία των συμφωνιών του Brexit.

Από την πλευρά της ΕΕ, ορισμένα κράτη-μέλη διατηρούν επιφυλάξεις σχετικά με την έκταση της επαναπροσέγγισης με το Ηνωμένο Βασίλειο, εκφράζοντας αμφιβολίες όσον αφορά την ευθυγράμμιση των Βρετανών με τους ρυθμιστικούς κανονισμούς της Ένωσης και την πολιτική δέσμευση. Επιπλέον, αμφιλεγόμενα ζητήματα, όπως τα αλιευτικά δικαιώματα, εξακολουθούν να περιπλέκουν τις διαπραγματεύσεις, απαιτώντας προσεκτική διπλωματία. Ειδικά η αλιεία αποτελεί εκ των κορυφαίων προβλημάτων για τη Γαλλία, τη Δανία και ορισμένα άλλα παράκτια κράτη της ΕΕ που θέλουν να διατηρήσουν την πρόσβασή τους στα ύδατα του Ηνωμένου Βασιλείου μετά τη λήξη της υφιστάμενης συμφωνίας το 2026.

Παρ' όλα αυτά, η επικείμενη Σύνοδος Κορυφής του Μαΐου αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για την εδραίωση μιας νέας φάσης των σχέσεων Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ. Εστιάζοντας στη ρεαλιστική συνεργασία στους τομείς του εμπορίου, της εργασίας και της άμυνας, οι δύο πλευρές στοχεύουν στην οικοδόμηση μίας εταιρικής σχέσης που θα αντιμετωπίζει τις σύγχρονες προκλήσεις και θα αξιοποιεί τα κοινά συμφέροντα.